Ορατό είναι πλέον το ενδεχόμενο επιστροφής του ακινήτου της πρώην ΧΡΩΠΕΙ στην οδό Πειραιώς, στον ΕΟΦ (Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκου), που το είχε παραχωρήσει στο Υπ. Ανάπτυξης, προκειμένου να αξιοποιηθεί μέσω ΣΔΙΤ, για την δημιουργία μιας “Πολιτείας Καινοτομίας”. Σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά κι αφού μεσολάβησαν διαδοχικές αποτυχημένες διαγωνιστικές διαδικασίες, φαίνεται πως έχει έρθει πλέον το “πλήρωμα του χρόνου”, για να τεθεί στο “χρονοντούλαπο” της ιστορίας, άλλη μια απόπειρα αξιοποίησης ενός εμβληματικού βιομηχανικού ακινήτου της περιοχής του Φαλήρου, που όμως παραμένει “φάντασμα” από την δεκαετία του 1980.
Στελέχη της αγοράς αναφέρουν στο Capital.gr ότι οι όροι της προκήρυξης, παρότι διαφοροποιήθηκαν στην πορεία, παρέμεναν μη ελκυστικοί για τους ιδιώτες και καθιστούσαν την επένδυση μη βιώσιμη. Ενδιαφέρον για το έργο είχαν εκδηλώσει η Άκτωρ Παραχωρήσεις, η Intrakat, η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και η Dimand. Μεταξύ των αλλαγών που πραγματοποιήθηκαν στους όρους του διαγωνισμού, ήταν καταρχάς ο διπλασιασμός της περιόδου εκμετάλλευσης από τα 45 χρόνια που ήταν αρχικά, στα 90 χρόνια. Παράλληλα, επιχειρήθηκε να αυξηθεί και το ποσοστό της χρηματοδοτικής συμβολής του δημοσίου.
Ωστόσο και παρά τις προσπάθειες, φαίνεται πως “τα νούμερα δεν έβγαιναν”. Το χρηματοοικονομικό περιβάλλον σήμερα είναι εντελώς διαφορετικό από εκείνο του 2020, όταν ξεκίνησε η προσπάθεια αξιοποίησης. Το κόστος χρήματος έχει αυξηθεί κατακόρυφα. Ταυτόχρονα, το έργο, που προωθούνταν μέσω ΣΔΙΤ, δεν κατόρθωσε να ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης, λόγω της ανώριμης φάσης στην οποία βρισκόταν, με αποτέλεσμα να χαθεί μια σημαντική ευκαιρία, τόσο για την άντληση κεφαλαίων, όσο και για την μείωση του χρηματοπιστωτικού κόστους. Παράλληλα, από το 2020 μέχρι σήμερα, το κόστος κατασκευής κτιρίων εκτιμάται ότι έχει αυξηθεί κατά 50-60% κατά μέσο όρο κι αυτό θεωρείται και συντηρητικός υπολογισμός. Έτσι, μια επένδυση, που αρχικά θα απαιτούσε περίπου 80-100 εκατ. ευρώ, έφτασε τελικά να χρειάζετα τουλάχιστον 150 εκατ. ευρώ.
Με δεδομένο λοιπόν ότι ο προϋπολογισμός του έργου εκτροχιάστηκε και το κόστος χρήματος αυξήθηκε σημαντικά, κατέστη εμφανές ότι θα απαιτούνταν “γενναίες” αλλαγές στους όρους του διαγωνισμού, προκειμένου να μπορέσει να προχωρήσει η επένδυση μέσω ΣΔΙΤ. Αυτές δεν έγιναν, με δεδομένους και τους πολεοδομικούς περιορισμούς της έκτασης. Μια ακόμα πρόταση αφορούσε στην τμηματική ολοκλήρωση του έργου, καθώς με τον τρόπο αυτό εκτιμάται ότι θα περιοριζόταν ο απαιτούμενος προϋπολογισμός και το έργο θα γινόταν και πάλι ελκυστικό.
Η ΧΡΩΠΕΙ, δηλαδή η “Χρωματουργεία Πειραιώς” συστάθηκε το 1883, από τους χημικούς Σπήλιο και Λεόντιο Οικονομίδη και αποτέλεσε επί χρόνια, ένα από τα σημαντικά εργοστάσια της βιομηχανικής ζώνης του Φαλήρου, μαζί με την Ελαΐδα και την ΒΕΛΚΑ. Η ΧΡΩΠΕΙ κατείχε ρόλο ηγέτη στον τομέα της ελληνικής χρωματουργίας, ενώ η εταιρεία παρήγαγε και διένειμε και το αναλγητικό “Αλκόν”. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η βιομηχανία συνέχισε την λειτουργία της, ενώ από το 1950 και μετά, η μονάδα περνά υπό την αποκλειστική διαχείριση του Σ. Σοφιανόπουλου, που προχωρά σε επέκταση και σε άλλες κατηγορίες προϊόντων, όπως οι ζωοτροφές. Τα προβλήματα ξεκίνησαν από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, ενώ στις αρχές του 1980, σχεδόν έναν αιώνα μετά την ίδρυσή της, η ΧΡΩΠΕΙ εντάχθηκε στις προβληματικής επιχειρήσεις, με το τελικό “λουκέτο” να μπαίνει το 1989.