Ο βασικός χρόνος παραγραφής των φορολογικών υποθέσεων είναι η πενταετία, αλλά υπάρχουν εξαιρέσεις οι οποίες επεκτείνουν το χρόνο παραγραφής κατά ένα ακόμη έτος. Αυτό γίνεται εάν εντός του πέμπτου έτους της προθεσμίας παραγραφής, υποβάλλεται αρχική ή τροποποιητική δήλωση ή περιέρχονται σε γνώση της Φορολογικής Διοίκησης νέα στοιχεία σε υπόθεση που έχει διενεργηθεί πλήρης έλεγχος ή σε κάθε άλλη περίπτωση περιέρχονται σε γνώση της Φορολογικής Διοίκησης πληροφορίες από οποιαδήποτε πηγή εκτός Φορολογικής Διοίκησης, από τις οποίες προκύπτει φορολογική οφειλή. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται για φορολογικά έτη, περιόδους, υποθέσεις από την 1.1.2019 και μετά.
– Σε περίπτωση που δεν έχει υποβληθεί δήλωση στη φορολογία εισοδήματος ισχύει 15ετής παραγραφή. Αυτό σημαίνει ότι η εφορία μπορεί να ελέγξει τις χρήσεις από το 2008 και εφεξής.
– Εφόσον από συμπληρωματικά στοιχεία που περιήλθαν σε γνώση των φορολογικών αρχών εξακριβώνεται ότι το εισόδημα του φορολογουμένου υπερβαίνει αυτό που είχε δηλωθεί, ισχύει 10ετής παραγραφή. Τα συμπληρωματικά στοιχεία μπορούν να προέρχονται, για παράδειγμα, από τράπεζες του εξωτερικού, στις οποίες η φορολογική διοίκηση δεν θα μπορούσε να έχει πρόσβαση.
– Εφόσον η δήλωση φορολογίας εισοδήματος ή τα έντυπα και οι καταστάσεις που τη συνοδεύουν αποδεικνύονται ανακριβή, ισχύει 10ετής παραγραφή.