Περιορισμένη θα είναι η επίπτωση στο κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου από την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα, εκτιμά η Τράπεζα της Ελλάδας.
«Το άμεσο όφελος από μία αναβάθμιση του Ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική κατηγορία θα είναι σημαντικό όσον αφορά τη μείωση της μεταβλητότητας των αποδόσεων, αλλά μάλλον θα είναι περιορισμένο όσον αφορά το επίπεδο του κόστους δανεισμού, καθώς η βελτίωση του κόστους δανεισμού φαίνεται να έχει ήδη προεξοφληθεί σε μεγάλο βαθμό από την αγορά» αναφέρεται στην Έκθεση Νομισματική Πολιτικής.
Παρ’ όλα αυτά, καθώς η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να οδηγήσει στη βελτίωση της ρευστότητας για τα ελληνικά ομόλογα, λόγω της διεύρυνσης της δεξαμενής των επενδυτών, ενδέχεται να σημειωθεί περαιτέρω μείωση των αποδόσεων μετά την επίτευξη της αναβάθμισης.
Επίσης, δεδομένου ότι η συνιστώσα του πιστωτικού κινδύνου στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων παραμένει αρκετά μεγάλη, ενδεχόμενες περαιτέρω βελτιώσεις των πιστοληπτικών αξιολογήσεων του Ελληνικού Δημοσίου αναμένεται να περιορίσουν μόνιμα το κόστος δανεισμού του, με σημαντικά οφέλη για την ελληνική οικονομία.
Συγκεκριμένα, υπολογίζεται ότι επί του παρόντος ο πιστωτικός κίνδυνος που σχετίζεται με τη χαμηλή πιστοληπτική αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου προσθέτει στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων περίπου 100 μ.β., (1%) ενώ κατά τη διάρκεια του 2019, κατά μέσο όρο, εκτιμάται ότι ο πιστωτικός κίνδυνος προσέθετε επιπλέον 270 μ.β. (2,7%) στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων. Ενδιάμεσα, το Ελληνικό Δημόσιο έχει αναβαθμιστεί αρκετές φορές από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης που είναι αποδεκτοί από το Ευρωσύστημα, με αποτέλεσμα η καλύτερη αποδιδόμενη διαβάθμιση να είναι σήμερα ΒΒ+, δηλαδή μόλις μία βαθμίδα χαμηλότερα από την επενδυτική κατηγορία. Έτσι, παρά τη σημαντική αύξηση των αναμενόμενων επιτοκίων σε ορίζοντα δεκαετίας κατά 200 μ.β. (2%) οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών κρατικών ομολόγων βρίσκονται σήμερα σε επίπεδα 170 μ.β (1,7%). χαμηλότερα από εκείνα στα οποία (υποθετικά) θα ήταν αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί οι αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης του Ελληνικού Δημοσίου.
Σημειώνεται ότι στη δευτερογενή αγορά η απόδοση του 10ετούς ομολόγου κυμαίνεται στο 3,77% (μόλις 1,3% υψηλότερα από αυτή του αντίστοιχου Γερμανικού ομολόγου), ενώ το η απόδοση του 10ετούς Ιταλικού, παρόλο που η χώρα διαθέτει την επενδυτική βαθμίδα, βρίσκεται στο 4,2%,, ενώ το Πορτογαλικό διαπραγματεύεται με απόδοση 3,2%
Τέλος, πολύ σημαντικές θεωρούνται οι ευρύτερες επιδράσεις στην ελληνική οικονομία, καθώς η αναβάθμιση θα σηματοδοτήσει τη μείωση του κινδύνου χώρας (country risk), με αποτέλεσμα τη μείωση της αντίστοιχης παραμέτρου κινδύνων (country risk premium) στις ομολογιακές αποδόσεις και το κόστος δανεισμού των τραπεζών και επιχειρήσεων.