Τριάντα τρία χρόνια μετά την αποφυλάκισή του, ο Χρήστος Ρούσσος μίλησε για την δολοφονία του συντρόφου του, τις φυλακές στην Κέρκυρα, τον κανιβαλισμό από τις εφημερίδες επειδή ήταν ομοφυλόφιλοι και την στιγμή που είπε στην μητέρα του «σκότωσα τον Ανέστη. Θυμάμαι τη μάνα μου μια τραγική εικόνα, αρχαίας τραγωδίας».
«Μ’ αρέσει να ζω ήρεμα, ήσυχα, ασχολούμαι με το γράψιμο, βγαίνω ελάχιστα» είπε για τη ζωή του σήμερα, ο Χρήστος Ρούσσος μιλώντας στο Mega. «Μπορώ να πω ότι είμαι ευτυχισμένος, είμαι με ένα εξαιρετικό παιδί. Είναι πολύ όμορφο να ‘χεις έναν σύντροφο και να ξέρεις ότι κάποιος σε περιμένει στο σπίτι».
Ο Χρήστος Ρούσσος εξήγησε τους λόγους για τους οποίους ξεκίνησε να γράφει και αναφέρθηκε και στην ταινία «Άγγελος» που όπως είπε ο ίδιος τον προσέβαλε.
«Ξεκίνησα να γράφω λόγω της ταινίας που γυρίστηκε για μένα, η ταινία «Άγγελος», αισθάνθηκα ότι προσβάλλομαι, μέσα από την ταινία είχε κάποιες ανακρίβειες που είναι πολύ σοβαρές, πολύ προσβλητικές για μένα. Λέω πρέπει να απαντήσω εγώ, πρέπει να πω εγώ πώς ήταν τα πράγματα» ενώ στη συνέχει άρχισε να αφηγείται πώς έγινε η δολοφονία.
Η δολοφονία του Ανέστη
«Μπήκα στο λεωφορείο, κάθομαι, χτυπάει ο Ανέστης το τζάμι απ’ έξω μου λέει κατέβα λίγο να σου πω, και το για λίγο έγινε για πάντα» θυμάται ο ο Χρήστος Ρούσσος.
Μιλώντας για τη σχέση τους είπε πως «είχα μια συμπεριφορά από τον Ανέστη που μου άρεσε πολύ, τη φροντίδα, την αγάπη τη στοργή. Ο Ανέστης θέλησε να εκμεταλλευτεί το συναίσθημά μου. Σκέφτηκα να εξαφανιστώ να μην ξέρει κανείς που είμαι ούτε ο Ανέστης ούτε η οικογένειά μου. Το αποφασίζω, να λιποτακτήσω και το βράδυ πήγα στην Καλλιθέα στο διαμέρισμα. Εγώ ήξερα ότι θα είναι το τελευταίο βράδυ με τον Ανέστη.
»Ο Ανέστης συμπεριφέρθηκε πάρα πολύ άσχημα. Πρώτη φορά είδα τον Ανέστη έτσι και εγώ τρελάθηκα. Ήμουν σε μία τέτοια ψυχολογική κατάσταση που δεν μπορεί να καταλάβει κανείς, τι μου είχε δημιουργήσει εμένα. Εκείνη την ώρα ήμουν ένα ηφαίστειο που εξερράγη. Όταν τελείωσε όλο αυτό δεν καταλάβαινα, δεν είχα επίγνωση του τι γίνεται, σαν να μην ήμουν εγώ και έφυγα από το σπίτι και πήγα στον Ασπρόπυργο, στο σπίτι που είχαμε στα στα Νεόκτιστα. Πώς μπήκα στα λεωφορεία, πώς περπάτησαν να φτάσω εκεί… δεν πήγα στο σπίτι, πήγα στο βουνό γιατί το αγαπούσα. Πήγα εκεί και κούρνιασα στη ρίζα ενός μεγάλου πεύκου, τυλίχτηκα με μια σακούλα και μάλλον με πήρε ο ύπνος. Ξύπνησα πριν ξημερώσει όταν ξυπνούσαν τα πουλιά στα δέντρα» είπε ο Χρήστος Ρούσσος.
«Τότε έμεινα να σκεφτώ τι έχει γίνει. Και κατάλαβα τι συμβαίνει, δεν ήταν κάτι που ήθελα να κάνω» είπε για την δολοφονία του συντρόφου του..
«Το πρώτο που σκέφτηκα ήταν ότι πρέπει να ειδοποιήσω του δικούς του. Θυμάμαι σήκωσε το τηλέφωνο ο πατέρας του και εκείνο που είπα ήταν “ελάτε στην Αθήνα γιατί κάτι συνέβη στον Ανέστη”. Ειδοποίησα τη μητέρα μου και εκεί είχαμε ένα άλλο δράμα γιατί η μητέρα μου δεν ήξερε τίποτα και της λέω σκότωσα τον Ανέστη. Θυμάμαι τη μάνα μου μια τραγική εικόνα, αρχαίας τραγωδίας».
Μιλώντας για τις εξελίξεις μετά την ομολογία του ο Χρήστος Ρούσσος είπε πως «Απ’ τη στιγμή που παραδόθηκα μόνο έκλαιγα. Τότε ήταν άγρια τα πράγματα και οι εφημερίδας καννιβάλιζαν, “οι ανώμαλοι”. Πρώτη ποινή που άκουσα στο ναυτοδικείο ήταν σε θάνατο και μετά έγινε ισόβια. Με πήγαν στην Κέρκυρα στην πιο αυστηρή φυλακή, που την έλεγα Νταχάου, εκεί που βασανίζανε ανελέητα τους κρατούμενους» είπε για την εποχή που ήταν κρατούμενος.
Σε ερώτηση αν επικοινώνησε ποτέ με τους γονείς του Ανέστη είπε ότι «δεν θα άλλαζε κάτι να επικοινωνήσω με την οικογένεια του Ανέστη, Θα ήθελα, αλλά θα τους γύριζα το παιδί πίσω; Όχι».
Ο ίδιος επιμένει να μην απαντά για το αν μετάνιωσε γιατί όπως λέει «τον πόνο τον δικό μου, που ακόμα έχω, κανείς δεν θα τον καταλάβει.
«Πέρυσι τον Αύγουστο επισκέφτηκα το μνήμα του Ανέστη και σπάραξα. Βλέποντας την ηλικία συνειδητοποίησα ότι είμαστε και οι δύο παιδιά 22 εκείνος, 19 εγώ» κατέληξε ο Χρήστος Ρoύσσος.
ΠΗΓΗ: lifo