Κάποτε είχα παρακολουθήσει διάλεξη του Φρίντριχ φον Χάγιεκ στο LSE στην οποία, όπως συνήθιζε, καταφέρθηκε κατά του σοσιαλιστικού σχεδιασμού με μια χαριτωμένη προσωπική ιστορία.
«Τις προάλλες», είχε πει παιχνιδιάρικα, «μπήκα σε ένα κατάστημα απ’ όπου έφυγα έχοντας αγοράσει κάτι που, προηγουμένως, δεν είχα ιδέα ότι το ήθελα!». Όπως όλοι οι πλέον ευφυείς θιασώτες του καπιταλισμού, θεωρούσε την αγορά ως έναν καλοπροαίρετο δημιουργό, του οποίου τη δουλειά δεν θα μπορούσε ποτέ να υποκαταστήσει ποτέ ανθρώπινος νους, ούτε καν κάποιο μηχάνημα που σχεδίασαν άνθρωποι.
Αυτό που ήθελε να τονίσει ο Χάγιεκ ήταν ότι, μέχρι να εισέλθουμε στην αγορά, ούτε καν εμείς οι ίδιοι δεν ξέρουμε τι θέλουμε. Πώς λοιπόν θα μπορούσε ένας δημόσιος λειτουργός, επιφορτισμένος με την αγγαρεία να υποκαταστήσει την αγορά, να γνωρίζει τι θέλει η κοινωνία;
Στοχαστές όπως ο φον Χάγιεκ, προς τιμήν τους, απορρίπτουν την μόνιμη επωδό των οικονομικών εγχειρίδιων (από τα οποία μαθαίνουν οικονομικά οι μαθητές κι οι φοιτητές μας) που εξυμνούν την αγορά ως αποτελεσματικό μηχανισμό για την εξεύρεση της «σωστής» τιμής των εμπορευμάτων (δηλαδή, την τιμή στην οποία οι καταναλωτές θέλουν να αγοράσουν όσες ποσότητες θέλουν να παράξουν, στην τιμή αυτή, οι παραγωγοί).
Ο Χάγιεκ και οι λοιποί ελευθεριακοί θιασώτες της αγοράς βλέπουν την αγορά ως κάτι πιο μεγαλειώδες: ως τον απελευθερωτή της φαντασίας μας, ως τον συνδημιουργό των προτιμήσεών μας. Για αυτό θεωρούν ότι η κρατική παρέμβαση στις αγορέςείναι μια επικίνδυνη ιδέα: επειδή όχι μόνο δημιουργούν «στρεβλώσεις» (π.χ. ελλείψεις αγαθών ή υπερπροσφορά τους) αλλά και γιατί εμποδίζουν την ελεύθερη ανάπτυξη των επιθυμιών μας, των δεξιοτήτων μας, του ίδιου του χαρακτήρα μας.
Τι γίνεται, όμως, αν οι αγορές εκλείψουν και, έτσι, ούτε οι τιμές ούτε οι επιθυμίες μας «πλάθονται» από την μυθική αγορά κατά Χάγιεκ; Περίπου ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Χάγιεκ, θυμάμαι να παλεύω να συνδέσω τον υπολογιστή του πατέρα μου με το νεοσύστατο τότε διαδίκτυο, όταν εκείνος μου έθεσε μια δύσκολη ερώτηση: «Τώρα που οι υπολογιστές μιλούν μεταξύ τους, αυτό θα καταστήσει τον καπιταλισμό άτρωτο; Ή μήπως τελικά αποκαλύψει την Αχίλλειο Πτέρνα του;»
Βρισκόμασταν μερικά χρόνια μετά την κατάρρευση του σοβιετικού κομμουνισμού αλλά και στην αρχή της παρακμής της κεντροαριστεράς. Η απειλή για τον καπιταλισμό που αποτελούσε η οργανωμένη εργατική τάξη είχε εισέλθει σε μια ύφεση που ακόμα βαθαίνει – παγκοσμίως. Θα μπορούσε το διαδίκτυο να κάνει στον καπιταλισμό αυτό που δεν είχε καταφέρει να κάνει το προλεταριάτο;
Μου πήρε χρόνια να απαντήσω στο ερώτημα του πατέρα μου και το κάνω με το νέο μου βιβλίο, Τεχνοφεουδαρχία, που αυτή την εβδομάδα εκδόθηκε στη Βρετανία. Στις σελίδες του, υποστηρίζω ότι οι προτιμήσεις μας διαμορφώνονται πλέον όχι από τις αγορές αλλά από δικτυωμένες ψηφιακές μηχανές – αυτό που αποκαλώ νεφοκεφάλαιο (ή, πιο περιφραστικά, κεφάλαιο που ζει στο υπολογιστικό νέφος).Πάρτε για παράδειγμα την συσκευή Alexa της Amazon (ή τον Assistant της Google, το Siri της Appleκλπ). Πρόκειται για μια πύλη, ένα πόρταλ, προς ένα ολοκληρωτικό, πλήρως συγκεντρωτικό σύστημα δημιουργίας και ικανοποίησης προτιμήσεων – το οποίο σύστημα κάνει τέσσερα πράγματα ταυτόχρονα:
Μας εκπαιδεύει να την εκπαιδεύουμε να μας υπαγορεύει τι θέλουμε.
Μας πουλάει αυτό που πλέον «θέλουμε» απευθείας, παρακάμπτοντας κάθε πραγματική αγορά.
Καταφέρνει να μας κάνει να συντηρούμε αυτό το τεράστιο μηχανικό δίκτυο τροποποίησης της συμπεριφοράς με την δωρεάν εργασία μας, π.χ.,αναρτώντας κριτικές, βαθμολογώντας προϊόντα, ανεβάζοντας βίντεο, κείμενα κλπ
Συγκεντρώνει τεράστιες προσόδους από τους καπιταλιστές-παραγωγούς που αναγκάζονται να χρησιμοποιούν αυτό το μηχανικό δίκτυο, αυτό το νεφοκεφάλαιο της Amazon (Google, Appleκλπ), για να πουλήσουν τα προϊόντα τους καταβάλλοντας περίπου 30% με 40% της τιμής στον ιδιοκτήτη του νεφοκεφάλαιου (π.χ. τον Τζεφ Μπέζος).
Αυτό δεν είναι καπιταλισμός. Καλώς ήρθατε στην τεχνοφεουδαρχία!
Το πρόβλημα, βέβαια, δεν είναι η τεχνολογία. Ο φόβος της ανθρωπότητας απέναντι στα τεχνολογικά δημιουργήματά της είναι πανάρχαιος: ταινίες όπως Ο Εξολοθρευτής και το Τhe Matrix εδράζουν στην ίδια αγωνία που ενέπνευσε τον Φρανκενστάιν της Mary Shelley και την ιστορία του Ησιόδου για την Πανδώρα, που δεν είναι παρά ένα ρομπότ φτιαγμένο από τον Ήφαιστο για να μας τιμωρήσει για το έγκλημα του Προμηθέα να μας εμπιστευτεί την τεχνολογία της φωτιάς που έφερε την Εποχή του Σιδήρου.
Όλες αυτές οι ιστορίες περιστρέφονται γύρω από μια στιγμή που συμβαίνει το φοβερό συμβάν: μια μηχανή, ή ένα δίκτυο μηχανών αποκτά συνείδηση! Αμέσως, το μηχανικό αυτό τέρας ρίχνει μια ματιά σε εμάς, τους δημιουργούς του, αποφασίζει ότι είμαστε «ακατάλληλοι», και προχωρά στην εξόντωση (Εξολοθρευτής) ή την υποδούλωσή μας (Matrix) – ή απλώς στην εδραίωση της δυστυχίας μας (Her).
Όμως, ενώ απολαμβάνουμε τέτοιες ιστορίες, αφηνόμαστε σε έναν παράλογο φόβο και αγνοούμε τον πραγματικό κίνδυνο. Μηχανές όπως η Alexa ή τα chatbots τεχνητής νοημοσύνης, όπως το ChatGPT, δεν είναι καν κοντά στο να αποκτήσουν συνείδηση. Μπορούν να προσποιούνται ότι έχουν συνείδηση, όμως δεν έχουν. Δεν έχει όμως καμία σημασία το γεγονός ότι είναι άβουλα εξαρτήματα ενός δικτύου επεξεργασίας δεδομένων που απλώς προσομοιώνει τη νοημοσύνη.
Ούτε ότι οι δημιουργοί τους μπορεί να είχαν ως κίνητρο απλά την περιέργεια και τον πλουτισμό, κι όχι κάποιο διαβολικό σχέδιο υποταγής της ανθρωπότητας. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι ασκούν αφάνταστη εξουσία σε ό,τι κάνουμε – για λογαριασμό μιας ολιγομελούς νέας άρχουσας τάξης – τους ιδιοκτήτες του νεφοκεφάλαιου.
Ζούμε, με άλλα λόγια, μια εκδοχή της ιστορίας του Φράνκενσταιν χωρίς καν την στιγμή που το κτήνος αποκτά συνείδηση. Αν και το νεφοκεφάλαιο, η Alexa ή το ChaptGPT, παραμένουν «ασυνείδητα», πρόκειται για εφευρέσεις που απέκτησαν τεράστια εξουσία πάνω μας εκ μέρους των ιδιοκτητών τους – οι οποίοι, σημειωτέον, είναι ένα μικρό υποσύνολο της καπιταλιστικής κοινωνικής τάξης, οι κεφαλαιοκράτρες που ελέγχουν μεγάλες ποσότητες νεφοκεφάλαιου.
Θα πουν κάποιοι (σωστά): Μα, αυτό δεν είναι καινούργιο. Από τη βιομηχανική επανάσταση μέχρι σήμερα, έχουμε προικίσει τις μηχανές με «μια δική τους ζωή». Από τις ατμομηχανές μέχρι τις μηχανές αναζήτησης, τα ένδοξα τεχνουργήματά μας μάς κάνουν να αισθανόμαστε, σύμφωνα με τα λόγια του Μαρξ, σαν «τον μάγο που δεν είναι πλέον σε θέση να ελέγξει τις δυνάμεις του κάτω κόσμου τις οποίες έχει καλέσει με τα ξόρκια του». Ορθά. Μόνο που το νεφοκεφάλαιο είναι ποιοτικά διαφορετικό, όσον αφορά την εκμεταλλευτική ισχύ που χαρίζει στον ιδιοκτήτη του, από την ατμομηχανή μέχρι και τα σημερινά βιομηχανικά ρομπότ.
Στα θεμέλια του επιχειρήματός μου– της απάντησής μου, δηλαδή, στο ερώτημα του πατέρα μου –βρίσκεται μια ειρωνεία: Αυτό που, τελικά, σκότωσε τον καπιταλισμό είναι το ίδιο το κεφάλαιο! Όχι το κεφάλαιο όπως το γνωρίζαμε από την αυγή της βιομηχανικής εποχής, αλλά μια νέα μορφή κεφαλαίου, μια μετάλλαξή του που εμφανίστηκε τις τελευταίες δύο δεκαετίες, πολύ πιο ισχυρή από τον προκάτοχό της που, σαν ένας ιός με υπερβάλλοντα ζήλο, σκότωσε τον ξενιστή του.
Αυτή η μετάλλαξη – το νεφοκεφάλαιο – έχει γκρεμίσει τους δύο πυλώνες του καπιταλισμού: τις αγορές και τα κέρδη.Φυσικά, αυτά τα δύο παραμένουν πανταχού παρόντα –άλλωστε ήταν πανταχού παρόντα και στη φεουδαρχία. Απλά, εκδιώχθηκαν από το επίκεντρο του οικονομικού και κοινωνικού μας συστήματος, έχουν εκτοπιστεί στο περιθώριο, έχουν αντικατασταθεί:
Οι αγορές – το μέσο του καπιταλισμού που εκθείαζε ο Χάγιεκ ως αναντικατάστατο, έχουν αντικατασταθεί από ψηφιακές πλατφόρμες συναλλαγών που μοιάζουν με αγορές, αλλά δεν είναι έτσι καθώς λειτουργούν ως ψηφιακά φέουδα.
Το κέρδος – το καύσιμο, και συνάμα λιπαντικό, του καπιταλισμού, έχει αντικατασταθεί από τον φεουδαρχικό του προκάτοχο: την πρόσοδο που πρέπει να καταβάλλεται για την πρόσβαση σε αυτές τις πλατφόρμες και στο ψηφιακό νέφος γενικότερα: την νεφοπρόσοδο που χρεώνουν οι ιδιοκτήτες νεφοκεφάλαιου.
Ως αποτέλεσμα, η πραγματική εξουσία σήμερα δεν ανήκει στους ιδιοκτήτες του παραδοσιακού κεφαλαίου – μηχανήματα, κτίρια, σιδηροδρομικά και τηλεφωνικά δίκτυα, βιομηχανικά ρομπότ. Οι «κοινοί» καπιταλιστές παραμένουν αναντικατάστατα γρανάζια του νέου τεχνοφεουδαρχικού συστήματος καθώς συνεχίζουννα αποσπούν τις απαραίτητες για τους τεχνοφεουδάρχες υπεραξίες από τους εργαζόμενους, από τη μισθωτή εργασία. Όμως δεν κυριαρχούν, όπως κάποτε. Αντίθετα, έχουν μετατραπεί σε υποτελείς (vassals) των ιδιοκτητών του νεφοκεφάλαιου, της νέας τάξης των τεχνοφεουδαρχών. Όσο για εμάς τους υπόλοιπους, έχουμε μετατραπεί εκ νέουσε δουλοπάροικους, συμβάλλοντας στον πλούτο και την εξουσία της νέας άρχουσας τάξης με την απλήρωτη εργασία μας – πλέον της μισθωτής εργασίας που εκτελούμε, όταν μας δίνεται η ευκαιρία.
Σε αυτόν τον τεχνοφεουδαρχικό κόσμο, καταργείται πλήρως ακόμα κι η ιδέα του αυτόνομου ατόμου στην οποία θεμελιώνεται ο φιλελευθερισμός (παλαιός και νέος). Οι άνθρωποι είμαστε παγιδευμένοιστο δίκτυο νεφοκεφάλαιου που μας εκπαιδεύει να το εκπαιδεύουμε να μας ελέγχει. Παράλληλα, η σοσιαλδημοκρατία είναι αδιανόητη σε έναν κόσμο όπου οι προλετάριοι μετατρέπονται σε ρομπότ ενώ σχεδόν όλοι οι άλλοι εργάζονται δωρεάν ως δουλοπάροικοι του ψηφιακού νέφους, χωρίς καν να συνειδητοποιούν ότι η εργασία τους αναπληρώνει την κυρίαρχη μορφή κεφαλαίου – του νεφοκεφάλαιου.
Σημαίνει αυτό ότι δεν μπορούμε να ανακτήσουμε την αυτονομία μας, την ελευθερία μας; Φυσικά όχι. Όλα μπορούν να είναι αλλιώς! Αυτό που είναι δεδομένο, ωστόσο, είναι ότι, για τον ίδιο λόγο που δεν μπορούμε να αναστρέψουμε την εφεύρεση της τεχνητής νοημοσύνης ή να συντρίψουμε το νεφοκεφάλαιο σε μια νεο-λουδιστική έκρηξη οργής, δεν υπάρχει επιστροφή στον καπιταλισμό. Αυτό είναι το καλό νέο. Θα ακολουθήσει όμως κάτι καλύτερο; Από εμάς εξαρτάται. Πρώτο μας βήμα θα πρέπει βέβαια να είναι η συνειδητοποίηση του νέου εκμεταλλευτικού συστήματος, της τεχνοφεουδαρχίας, που εποικίζει τον νου μας πριν προχωρήσει στην συγκομιδή της μερίδας του λέοντος όλων των υπεραξιών που παράγουμε ως ανθρωπότητα.
Πράγματι, ενώ η ιδιωτικοποίηση των πάντων από φαντς και επιχειρήσεις μαμούθ απομυζούν όλο τον υλικό πλούτο γύρω μας, το νεφοκεφάλαιο προχωρά στην απομύζηση του νου μας. Αν αποφασίσουμε να ανακτήσουμε την ιδιοκτησία του νου μας, πρέπει να παλέψουμε για την κοινωνικοποίηση του νεφοκεφάλαιου, για την δήμευσή του.
Αν δεν το κάνουμε θα παραμείνουμε υποταγμένοι στην ολιγομελέστατη τάξη των τεχνοφεουδαρχών που κινούν τα νήματα κρατών και των υποτελών τους καπιταλιστών. Θα είναι πολύ δύσκολο. Αλλά είναι ο μόνος τρόπος να μετατρέψουμε τα βασισμένα στο ψηφιακό νέφος τεχνουργήματά μας από μέσο τροποποίησης της συμπεριφοράς μας σε μέσο χειραφέτησής μας.