Μελέτη του London School of Economics αποτυπώνει τόσο την αύξηση των θανάτων από διαβήτη στη χώρα μας, όσο και τα εμπόδια που έχουν οι ασθενείς στη διαχείριση της νόσου και τις σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις στο σύστημα περίθαλψης.
Η μελέτη “Το Βάρος του Διαβήτη και οι Προοπτικές Μεταρρύθμισης: Συμπεράσματα για το Εθνικό Σύστημα Υγείας” που έγινε για τον Σύνδεσμο Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος παρουσιάστηκε από τον Καθηγητή του LSE Πάνο Καναβό σε συζήτηση χθες στην Αθηναϊκή Λέσχη, παρουσία του υπουργού Υγείας Άδωνι Γεωργιάδη, εκπρόσωπων των φαρμακευτικών επιχειρήσεων, επιστημονικών εταιρειών και συλλόγων ασθενών. Για πρώτη φορά εδώ και αρκετά χρόνια παρουσιάζονται τα πιο επικαιροποιημένα δεδομένα για τον διαβήτη σε ενοποιημένη μορφή.
Είναι χαρακτηριστικό πως ο επιπολασμός του διαβήτη αυξάνεται: από 7% το 2011 σε 9,6% το 2021. Παράλληλα αυξάνονται και οι θάνατοι που σχετίζονται με το διαβήτη: από 1.667 θανάτους το 2014 σε 2.580 το 2021. Ο διαβήτης περιλαμβάνεται στις δέκα βασικότερες αιτίες θανάτου.
Η μελέτη αναδεικνύει τόσο τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς και το σύστημα υγείας, όσο και τις τεκμηριωμένες προτάσεις πολιτικής μεταρρύθμισης, εμπνευσμένες από διεθνείς βέλτιστες πρακτικές. Στόχος της συνάντησης ήταν η ενίσχυση του διαλόγου και η εφαρμογή προτάσεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στη βελτίωση της φροντίδας του διαβήτη στην Ελλάδα. Παρουσιάζοντας τη μελέτη ο Καθηγητής LSE Πάνος Καναβός είπε πως υπάρχουν κενά στα συστήματα καταγραφής και προβλήματα στην πρόσβαση των ασθενών στην ιατροφαρμακετική περίθαλψη και στη διαχείριση της νόσου.
Η ετήσια συνολική δαπάνη για το διαβήτη, από 3,8 δισ. ευρώ το 2014 έφτασε σε 7,1 δισ. ευρώ το 2023. Καταγράφεται αυξημένη χρήση νεότερων, ακριβότερων φαρμάκων, όπως είναι οι αγωνιστές GLP-1. Εκτός από το άμεσο κόστος, το έμμεσο είναι σημαντικό αλλά αδύνατο να εκτιμηθεί με ακρίβεια λόγω έλλειψης στοιχείων.
Όπως σημειώνεται στη μελέτη, η αυξανόμενη επικράτηση του διαβήτη, σε συνδυασμό με το αυξανόμενο κόστος διαχείρισης και τον καταστροφικό αντίκτυπο των επιπλοκών, απαιτεί άμεση προσοχή. Η καθυστέρηση δράσης θα επιδεινώσει το πρόβλημα, οδηγώντας σε αυξημένη ανθρώπινη ταλαιπωρία, μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση και ένα σύστημα υγείας που κατακλύζεται από τις αυξανόμενες ανάγκες των ατόμων με διαβήτη. Η Ελλάδα πρέπει να δράσει τώρα, να αξιοποιήσει αυτές τις ευκαιρίες, να δημιουργήσει ένα πιο ισχυρό και ανταποκρινόμενο σύστημα φροντίδας του διαβήτη και να εξασφαλίσει ένα υγιέστερο μέλλον για τον πληθυσμό της.
Τονίζεται πως την τελευταία δεκαετία, η Ελλάδα έχει καταβάλει προσπάθειες για την ενίσχυση του ρόλου της πρωτοβάθμιας φροντίδας στην αντιμετώπιση του διαβήτη, αναγνωρίζοντας την ανάγκη αντιμετώπισης του κατακερματισμού της φροντίδας και την παροχή στους ασθενείς ενός σαφούς πρώτου σημείου επαφής στο σύστημα υγείας, καθώς και μιας δομημένης διαδρομής για διάγνωση, θεραπεία και παρακολούθηση. Ενώ το ελληνικό σύστημα υγείας αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις στην παροχή συνεπούς και υψηλής ποιότητας φροντίδας για τον διαβήτη, αυτές οι προκλήσεις αποτελούν επίσης σημαντικές ευκαιρίες για μεταρρύθμιση. Η εφαρμογή ουσιαστικών αλλαγών απαιτεί προσεκτική εξέταση της κατανομής των πόρων, των ανταγωνιζόμενων προτεραιοτήτων και της μακροχρόνιας βιωσιμότητας των παρεμβάσεων.
Ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης πως “είναι αποκαρδιωτικό στην Ελλάδα να έχουμε το χαμηλότερο ποσοστό πληθυσμού που αθλείται. Η καλή υγεία είναι πρωτίστως προσωπική μας ευθύνη”. Ανέφερε όμως πως έχουμε ένα τεράστιο πρόβλημα να αντιμετωπίσουμε. “Η αλλαγή τεχνολογίας σε σχέση τις παραδοσιακές ταινίες μέτρησης σακχάρου έχει μεν ως αποτέλεσμα πιο αξιόπιστες μετρήσεις για τους ασθενείς, αλλά από την άλλη πλευρά έχει οδηγήσει τον προϋπολογισμό σε εκρηκτική άνοδο”.
Όπως τόνισε από την πλευρά του ο Ολύμπιος Παπαδημητρίου, Πρόεδρος Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος, ο διαβήτης στη χώρα μας αφορά τουλάχιστον ένα εκατομμύριο συμπολίτες μας και το “φορτίο” για το δημόσιο σύστημα υγείας είναι βαρύ.
“Είναι μια χρόνια, αλλά και ύπουλη νόσος, καθώς στο ξεκίνημά της μπορεί να μην δώσει ορατά συμπτώματα, όμως επιβαρύνει πολύ το σύστημα υγείας και πολλά χρόνια μετά την πρώτη διάγνωση. Επίσης συνοδεύεται από σημαντικές επιπλοκές που επιβαρύνουν σημαντικά τους προϋπολογισμούς της υγείας” ανέφερε.
Πηγή:TheTOC.gr