Χωρίς ισχυρές διαφωνίες μεταξύ των μελών του αναμένεται να λάβει το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τη νέα του απόφαση για τα επιτόκια, μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασής του σήμερα στην Αθήνα.
Οι ισχυρές ενδείξεις για υποχώρηση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, σε συνδυασμό με τους δείκτες που υποδηλώνουν ύφεση στην περιοχή, αναμένεται να πείσουν τους κεντρικούς τραπεζίτες να πατήσουν “φρένο” στην άνοδο των επιτοκίων για πρώτη φορά μετά από 15 μήνες που ξεκίνησε το ράλι της νομισματικής σύσφιξης.
Σημειώνεται ότι τον Σεπτέμβριο η ΕΚΤ προχώρησε στη δέκατη συνεχή αύξηση των επιτοκίων στο 4% εκτιμώντας ότι οι πληθωριστικές πιέσεις δεν έχουν αποκλιμακωθεί στον επιθυμητό βαθμό. Άφησε, ωστόσο, ανοιχτό το ενδεχόμενο για σταθεροποίηση των επιτοκίων στην επόμενη συνεδρίαση υπό την προϋπόθεση ότι θα διαπιστωθεί πως η νομισματική σύσφιξη έχει αποδώσει καρπούς.
Αυτός είναι ο λόγος που στην συντριπτική του πλειονότητα αναλυτές και οικονομολόγοι θεωρούν δεδομένη την παύση στις αυξήσεις των επιτοκίων σήμερα, με το ενδιαφέρον να στρέφεται στις ενδείξεις που θα δώσει η ΕΚΤ αναφορικά με τις επόμενες νομισματικές της αποφάσεις.
Τα “γεράκια” του ΔΣ επιθυμούν διατήρηση των επιτοκίων σε ισχυρά επίπεδα τουλάχιστον έως το 2025 -ιδίως μετά την πρόσφατη ένταξη στη Μέση Ανατολή που αναμένεται να προκαλέσει ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις εξαιτίας των ανατιμήσεων στην ενέργεια.
Οι πιο συγκαταβατικοί της ΕΚΤ αναμένουν αποκλιμάκωση των επιτοκίων εντός του 2024 εξαιτίας της ταχείας επιδείνωσης των οικονομικών μεγεθών στην Ευρωζώνη και του ενδεχομένου να καταγραφεί μεγαλύτερη ύφεση από την αναμενόμενη. Εφόσον επικρατήσει αυτή η αντίληψη στη σημερινή συνεδρίαση του ΔΣ, οι ενδείξεις (guidance) που θα πλαισιώσουν τη σημερινή ανακοίνωση για τα επιτόκια θα είναι πιο μετριοπαθείς έως ουδέτερες.
Μια άλλη σημαντική παράμετρος της νομισματικής πολιτικής που αναμένεται να αποσαφηνιστεί σήμερα είναι το πρόγραμμα μαζικής αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ (PEPP) το οποίο σταδιακά συρρικνώνεται στο πλαίσιο της νομισματικής σύσφιξης.
Παρά τις εξαγγελίες της ΕΚΤ ότι θα συνεχίσει την επανεπένδυση στους τίτλους που λήγουν έως το τέλος του 2024, αρκετοί αναλυτές εκτιμούν ότι η ένταξη της σύσφιξης είναι πιθανό να οδηγήσουν σε αλλαγή στάσης από τη ΕΚΤ ωστόσο διατυπώνουν ανησυχίες για τις πιο ευάλωτες οικονομίες όπως η ιταλική και η ελληνική -που εντάσσεται στο πρόγραμμα χάρη στο waiver- δεδομένου ότι το PEPP προσφέρει προστασία από τις έντονες μεταβολές στις χρηματαγορές.
Πειθαρχία και μεταρρυθμίσεις ζητά η Λαγκάρντ από την Αθήνα
Διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων υποδεικνύει η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ από τις δηλώσεις της σε ελληνικά τηλεοπτικά μέσα εχθές, Τετάρτη, δίνοντας πάντως εύσημα στη χώρα για τη θεαματική μεταστροφή της οικονομίας.
Σχολιάζοντας δύο σημαντικές πρόσφατες εξελίξεις, την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και την προσφορά της UniCredit για επένδυση στην Alpha Bank, η “ισχυρή κυρία” της Φρανκφούρτης δήλωσε ότι συνιστούν πραγματικά θετικά μηνύματα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία. Στο ερώτημα, πάντως, εάν έχει ολοκληρώσει η ελληνική οικονομία όλες τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της παραγωγικότητας, ώστε, να απελευθερωθεί η αναπτυξιακή της δυναμική, η ίδια απαντά “μάλλον όχι -υπάρχει ακόμη δουλειά να γίνει και πάντα υπάρχει δουλειά να γίνει”.
Όσον αφορά για τις πληθωριστικές πιέσεις που οφείλονται στη “χαλαρή” δημοσιονομική πολιτική των κυβερνήσεων, η κ. Λαγκάρντ δήλωσε ότι χρειάζεται να προχωρήσουν σε απόσυρση των μέτρων στήριξης που δημιουργούν πληθωριστικές τάσεις. “Για τις κυβερνήσεις, το να κάνουν περισσότερα, πιθανώς σημαίνει να κάνουν λιγότερα. Και αυτό είναι που εμείς οι κεντρικοί τραπεζίτες υποστηρίξαμε πρόσφατα, ότι τα δημοσιονομικά κίνητρα και οι δημοσιονομικές ενισχύσεις που δόθηκαν στους πολίτες, στις μικρές και στις μεγάλες επιχειρήσεις κατά την κορύφωση της κρίσης”, ανέφερε.
Αποκαρδιωτικό είναι, τέλος, το μήνυμα που στέλνει η Λαγκάρντ για τα επίπεδα τιμών τα οποία έχουν αυξηθεί δραματικά τους τελευταίους μήνες. “Τα επίπεδα των τιμών έχουν ανέβει και μάλλον θα παραμείνουν υψηλά. Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να μειώσουμε τον πληθωρισμό στο 2%, πράγμα που σημαίνει ότι οι αυξήσεις στις τιμές θα περιοριστούν και θα σταθεροποιηθούν. Αυτή είναι η αποστολή της ΕΚΤ. Σταθερότητα τιμών. Αλλά ξέρετε ότι τα επίπεδα των τιμών έχουν αυξηθεί και δεν θα επιστρέψουν στα προ κορωνοϊού επίπεδα, ούτε όμως οι μισθοί θα επιστρέψουν σε αυτή την εποχή. Συνεπώς, περνάμε σε μια διαφορετική περίοδο”, δήλωσε χαρακτηριστικά.
Πηγή: capital.gr