Πιο δύσκολες και με μικρότερα περιθώρια θα είναι οι ελαφρύνσεις που σχεδιάζει η κυβέρνηση και ειδικότερα το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, στο πλαίσιο της εφαρμογής των προεκλογικών της εξαγγελιών τα επόμενα τρία χρόνια.
Η εφαρμογή των νέων δημοσιονομικών κανόνων της Ε.Ε. από το 2025 θα θέσει ως βασικό κριτήριο αξιολόγησης της δημοσιονομικής πορείας των κρατών – μελών ένα συγκεκριμένο όριο αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών.
Οι χώρες θα κρίνονται πλέον με βάση το αν έχουν επιτύχει ή έχουν ξεπεράσει αυτό το όριο σε μεσοπρόθεσμη βάση. Αν και το όριο αυτό θα ανακοινωθεί μέχρι και τις 21 του μήνα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για όλα τα κράτη – μέλη, εκτιμάται ότι για την Ελλάδα θα είναι κοντά στα 3%. Τούτο, με στόχο να επιτυγχάνεται σταθερή μείωση του χρέους, ειδικά για τις υπερχρεωμένες χώρες. Η συνθήκη αυτή μετριάζει εκ των πραγμάτων τα περιθώρια μεγάλης αύξησης των δαπανών που υπήρχαν τα προηγούμενα χρόνια, λόγω της ισχύος της ρήτρας συνολικής διαφυγής που επέβαλε η πανδημία του κορονοϊού και στη συνέχεια η ενεργειακή κρίση.
Με τους νέους κανόνες, το ενδεχόμενο άμεσων εισοδηματικών ενισχύσεων όπως αυτά που υλοποιήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια είναι πλέον μηδενικό, γιατί η υπέρβαση του ορίου δαπανών για ένα χρόνο θα πρέπει να ισοσκελίζεται από ισόποσες μειώσεις τα επόμενα χρόνια.
Το βάρος των ελαφρύνσεων στα έσοδα
Μοναδική διέξοδος για την ενίσχυση των εισοδημάτων θα είναι η υπεραπόδοση των εσόδων η οποία καταγράφεται την 3ετία 2021 – 2023. Μέσω του πλεονάσματος των εσόδων, θα υπάρχουν περιθώρια για να συνεχίσει να ασκείται η κεντρική πολιτική της αύξησης των εισοδημάτων.
Τόσο ο ίδιος ο Πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, όσο και αρμόδιος υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ. Κωστής Χατζηδάκης αποκλείουν σε κάθε ευκαιρία το ενδεχόμενο μείωσης του ΦΠΑ. Τούτο διότι η απώλεια φορολογικών εσόδων ύψους 1,8 – 2 δισ. ευρώ που θα συνεπάγονταν για παράδειγμα η μείωση ή ο μηδενισμός του ΦΠΑ σε βασικά τρόφιμα, είναι μια απώλεια που δεν μπορεί να αναπληρωθεί μέσα σε ένα χρόνο.
Ο πρωθυπουργός απέκλεισε επίσης και τις ριζικές αλλαγές στον τεκμαρτό τρόπο φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών και των αυτοπασχολούμενων που επιβλήθηκε για πρώτη φορά φέτος με αντιπαροχή τη μείωση κατά 50% του τέλους επιτηδεύματος. Στο πακέτο της αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής τρέχει και ένα πλέγμα άλλων 11 μέτρων με κεντρική ιδέα την αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, οι οποίες αναμένεται να έχουν αποτέλεσμα και στα κρατικά ταμεία από 300 έως και 800 εκατ. ευρώ, τα οποία όμως θα αποτιμηθούν εκ των υστέρων.
Μειώσεις ασφαλιστικών εισφορών
Ωστόσο, αρμόδια στελέχη του οικονομικού επιτελείου επαναλαμβάνουν ότι υπάρχουν φόροι για τους οποίους υπάρχει η δυνατότητα και η πρόθεση να μειωθούν. Άλλωστε είναι εκφρασμένη η βούληση της κυβέρνησης να μειώσει περαιτέρω τις ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες είναι από τις υψηλότερες ανάμεσα στα κράτη μέλη του ΟΟΣΑ, με την επιβάρυνση στα εισοδήματα να φτάνει ακόμη το 44%. Προς το παρόν έχει προαναγγελθεί μια περαιτέρω μείωση της τάξης του 0,5% για το 2025 και άλλο 0,5% για το 2027. Αν το 2024 εξελιχθεί όπως αναμένεται, μπορεί τελικά η μείωση να διπλασιαστεί και στις δύο επιμέρους δόσεις φτάνοντας συνολικά το 2%.
Τον επόμενο χρόνο θα έχουμε την πλήρη κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος μετά από 12 χρόνια ισχύος για τους μη μισθωτούς, ενός από τους τελευταίους “μνημονιακούς” φόρους οι οποίοι ήρθαν ως έκτακτοι και εφαρμόζονται εδώ και 13 χρόνια. Η κατάργηση του είναι επίσης συνδεδεμένη με την πορεία των δημοσίων εσόδων.
Επίσης, στα σχέδια του οικονομικού επιτελείου από τον επόμενο χρόνο είναι να ξεκινήσει σταδιακά η μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης συνολικά κατά 30%, που είναι και η σχετική προεκλογική εξαγγελία, με ρυθμό που θα εξαρτηθεί από την πορεία καταπολέμησης της φοροδιαφυγής.
Η δυσκολία άσκησης πολιτικής μέσα από το πλεόνασμα των εσόδων είναι ότι θα πρέπει εφεξής να γίνονται ακριβέστερες εκτιμήσεις. Αν αυτές υλοποιηθούν και πιστοποιηθεί ότι τα επιπλέον έσοδα είναι μόνιμα, τότε η κυβέρνηση θα μπορεί να προχωρά σε ελαφρύνσεις.
Πηγή: capital.gr