Από ιστορικό υψηλό σε ιστορικό υψηλό «πετούν» τα διεθνή χρηματιστήρια, με τις μετοχές να προσφέρουν μεγάλες αποδόσεις και το 2024, έχοντας ως βασικό σύμμαχο αφενός την πρόθεση των κεντρικών τραπεζών να μειώσουν τα επιτόκια, αφετέρου τη σταθερή άρνηση των επενδυτών να προεξοφλήσουν οποιοδήποτε ρίσκο.
Το αποτέλεσμα είναι ο S&P 500 στις ΗΠΑ να μετρά κέρδη άνω του 10% μέσα στο τρέχον έτος, σκαρφαλώνοντας στις 5.200 μονάδες. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση του Dow Jones, ο οποίος αναρριχάται στις 40.000 μονάδες, με συνολική άνοδο 5,5%. Την ίδια ώρα, ο Nikkei στην Ιαπωνία «φιγουράρει» στα ιστορικά υψηλά των 40.888 μονάδων με ράλι 23% από τις αρχές του 2024, ενώ ο Stoxx 600 στην Ευρώπη βρίσκεται σταθερά άνω των 500 μονάδων, έχοντας μεταβολή +6,5% μέσα στο τρέχον έτος.
Μοναδικός εχθρός των μετοχών είναι πλέον η κόπωση των αγοραστών και η αφομοίωση των κεκτημένων. Άλλωστε, οι επενδυτές δεν δείχνουν ιδιαίτερο ζήλο να δουν και να αποτιμήσουν τους όποιους πιθανούς κινδύνους. Παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός στις δύο όχθες του Ατλαντικού παραμένει σε μη επιτρεπτά επίπεδα, παρά το γεγονός ότι η Ευρωζώνη φλερτάρει διαρκώς με την ύφεση, παρά το γεγονός ότι ο μισός πληθωρισμός της Γης προσέρχεται φέτος στις κάλπες και παρά το γεγονός ότι οι γεωπολιτικές εντάσεις σε Ανατολική Ευρώπη και Μέση Ανατολή δεν λένε να κοπάσουν -το αντίθετο, μάλιστα.
Με «αέρα» από τη Fed
Έτσι, οι traders επιλέγουν να εστιάσουν αποκλειστικά στα θετικά, όπως για παράδειγμα στην επιβεβαίωση της εκτίμησης της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, δηλαδή της Federal Reserve, για τρεις μειώσεις επιτοκίων εντός του 2024. Αυτή η πρόβλεψη έχει δώσει νέο… αέρα στις μετοχές, οι οποίες βλέπουν τις νομισματικές αρχές να κρατούν στο τραπέζι το σενάριο της χαλάρωσης, κόντρα στην ανθεκτικότητα των τιμών λιανικής και χονδρικής. Παράλληλα, η απόφαση – έκπληξη της κεντρικής τράπεζας της Ελβετίας να προχωρήσει σε άμεση περικοπή των επιτοκίων, αλλά και η λιγότερο «σφιχτή» ρητορική της κεντρικής τράπεζας της Αγγλίας έρχονται να επιτείνουν το κλίμα αισιοδοξίας.
Η Citigroup, ενδεικτικά, σπεύδει να αυξήσει κατά 6% την τιμή – στόχο για τον Stoxx 600, θέτοντας τον πήχη στις 540 μονάδες έναντι 510 μονάδων προηγουμένως και «βλέποντας» νέα ιστορικά υψηλά για τις ευρωπαϊκές μετοχές έως τα τέλη του 2024. «Ακόμα και μετά το πρόσφατο ράλι, το ισοζύγιο κινδύνων εξακολουθεί να στηρίζει το σενάριο για περαιτέρω άνοδο των μετοχών» σχολιάζει η επενδυτική τράπεζα, σε νέο report, το οποίο υπογράφεται από την αναλύτρια Beata Manthey.
Το έλλειμμα «δημοκρατίας»
Ωστόσο, αυτή η μόνιμη… ανηφόρα των διεθνών μετοχών, τόσο στην περίπτωση των ΗΠΑ όσο και στην περίπτωση της Ευρώπης, δεν φαίνεται ότι αφορά το σύνολο της αγοράς, παρά μόνο τους μεγάλους «παίχτες» των χρηματιστηρίων. Προκύπτει, επομένως, ένα ζήτημα… δημοκρατίας, το οποίο αν μη τι άλλο χρήζει ανάλυσης και προκαλεί ανησυχία.
Είναι ενδεικτικό ότι, σύμφωνα με έκθεση της AXA Investment Managers, περίπου το 40% έως 50% των κερδών στις ευρωπαϊκές μετοχές είναι συγκεντρωμένο στα χέρια των μεγαλύτερων εταιρειών, όπως των ASML, SAP, LVMH και Novo Nordisk. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπου το ράλι στη Wall Street αφορά κυρίως τις Magnificent-7 (Apple, Microsoft, Alphabet, Amazon, Nvidia, Meta και Tesla), των οποίων η βαρύτητα αγγίζει το 50%.
Το πόσο υγιής και βιώσιμη είναι αυτή η νέα πραγματικότητα μένει να αποδειχθεί στο μέλλον. Ωστόσο, αρκετοί αναλυτές έχουν ήδη σπεύσει να κρούσουν τον κώδωνα του κινδύνου για την υπερβολική εξάρτηση των ημερήσιων διακυμάνσεων από μια «χούφτα» εισηγμένων εταιρειών -ακόμα και σε χρηματιστηριακές αγορές, οι οποίες παραδοσιακά χαρακτηρίζονται από μεγάλο βάθος.