Τα διλήμματα των επικείμενων ευρωεκλογών αναδεικνύει στη συνέντευξή του στην εφημερίδα «Realnews» ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος. Όπως αναφέρει, «κάθε κάλπη έχει σημασία και από κάθε εκλογική διαδικασία εξάγονται πολιτικά συμπεράσματα σταθερότητας ή αποσταθεροποίησης. Η αντιπολίτευση εμφανώς επιδιώκει την αποσταθεροποίηση μέσω αυτής της κάλπης με τον αναδυόμενο “αντισυστημισμό” που έχει όψιμα ενδυθεί. Ένα από τα διλήμματα επομένως αφορά αυτήν ακριβώς την απάντηση που πρέπει να λάβουν όσοι πολιτεύονται ανεύθυνα και απερίσκεπτα, με καθαρά μικροπολιτικό σκεπτικό. Οι κάλπες της 9ης Ιουνίου δεν είναι καθόλου αδιάφορες πολιτικά, ευρωπαϊκά και εθνικά, για να τις πάρουμε αψήφιστα και να ψηφίσουμε χαλαρά».
Ειδικότερα, «το αποτέλεσμα της επικείμενης αναμέτρησης θα παίξει ρόλο και στο πώς θα συνεχίσει να κυβερνάται η χώρα. Αν, δηλαδή, οι πολίτες θα ανανεώσουν την επιθυμία τους για φυγή προς τα μπρος με σταθερότητα που εκφράστηκε με το ηχηρό 40,56% στην ΝΔ μόλις πριν από ένα χρόνο», υπογραμμίζει ο υπουργός Επικρατείας που διερωτάται: «Θα ταχθούν (σσ οι πολίτες) εκ νέου υπέρ της συνέχισης μιας πορείας, που παρά τις δυσκολίες, λάθη και αστοχίες, μας οδηγεί μπροστά με σχέδιο και πολιτικές που αποδίδουν ή θα έχουμε καθήλωση και πισωγύρισμα σε καταστάσεις που τις πληρώσαμε ακριβά;».
Εν τέλει, «η Ελλάδα πρέπει να κάνει άλματα για να κλείσει εκκρεμότητες δεκαετιών και να συγκλίνει με την υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτός είναι ο πήχης της προσεχούς αναμέτρησης. Αυτό είναι μήνυμα-διακύβευμα της κάλπης του Ιουνίου, “Σταθερά, πιο κοντά στην Ευρώπη” σε ένα ρευστό περιβάλλον παγκοσμίως».
Και ο υπουργός Επικρατείας συμπληρώνει: «Βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη χρονική καμπή κατά την οποία κυοφορούνται σημαντικές αλλαγές. Την επόμενη πενταετία θα χρειαστεί και ως χώρα να δώσουμε σκληρές μάχες για την ενιαία αμυντική πολιτική, το μεταναστευτικό, τη στήριξη των αγροτών, την ανταγωνιστικότητα, την ενεργειακή αυτάρκεια, την κλιματική προσαρμογή, το δημογραφικό. Κατά συνέπεια, σε 40 ημέρες από σήμερα, δεν κρίνεται μόνο ποια πρόσωπα θα επιλέξουμε για να συνδιαμορφώσουν προς τη σωστή κατεύθυνση τις νέες ευρωπαϊκές πολιτικές, υπερασπιζόμενα σθεναρά τα ελληνικά συμφέροντα».
Σε επόμενο ερώτημα και απαντώντας στην κριτική ότι οι ευεργετικές πρόνοιες του Ταμείου Ανάκαμψης δεν φτάνουν στους πολίτες, κατηγορεί την αντιπολίτευση ότι «ή δεν έχει καταλάβει ακόμη το μηχανισμό του Ταμείου Ανάκαμψης ή σκοπίμως παραγνωρίζει ότι οι πόροι του -επιχορηγήσεις και δάνεια συνολικού ύψους 36 δισ. ευρώ- κατευθύνονται σε μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις άμεσα σχετιζόμενες με τη βελτίωση της καθημερινότητας και την καλυτέρευση της ζωής των πολλών».
Παραθέτει, μάλιστα, συγκεκριμένα παραδείγματα, όπως τα προγράμματα «Εξοικονομώ», την αγορά ηλεκτροκίνητων λεωφορείων, την αναβάθμιση και τη δημιουργία νέων νοσοκομείων και δικαστηρίων, το πρόγραμμα προληπτικών εξετάσεων «Σπύρος Δοξιάδης» και τον προσωπικό γιατρό, τη θωράκιση του εργατικού δυναμικού με νέες δεξιότητες, τη διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με την ΑΑΔΕ, την ψηφιοποίηση του κράτους, το εθνικό πρόγραμμα Πολιτικής Προστασίας «ΑΙΓΙΣ» κά.
Συμπερασματικώς, «ποια πολιτική ομάδα θέλουμε επομένως να εκπροσωπεί τα εθνικά συμφέροντα και να διεκδικεί ευρωπαϊκούς πόρους υπέρ της Ελλάδας; Εκείνους που αγωνίζονται πάντα με τα χρώματα της εθνικής Ελλάδος ή όσους χρησιμοποιούν την ευρωβουλή για να διαβάλουν την πατρίδα μας διεθνώς;», είναι το ερώτημα που θέτει εν κατακλείδι.
Για τη μάχη κατά της ακρίβειας δηλώνει ότι «δίνεται πρωτίστως μέσα από τη σταθερή αύξηση των εισοδημάτων, κατώτατου, μέσου μισθού και συντάξεων, με συστηματικούς ελέγχους, με πρόστιμα όπου ο ανταγωνισμός δεν λειτουργεί και ο καταναλωτής εξαπατάται, με μέτρα που σπάνε τις εναρμονισμένες πρακτικές και τα καρτέλ. Σε όλα αυτά τα πεδία η κυβέρνηση έχει να δείξει έργο». Εν τέλει, «ο αγώνας είναι διαρκής και ποτέ δεν είναι αρκετός».
Ερωτηθείς για τη λειτουργία της Ελληνικής Αστυνομίας, με αφορμή και την πρόσφατη γυναικοκτονία στους Αγίους Αναργύρους, επισημαίνει ότι στο εν λόγω τραγικό περιστατικό «πραγματικά όλα πήγαν λάθος, όμως η ΕΛΑΣ έχει και χιλιάδες πετυχημένες παρεμβάσεις σε αντίστοιχες κλήσεις άλλων γυναικών που ευτυχώς σώθηκαν. Επομένως ούτε ισοπεδώνουμε αλλά ούτε και συμψηφίζουμε. Κάθε ζωή έχει αξία. Κι όπως χιλιάδες ζωές που σώθηκαν, δεν φέρνουν πίσω τη μια που χάθηκε, έτσι και μια πολύ κακή στιγμή της ΕΛΑΣ δεν χαρακτηρίζει το σύνολο του οργανισμού».
Προαναγγέλλει, όμως, ότι «για τους επίορκους αστυνομικούς σύντομα ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη θα ανακοινώσει ένα πολύ πιο αυστηρό πλαίσιο αντιμετώπισης».
Στα θέματα του κράτους δικαίου παρεμβαίνει λέγοντας ότι αυτό «κρίνεται πρωτίστως στο πεδίο των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και εκεί η κυβέρνηση έχει να επιδείξει σπουδαίο έργο τα τελευταία χρόνια με τη θεμελίωση πολύ σημαντικών νέων δικαιωμάτων που διευρύνουν τη δημοκρατία και ενισχύουν την ισονομία και ισοπολιτεία. Αναφέρομαι στην ψήφο των ομογενών, στην επιστολική ψήφο, στην κατοχύρωση δικαιωμάτων αόρατων -έως πρότινος για την Πολιτεία – κοινωνικών ομάδων, όπως τα άτομα με αναπηρία, οι νέες οικογένειες, στην προστασία των πιο ευάλωτων γυναικών από τη βία ή την παρενόχληση στο χώρο εργασίας».
Ενώ επικαλείται, συγχρόνως, τις αλλαγές στο χώρο της δικαιοσύνης: «η Ελλάδα σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση υλοποιεί το μεγαλύτερο ιστορικά πακέτο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων για την επιτάχυνση στην απονομή δικαιοσύνης ύψους 500 εκατ. ευρώ. Μεθαύριο ψηφίζουμε στη Βουλή τον νέο δικαστικό χάρτη που θα πετύχει έως το 2027 μείωση του χρόνου έκδοσης μιας απόφασης κατά 450 μέρες χάρη στην ιστορική αναδιοργάνωση άνω των 200 δικαστηρίων πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης. Όσοι από την αντιπολίτευση είναι τόσο ευαίσθητοι για το κράτος δικαίου θα υπερψηφίσουν αυτήν τη μείζονα μεταρρύθμιση;», αναρωτιέται και τους προκαλεί, όπως λέει, να την υπερψηφίσουν.
«Αν δεν το κάνουν, θα αποδειχθεί ότι απλώς χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για το κράτος δικαίου και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η επίθεση στην κυβέρνηση». Και στο «δια ταύτα» της απάντησής του, σημειώνει ότι «η Ελλάδα λαμβάνει πάντοτε ιδιαίτερα σοβαρά υπόψη τις συστάσεις της ετήσιας έκθεσης της Κομισιόν που καταγράφει συστηματική βελτίωση σε όλους τους κρίσιμους δείκτες και προσπαθεί να συμμορφώνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο». Ενώ θυμίζει ότι «κατά την πρόσφατη επίσκεψη της στην Αθήνα, η αρμόδια επίτροπος Βιέρα Γιούροβα μίλησε για πολύ καλή συνεργασία με τις ελληνικές αρχές σε όλα τα υπό εξέταση πεδία».
Η συνέντευξη κλείνει με αιχμές κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την τραγωδία των Τεμπών: «Ο ΣΥΡΙΖΑ – ως κόμμα που παγίως ασχημονεί κατά των θεσμών και βιάζει την αλήθεια και τη λογική με θεωρίες συνομωσίας – δεν έχει ακολουθήσει μέχρι στιγμής τη διαδικασία που προβλέπουν το Σύνταγμα και ο Κανονισμός της Βουλής, να καταθέσει δηλαδή επίσημα στον πρόεδρο της Βουλής αίτημα για σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής με βάση το κατηγορητήριο που έχει διαμορφώσει. Επιμένει στα επικοινωνιακά παιχνίδια, στις πλάτες πονεμένων ανθρώπων, ζητώντας από την κυβέρνηση να απαντήσει σε ένα ανύπαρκτο αίτημα. Αν και όταν το καταθέσει, θα το μελετήσουμε και θα τοποθετηθούμε. Στην τραγωδία των Τεμπών δεν χωράει κομματική σπέκουλα», διαμηνύει ο ‘Α. Σκέρτσος, που κλείνει την απάντησή του ως εξής:
«Δυστυχώς, η δική μας στάση -το να μην μιλήσουμε από την πρώτη στιγμή, συστηματικά για την τραγωδία και τα αίτιά της- επέτρεψε να δημιουργηθεί ένα κενό πληροφόρησης πάνω στο οποίο “φύτρωσαν” σταδιακά τα πιο απίθανα σενάρια συνωμοσίας. Δεν τα αντικρούσαμε με σθένος και μέσα στη γενική σύγχυση, κάποιοι επιτήδειοι φρόντισαν να ρίξουν τον σπόρο της αμφιβολίας -όχι μόνο προς την πολιτεία, τους θεσμούς- και προς την ίδια την Δικαιοσύνη».