Ο λαϊκισμός στηρίζεται στα μεγάλα λόγια, στις υποσχέσεις και σε ένα οικονομικό πλάνο που δήθεν θα υπηρετήσει τους πολλούς έναντι της ελίτ, αλλά, όταν έρχονται στην εξουσία, τι πραγματικά μπορούν να προσφέρουν οι λαϊκιστές;
Ο λαϊκισμός διευρύνει συνεχώς τη σφαίρα επιρροής του. Δεν είναι μόνο ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν που διαιωνίζουν την εξουσία τους, δεν είναι μόνο ο Χαβιέ Μιλέι που ανέλαβε πρόσφατα τα ηνία στην Αργεντινή, δεν είναι μόνο ο Ντόναλντ Τραμπ που διεκδικεί μια νέα θητεία στον Λευκό Οίκο. Όπως εκτιμά ο Κρίστοφ Τρέμπες, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Κιέλου και ερευνητής στο Ινστιτούτο Παγκόσμιας Οικονομίας (IfW), μία στις τέσσερις χώρες παγκοσμίως, κυβερνάται σήμερα από λαϊκιστές. Ακόμη και στη Γερμανία η AfD αυξάνει τα ποσοστά της, αναφέρει το δημοσίευμα της ελληνικής έκδοσης της Deutsche Welle.
Σύμφωνα με τη γερμανική εφημερίδα, το μυστικό της επιτυχίας τους είναι ότι οι λαϊκιστές αυτοπροβάλλονται ως γνήσιοι υπερασπιστές «του λαού» στον αγώνα εναντίον «των ελίτ» ή των πλουσίων. Υπόσχονται πως οι ελίτ θα αποδυναμωθούν και ο λαός θα ευημερήσει. Τι γίνεται όμως όταν πράγματι ανέρχονται στην εξουσία; Μπορούν να εκπληρώσουν τις υποσχέσεις τους; Και πόσο τα οικονομικά μεγέθη επηρεάζουν τις πιθανότητες των λαϊκιστών να αναλάβουν κυβερνητικές ευθύνες;
Οι λαϊκιστές ευδοκιμούν σε περιόδους κρίσης
Η οικονομική ευμάρεια δυσχεραίνει το έργο των λαϊκιστών. Αυτό είναι το συμπέρασμα πρόσφατης μελέτης για την περίοδο 1990-2020, που συνυπογράφουν οι Γερμανοί οικονομολόγοι Κρίστοφ Τρέμπες, Μόριτς Σκουλάρικ και Μάνουελ Φούνκε. Όπως επισημαίνει ο καθηγητής Τρέμπες, μια οικονομική κρίση γίνεται πολλές φορές θρυαλλίδα που πυροδοτεί εκλογικές επιτυχίες των λαϊκιστών. Υπό αυτές τις συνθήκες, φαίνεται πιο αξιόπιστο το αφήγημά τους για την «αποτυχία των ελίτ», αλλά και για «αντιπαράθεση ανάμεσα στον λαό και στις ελίτ».
Με την ίδια λογική, τα σκάνδαλα διαφθοράς επίσης προλειαίνουν το έδαφος για την άνθηση του λαϊκισμού, τονίζει ο Κρίστοφ Τρέμπες, αναφέροντας το παράδειγμα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι στην Ιταλία. Αλλά και η προέλαση της παγκοσμιοποίησης μπορεί να υποβοηθήσει τους λαϊκιστές. Η έρευνα των Τρέμπες, Σκουλάρικ και Φούνκε υποδεικνύει ότι σε χώρες που έχουν πληγεί πιο έντονα από τον οικονομικό ανταγωνισμό της Κίνας, με αποτέλεσμα να χάνονται θέσεις εργασίας και να συρρικνώνονται ολόκληροι κλάδοι της οικονομίας, τα λαϊκιστικά κόμματα έχουν περισσότερες πιθανότητες να αυξήσουν την απήχησή τους στο εκλογικό σώμα.