Κλιμακώνουν την αντιπαράθεση με το Υπουργείο Δικαιοσύνης και τον Αρειο Πάγο οι δικηγόροι της χώρας, προχωρώντας σε μια υψηλού συμβολισμού πρόταση της Συντονιστικής Επιτροπής προς την ολομέλεια των προέδρων των δικηγορικών συλλόγων Ελλάδος, για πανελλαδική αποχή των δικηγόρων από τα καθήκοντά τους στις 16.9.2024, ημέρα έναρξης του νέου δικαστικού έτους. Η περιγραφή της ανακοίνωσης από τους ίδιους τους δικηγόρους περί “πρότασης αποχής για επιλεκτική νομοθέτηση και παρεμβάσεις της προέδρου του Αρείου Πάγου”, σηματοδοτεί την εποχή της οριστικής (;) ρήξης, δεδομένου ότι ο τόνος αλλά και το περιεχόμενο δίνουν το στίγμα της αντιπαραθετικής διάθεσης.
Η κλιμάκωση
Είναι προφανές πως το δικηγορικό σώμα, που φέτος προέβη σε πολύμηνες αποχές (για το δικαστικό χάρτη, την τεκμαρτή φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών, από τις δίκες για εγκληματικές οργανώσεις λόγω διάταξης του ΠΚ που είχε αρχίσει από πέρυσι κλπ), και παρότι δόθηκε στους δικηγόρους για πρώτη φορά μεγάλη δικαστηριακή ύλη, βρίσκεται πλέον σε τροχιά σύγκρουσης με την κυβέρνηση. Η αιχμή του δόρατος είναι πέραν των άλλων η τεκμαρτή φορολόγηση των ελευθέρων επαγγελματιών για την οποία ήδη προσέφυγαν στο Συμβούλιο Επικρατείας.
Ο Άρειος Πάγος
Ρήξη όμως, σε επίπεδο ρητορικής, υπάρχει και με τον Άρειο Πάγο κυρίως μετά την πρόσφατη κίνηση πειθαρχικής διαδικασίας σε βάρος των δικαστών που έκριναν αρχικά την υπόθεση προσωρινής κράτησης (τον άφησαν ελεύθερο με όρους) την υπόθεση του ποινικολόγου Απ. Λύτρα για ενδοοικογενειακή βία. Ακολούθησε η παρέμβαση της προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ιωάννας Κλάπα, που είχε αφήσει σαφείς αιχμές λέγοντας πως “…όσοι (λίγοι είναι αλήθεια) υπεραμύνονται, ενθέρμως, μάλιστα, της δικαστικής ανεξαρτησίας, αυτοαναγορεύομενοι σε υπερασπιστές της, είναι οι ίδιοι που επιχειρούν να την πλήξουν, εκφέροντας στις τηλεοπτικές κάμερες και στα τηλεοπτικά παράθυρα, απαξιωτικά σχόλια για δικαστικές ενέργειες ή εισαγγελικές προτάσεις, κατά τη διάρκεια δικών ή δικαστικών ενεργειών, υποτιμώντας τη θέση, την ακεραιότητα και την προσωπικότητα δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, διώκοντας την χειραγώγησή τους. Δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι πολλοί εξ αυτών μετέχουν σε τηλεοπτικές εκπομπές, στη διεξαγωγή τηλεοπτικών δικών ή ανακριτικών διαδικασιών, κάνοντας χρήση αποδεικτικών εγγράφων και δικογράφων, που αποτελούν υλικό της δικογραφίας, εξετάζοντας, τηλεφωνικώς, συνήθως, “μάρτυρες”, πολλάκις δε καταλήγουν σε “δικαστική απόφαση”, καταρρακώνοντας το τεκμήριο αθωότητας των κατηγορουμένων και τη δικαστική κρίση, την οποία διώκουν να υποβάλουν”.