Οταν τον Απρίλιο του 2021 αποκαλύφθηκε η είδηση για τους θανάτους ανήμπορων ηλικιωμένων στο γηροκομείο «Αγία Σκέπη» των Χανίων, συγκλονίστηκε όλος ο κόσμος.
Οι έξι κατηγορούμενοι, οι οποίοι έχουν αποφυλακιστεί με περιοριστικούς όρους, οδηγούνται πάλι στο σκαμνί μετά από τρία χρόνια με τη σφραγίδα του Αρείου Πάγου και για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, ως υπεύθυνοι για τον θάνατο 32 ηλικιωμένων, αλλά και για τις απαράδεκτες συνθήκες διαμονής που επικρατούσαν στο γηροκομείο.
Στο εδώλιο του κατηγορουμένου θα καθίσουν οι συνιδιοκτήτες, μητέρα και κόρη (η μία είναι και διαχειρίστρια της εταιρείας), δύο γιατροί, ένας παθολόγος και ένας ψυχίατρος, εκ των οποίων ο πρώτος ήταν υγειονομικός υπεύθυνος, η προϊσταμένη νοσηλεύτρια και η μαγείρισσα.
Η πολυσέλιδη απόφαση του Αρείου Πάγου περιγράφει το άθλιο καθεστώς διαβίωσης, τις άθλιες υγειονομικές συνθήκες που επικρατούσαν, το απαράδεκτο διατροφολόγιο, ενώ γίνεται λόγος για κακομεταχείριση των ηλικιωμένων.
Ξεπερνούν τα όρια της φαντασίας τα στατιστικά στοιχεία θανάτων της ΜΦΗ τα οποία αναφέρονται στην αρεοπαγίτικη απόφαση. Την πενταετία 2015-2019 απεβίωσαν μέσα στη ΜΦΗ 213 φιλοξενούμενοι, με αιτία θανάτου, ειδικά κατά τα έτη 2018-2019, σχεδόν αποκλειστικά την καρδιακή ανακοπή.
Κατά το χρονικό διάστημα 2020-2021, απεβίωσαν συνολικά 73 φιλοξενούμενοι της Μονάδας και κατά την 6ετία 2015-2021 απεβίωσαν σε νοσοκομεία στα οποία μεταφέρθηκαν 7 άτομα, ανεβάζοντας έτσι τον συνολικό αριθμό των θανάτων μέσα σε μια εξαετία στους 293.
Η Μονάδα ιδρύθηκε το 2006 και με βάση τη δικογραφία η διάρκεια της δράσης της φερόμενης εγκληματικής οργάνωσης είναι 12ετής και συγκεκριμένα από 5/5/2009 έως 5/5/2021.
«Μηχανική καθήλωση»
Αρκετά ανατριχιαστικές είναι οι περιγραφές της αρεοπαγίτικης απόφασης για τη μεταχείριση των φιλοξενούμενων της τρίτης ηλικίας μέσα στη Μονάδα, ενώ οι αρεοπαγίτες κάνουν λόγο ακόμη και «για σταθερά απάνθρωπη και εξευτελιστική συμπεριφορά σε βάρος των ηλικιωμένων, με άσκηση ακόμη και σωματικής βίας σε βάρος τους».
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι αρεοπαγίτες, οι κατηγορούμενοι προέβαιναν, και ειδικά σε όσους έπασχαν από έκπτωση των νοητικών τους λειτουργιών, «στην τακτική της “μηχανικής καθήλωσης”, ήτοι της πλήρους ακινητοποίησης καθ’ όλο το εικοσιτετράωρο στις κλίνες τους ή σε αναπηρικά αμαξίδια, με χρήση ιμάντων περίδεσης και ζωνών ασφαλείας στα αμαξίδια, αφού οι ηλικιωμένοι, στην πλειοψηφία τους και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, ακινητοποιούνταν πλήρως και μόνιμα στις κλίνες τους με χρήση ιμάντων περίδεσης, οι οποίοι τοποθετούνταν στα αντιβράχια των χεριών των ηλικιωμένων και στα πόδια τους, στο ύψος των αστραγάλων».
Ακόμη, προέβαιναν «στην πλειοψηφία των ηλικιωμένων σε “χημική καθήλωση“, μέσω της χορήγησης σε αυτούς, άμεσα και σε σταθερή βάση, ισχυρών κατασταλτικών ψυχιατρικών φαρμακευτικών σκευασμάτων (ισχυρά ηρεμιστικά), προκειμένου να αδρανοποιούνται οι πνευματικές τους λειτουργίες και να κάμπτεται η κινητικότητά τους, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα οι ηλικιωμένοι σταδιακά να χάνουν την επαφή τους με το περιβάλλον, να είναι μονίμως ληθαργικοί και καθηλωμένοι σε καρέκλες και αναπηρικά αμαξίδια, μην μπορώντας να ελέγξουν το σώμα τους και την κίνησή τους, αλλά και αδυνατώντας να αντιδράσουν στη μόνιμη ακινητοποίησή τους και καθήλωσή τους σε ένα σημείο, αφού ήταν μόνιμα ευρισκόμενοι σε αυτήν την κατάσταση “καταστολής”».