Μεγαλύτερα εισοδήματα για 2025 φέρνει η αναθεώρηση της ανάπτυξης για το 2023 στο 2,3% από 2%, που αντιστοιχεί σε 5 δισ. ευρώ μεγαλύτερο ΑΕΠ για τον προηγούμενο χρόνο, που ανακοίνωσε χθες η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).
Ως γνωστόν, για το 2025, τόσο οι αυξήσεις στις συντάξεις όσο και η βάση για την περαιτέρω αύξηση του κατώτερου μισθού θα υπολογιστούν με βάση δύο νέους δείκτες. Σε ό,τι αφορά τις συντάξεις οι αυξήσεις για όσα άτομα δεν έχουν προσωπική διαφορά θα ορίζονται με βάση τον νέο δείκτη μεταβολής μισθών (και όχι τον πληθωρισμό), αν βέβαια οριστικοποιηθεί έγκαιρα και εφαρμοστεί από το 2025 και δεν πάρει αναβολή για το 2026.
Με την ίδια λογική και ο αλγόριθμος για τον καθορισμό του κατώτερου μισθού, ο οποίος θα συνυπολογίζει την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και θα λαμβάνει υπόψιν πληθωρισμό και παραγωγικότητα εργασίας. Η παραγωγικότητα εργασίας αντανακλά επίσης και την αύξηση του ΑΕΠ. Ένα υψηλότερο ΑΕΠ για το 2023 εξασφαλίζει μια υψηλότερη βάση με την οποία θα υπολογίζονται οι αυξήσεις για τις συντάξεις και τον κατώτερο μισθό και το 2025 αλλά και τα επόμενα χρόνια.
Σε απόλυτους αριθμούς το ΑΕΠ για τον προηγούμενο χρόνο αυξήθηκε κατά 5 δισ. ευρώ και διαμορφώθηκε στα 225 δισ. ευρώ έναντι 220 δισ. ευρώ που ήταν η αρχική εκτίμηση τον Μάρτιο του 2024. Το γεγονός αυτό θα έχει θετική επίδραση στην πορεία του δημοσίου χρέους, το οποίο θα προκύψει ελαφρά χαμηλότερο από το 163,7% που είχε καταγράψει η στατιστική υπηρεσία τον Μάρτιο.
Η πιο σημαντική θετική επίδραση για το χρέος είναι ότι η υψηλότερη ανάπτυξη απαλείφει την αρνητική επίδραση που θα έχει για το ύψους του χρέους η εγγραφή από την Eurostat αναβαλλόμενων τόκων 12,5 δισ. ευρώ από το δάνειο των 90 δισ. του EFSF το οποίο πήρε η Ελλάδα μπαίνοντας στο δεύτερο μνημόνιο. Ειδικότερα, η πλήρης απαλοιφή της αύξησης του χρέους θα προκύψει από το χαμηλότερο χρέος, σε συνδυασμό και με την πρόωρη εξόφληση των τριών ακόμη δόσεων ύψους 7,9 δισ. ευρώ από το δάνειο με τις χώρες της Ευρωζώνης (GLF). Παράλληλα βέβαια θα έχουμε μια οριακή μείωση και του δημοσιονομικού ελλείμματος από το 1,6% του ΑΕΠ στο 1,5% του ΑΕΠ.
Εκτός από το 2023, η ΕΛΣΤΑΤ αναθεώρησε τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας από το 2019, προμηνύοντας αναθεωρήσεις για το χρέος και κατά τα προηγούμενα χρόνια. Συγκεκριμένα, ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας για το 2019 αναθεωρήθηκε στο 2,3% από 1,9% που είχε εκτιμηθεί αρχικά. Αντίθετα, η ύφεση για το έτος της πανδημίας, το 2020, αναθεωρήθηκε στο 9,2% από 9,3% που είχε εκτιμηθεί αρχικά. Η ανάκαμψη το 2021 έφτασε το 9,7% έναντι 9,2% της προηγούμενης πρόβλεψης. Το 2022 η ανάπτυξη αναθεωρήθηκε οριακά προς τα πάνω φτάνοντας στο 5,7% με βάση τη νέα εκτίμηση έναντι 5,6% που είχε ανακοινωθεί με βάση τις αρχικές εκτιμήσεις.
Πηγή: capital.gr