Σε ηλικία 88 ετών πέθανε ένας Αυστραλός που πιστώνεται ότι έσωσε περισσότερα από 2 εκατομμύρια μωρά μέσω δεκαετιών τακτικών δωρεών αίματος και πλάσματος.
Ο Τζέιμς Χάρισον, το αίμα του οποίου περιείχε ένα σπάνιο αντίσωμα, πέθανε στον ύπνο του στις 17 Φεβρουαρίου σε οίκο ευγηρίας στην αυστραλιανή πολιτεία της Νέας Νότιας Ουαλίας, σύμφωνα με την Υπηρεσία Αίματος του Αυστραλιανού Ερυθρού Σταυρού, γνωστή και ως Lifeblood.
Το αντίσωμα στο αίμα του Χάρισον χρησιμοποιήθηκε για την παρασκευή του φαρμάκου anti-D, το οποίο χορηγείται σε έγκυες γυναίκες των οποίων το αίμα μπορεί να «επιτεθεί» στα αγέννητα μωρά τους. Χωρίς αυτό, τα μωρά μπορεί να αναπτύξουν αιμολυτική νόσο του εμβρύου και του νεογέννητου (HDFN), μια διαταραχή του αίματος που μπορεί να αποβεί μοιραία.
Παρά την αποστροφή του προς τις βελόνες, ο Χάρισον άρχισε να δίνει αίμα το 1954 σε ηλικία 18 ετών, τηρώντας μια υπόσχεση που είχε δώσει στα 14 του χρόνια, όταν έλαβε σωτήριες μεταγγίσεις αίματος στο πλαίσιο μιας μεγάλης χειρουργικής επέμβασης.
Μια δεκαετία αργότερα, διαπιστώθηκε ότι το αίμα του περιείχε ένα αντίσωμα απαραίτητο για την παραγωγή ενέσεων αντι-D.
Γνωστός λοιπόν και ως ο «άνθρωπος με το χρυσό χέρι», ο Χάρισον έδωσε το αίμα και το πλάσμα του 1.173 φορές, χωρίς να χάσει ούτε ένα ραντεβού για περισσότερα από 60 χρόνια, μέχρι που συνταξιοδοτήθηκε το 2018 σε ηλικία 81 ετών.
«Ελπίζω να είναι ένα ρεκόρ που κάποιος θα σπάσει, γιατί αυτό θα σημαίνει ότι είναι αφοσιωμένος στον σκοπό», είχε δηλώσει τότε.
Συνολικά, πάνω από 3 εκατομμύρια δόσεις αντι-D με το αίμα του Χάρισον έχουν χορηγηθεί σε 2 εκατομμύρια μητέρες στην Αυστραλία από το 1967. Το 1999, έλαβε το μετάλλιο του Τάγματος της Αυστραλίας σε αναγνώριση της υποστήριξής του για το Lifeblood και το πρόγραμμα αντι-D.
Η κόρη του, Tracey Mellowship, η οποία επίσης έλαβε αντι-D, δήλωσε ότι ο Χάρισον ήταν «ανθρωπιστής στην καρδιά», προσθέτοντας ότι η οικογένειά της «ίσως να μην υπήρχε χωρίς τις πολύτιμες δωρεές του».
Με πληροφορίες από NBCNEWS