Μια ακόμη σοβαρή στρέβλωση της αγοράς ηλεκτρισμού, που έχει ως αποτέλεσμα να φουσκώνουν οι τιμές ακόμη και σε περιβάλλον χαμηλής ζήτησης, φέρνουν στο φως τα τελευταία στοιχεία του διαχειριστή της αγοράς ΑΔΜΗΕ αλλά και του ενεργειακού χρηματιστηρίου. Σύμφωνα με το δελτίο του ΑΔΜΗΕ, τον Ιανουάριο, είχαμε αύξηση της παραγωγής και κυρίως των ακριβών μονάδων φυσικού αερίου, που ώθησαν προς τα πάνω τις τιμές, παρά τη μειωμένη ζήτηση.
Ο λόγος ήταν ότι έπρεπε να ικανοποιηθούν οι εξαγωγές, γεγονός που ώθησε τις τιμές προς τα πάνω. Η στρέβλωση αυτή, που έχει μπει στο στόχαστρο μεταξύ άλλων και από τη βιομηχανία, επηρεάζει τις τιμές ρεύματος για τους απλούς καταναλωτές, τις επιχειρήσεις και τη βιομηχανία.
Πιο αναλυτικά όπως δείχνουν τα επίσημα στοιχεία του ενεργειακού χρηματιστηρίου, τον Ιανουάριο η μέση τιμή χονδρικής του ρεύματος διαμορφώθηκε στα 135,13 ευρώ η μεγαβατώρα, 4% πάνω από τα 129,81 ευρώ η μεγαβατώρα που ήταν η τιμή το Δεκέμβριο αλλά και σχεδόν 30% πάνω από το μέσο όρο του 2024 που ήταν στα 100,96 ευρώ η μεγαβατώρα.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τα στοιχεία του διαχειριστή του συστήματος ΑΔΜΗΕ για την ζήτηση και το ισοζύγιο της αγοράς το μήνα Ιανουάριο, είχαμε αύξηση της παραγωγής σε σύγκριση με το 2023 κατά 10,17%, με κύριο χαρακτηριστικό την αύξηση κατά 60,77% των ακριβών μονάδων φυσικού αερίου, που ώθησε προς τα πάνω τις τιμές. Γιατί είχαμε αυτήν την αύξηση; Όχι για να καλυφθεί η εσωτερική ζήτηση, η οποία μειώθηκε κατά 2,17% αλλά για να ικανοποιηθούν οι εξαγωγές που αποτελούν το 8% της συνολικής ζήτησης. Αυτές οι εξαγωγές ήταν και ο κύριος λόγος για την εκτίναξη των τιμών, αφού σύμφωνα με το μοντέλο που ισχύει στην αγορά ηλεκτρισμού, η τιμή για όλες τις μονάδες που συμμετέχουν στην αγορά καθορίζεται από την τιμή της ακριβότερης μονάδας που εισέρχεται στο σύστημα.
Καθώς λοιπόν έχουμε αυξημένες εξαγωγές, και μάλιστα το ηλεκτρικό σύστημα από εισαγωγικό έχει μετατραπεί σε εξαγωγικό, οι μονάδες φυσικού αερίου που καλύπτουν τις ανάγκες για ακριβότερες εξαγωγές, “φουσκώνουν” συνολικά την τιμή χονδρικής του ρεύματος στη χώρα μας. Και βέβαια οι αυξημένες τιμές της χονδρικής επηρεάζουν τη διαμόρφωση των τιμολογίων της λιανικής για τους απλούς καταναλωτές αλλά και τις επιχειρήσεις και τη βιομηχανία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η μέση τιμή για το Φεβρουάριο διαμορφώθηκε στα 153,84 ευρώ η μεγαβατώρα, δηλαδή 14% υψηλότερα σε σύγκριση με τη μέση τιμή του Ιανουαρίου. Αυτή η σημαντική αύξηση ολόκληρη ή μέρος της αναμένεται να μετακυληθεί και στα τιμολόγια που θα ανακοινώσουν οι πάροχοι για το μήνα Μάρτιο. Αυτό σημαίνει ότι οι τιμές από τα 15,5 έως τα 23,1 λεπτά η κιλοβατώρα που ήταν το Φεβρουάριο αναμένεται να κινηθούν πάνω από τα 17 λεπτά ανάλογα βέβαια και με τις εκπτώσεις που θα κάνουν οι πάροχοι προκειμένου να περιορίσουν την επιβάρυνση για τους καταναλωτές. Σε αυτό το σενάριο, βεβαίως θα πρέπει να υπάρξει και σημαντική αύξηση της επιδότησης που δίνεται από την κυβέρνηση και η οποία θα πρέπει να ξεπεράσει τα 2 λεπτά η κιλοβατώρα προκειμένου η τελική τιμή για τον καταναλωτή να κινηθεί στα επίπεδα των 15 λεπτών η κιλοβατώρα.
Άξιζε να αναφερθεί τέλος ότι το μοντέλο λειτουργίας της αγοράς το περίφημο target model, σύμφωνα με το οποίο διαμορφώνονται οι τιμές με βάση την ακριβότερη προσφορά, έχει μπει στο στόχαστρο της κριτικής ως αναποτελεσματικό και στρεβλό από πολλές πλευρές, ωστόσο επί του παρόντος η Κομισιόν δε φαίνεται διατεθειμένη να συζητήσει την μεταρρύθμισή του.
Πηγή: capital.gr