Αρχικά σχεδιασμένα για τη διαχείριση του διαβήτη τύπου 2, τα φάρμακα που περιέχουν σεμαγλουτίδη, όπως το Ozempic, αποδείχθηκαν εξαιρετικά αποτελεσματικά στη μείωση του σωματικού βάρους.
Και αυτό καθώς η δράση τους βασίζεται στην προσομοίωση μιας φυσικής ορμόνης του εντέρου που ρυθμίζει την όρεξη και τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, με αποτέλεσμα τη μείωση της πείνας και την επιβράδυνση της πέψης.
Η χρήση τους σε παγκόσμιο επίπεδο έχει εκτοξευτεί. Χορηγούνται με ιατρική συνταγή και χρησιμοποιούνται κυρίως από άτομα με παχυσαρκία ή με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) που τα κατατάσσει στην κατηγορία του υπέρβαρου, ιδίως αν συνυπάρχουν και άλλοι παράγοντες κινδύνου για την υγεία.
Οι χρήστες συχνά αναφέρουν απώλεια πολλών κιλών μέσα σε λίγους μήνες, βελτίωση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα και μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακών νοσημάτων. Η μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητά τους και η ασφάλειά τους παραμένουν θέματα εντατικής έρευνας, ενώ η ζήτηση συνεχώς αυξάνεται, επηρεάζοντας ακόμα και την πρόσβαση των ατόμων με διαβήτη σε αυτά τα φάρμακα.
Ωστόσο, συνοδεύονται και από κινδύνους. Συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν ναυτία, εμετό, διάρροια και δυσκοιλιότητα, ενώ έχουν αναφερθεί και πιο σοβαρές επιπλοκές. Επιπλέον, η απώλεια βάρους δεν είναι μόνιμη, καθώς πολλοί ανακτούν το βάρος τους μετά τη διακοπή του φαρμάκου.
Στην ευρύτερη κατηγορία των ενέσιμων αντιδιαβητικών φαρμάκων εκτός ινσουλίνης έχουν λάβει Άδεια Κυκλοφορίας από τον ευρωπαϊκό οργανισμό φαρμάκου ΕΜΑ τα ακόλουθα φάρμακα (δραστικές ουσίες):
LYXUMIA (λιξισενατίδη), VICTOZA (λιραγλουτίδη), SAXENDA (λιραγλουτίδη), TRULICITY (ντουλαγλουτίδη) OZEMPIC (σεμαγλουτίδη), WEGOVY (σεμαγλουτίδη), MOUNJARO (τιρζεπατίδη) που διαφοροποιούνται, σύμφωνα με τον ΕΟΦ, στις εγκεκριμένες ενδείξεις ως εξής :
• WEGOVY και SAXENDA: ενδείκνυνται ως πρόσθετη αγωγή ενηλίκων σε δίαιτα χαμηλών θερμίδων και αυξημένη σωματική δραστηριότητα για τη διαχείριση βάρους σε παχύσαρκους ασθενείς (ΒΜΙ ≥30) ή σε υπέρβαρους (BMI≥ 27) εφόσον φιλοξενούν μια τουλάχιστον επιπλέον διαταραχή που σχετίζεται με το αυξημένο βάρος (π.χ. υπέρταση, δυσλιπιδαιμία, αποφρακτική, υπνική άπνοια, καρδιαγγειακή νόσος, κ.α.), καθώς επίσης ως πρόσθετη αγωγή παχύσαρκων εφήβων άνω των 12 ετών με BMI που αντιστοιχεί σε ≥ 30 kg/m2 των ενηλίκων και βάρος μεγαλύτερο των 60 kg.
• MOUNJARO: έχει λάβει και τις δύο παραπάνω ενδείξεις στους ενήλικες
Ποιοι είναι οι κίνδυνοι
Ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων επανάφερε τους κινδύνους από τη χρήση των παραπάνω σκευασμάτων για αισθητικού λόγους, δηλαδή για απώλεια βάρους από υγιείς ανθρώπους. Όπως σημειώνει, τα αντιδιαβητικά φάρμακα που έχουν ως εγκεκριμένη ένδειξη τη διαχείριση βάρους προορίζονται για την επιπρόσθετη αγωγή παχύσαρκων ασθενών (ΒΜ≥30) ή υπέρβαρων ασθενών (ΒΜΙ≥27) εφόσον φιλοξενούν μια τουλάχιστον επιπλέον διαταραχή που σχετίζεται με το αυξημένο βάρος (π.χ. υπέρταση, δυσλιπιδαιμία, αποφρακτική, υπνική άπνοια, καρδιαγγειακή νόσος, κ.α.) και οι οποίοι δεν έχουν ανταποκριθεί ικανοποιητικά σε δίαιτα χαμηλών θερμίδων και στην αυξημένη σωματική δραστηριότητα.
Όπως υπογραμμίζει ο ΕΟΦ, σύμφωνα με την αξιολόγηση των δεδομένων που έχουν προκύψει από τις κλινικές δοκιμές και την κυκλοφορία των ανωτέρω φαρμάκων, η χρήση τους συνοδεύεται μεταξύ άλλων από ανεπιθύμητες ενέργειες του γαστρεντερικού, που εκδηλώνονται συχνά/πολύ συχνά (ναυτία, έμετος, διάρροια/δυσκοιλιότητα, δυσπεψία, γαστρίτιδα, γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση κλπ.) ή σπανιότερα (παγκρεατίτιδα/οξεία παγκρεατίτιδα ή/και χολολιθίαση/χολοκυστίτιδα).
Επιπλέον, δεν έχει ακόμη αποκλειστεί ενδεχόμενη συσχέτιση χρήσης των φαρμάκων με κίνδυνο ανάπτυξης κακοήθειας θυρεοειδούς και παγκρέατος, όπως προκύπτει από τα Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνου των προϊόντων. Το προφίλ ασφάλειας καλεί για ιδιαίτερη προσοχή στην εξέταση του ενδεχόμενου χορήγησης των φαρμάκων της κατηγορίας για διαχείριση βάρους σε εφήβους.
Πηγή: TheTOC.gr