Η Εθνική Στρατηγική για την Πρόληψη της Βίας και την Αντιμετώπιση της Παραβατικότητας Ανηλίκων 2025- 2030 παρουσίαστηκε σήμερα σε διυπουργική συνέντευξη Τύπου.
Η εξειδίκευση των σχετικών πρωτοβουλιών και πολιτικών έγινε από τους συναρμόδιους υπουργούς Παιδείας και Θρησκευμάτων Σοφία Ζαχαράκη, του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, Δικαιοσύνης Γιώργο Φλωρίδη, Κοινωνικής Συνοχής Δόμνα Μιχαηλίδου Ψηφιακής Διακυβέρνησης Δημήτρη Παπαστεργίου, Επικρατείας Άκη Σκέρτσο, τον αναπληρωτή υπουργό Αθλητισμού Γιάννη Βρούτση και τον υφυπουργό Υγεία Δημήτρη Βαρτζόπουλου.
Τα μέτρα που εντάσσονται στην εθνική στρατηγική και θα υλοποιηθούν από το Υπουργείο Παιδείας είναι:
- Η συστηματική αύξηση του αριθμού των ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών, ώστε να μεγαλώσει χρονικά και ποιοτικά η παρουσία τους στα σχολεία. Ο αριθμός τους σήμερα ανέρχεται σε 4.226.
- Αύξηση των συμβούλων εκπαίδευσης και έμφαση στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών που είναι επιφορτισμένοι με την αντιμετώπιση των περιστατικών ενδοσχολικής βίας. Ήδη από εκείνους έχουν επιμορφωθεί 22.663.
- Παροχή αυξημένης νομικής προστασίας σε εκπαιδευτικούς που καταγγέλλουν περιστατικά ενδοσχολικής βίας, στα πρότυπα της αντιμετώπισης των επαγγελματιών που διαχειρίζονται περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας.
- Καθιερώνεται η 11η Δεκεμβρίου (Παγκόσμια Ημέρα Παιδιού) ως ημέρα συνεκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης γονέων, εκπαιδευτικών και παιδιών. Επίσης, καθιερώνεται στην έναρξη κάθε σχολικής χρονιάς εκδήλωση στα σχολεία για τον σχολικό εκφοβισμό.
- Αλλαγή της φιλοσοφίας και του στόχου της αποβολής. Το παιδί που παίρνει αποβολή δεν θα τίθεται εκτός σχολικής ζωής. Θα βρίσκεται μεν εκτός σχολικής τάξης, αλλά θα παρακολουθεί ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα.
- Υιοθετείται το μοντέλο της προσφοράς κοινωνικής εργασίας. Όπως ανέφερε η υπουργός, θα μπορεί το παιδί να συμμετάσχει σε κάποια κοινωνική δραστηριότητα ή να παρέχει βοήθεια (π.χ. σε κάποιον βρεφονηπιακό σταθμό).
- Θα ενσωματωθεί μια καινοτόμος πρακτική που προβλέπει της διαμεσολάβησης μεταξύ συνομηλίκων (peer mediators).
«Είναι ώρα να δούμε την τιμωρία ως ευκαιρία – να γίνει το λάθος αφορμή για αλλαγή και προσωπική εξέλιξη. Όλες οι παρεμβάσεις και τα μέτρα στοχεύουν στο να φτιαχτεί ένα πλαίσιο ασφάλειας και προστασίας που αξίζει να έχει κάθε παιδί στο σχολείο, αλλά και εκτός αυτού. Προχωράμε συντονισμένα σε κοινές δράσεις, επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, αύξηση του αριθμού των συμβούλων εκπαίδευσης, αύξηση του αριθμού των ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών στα σχολεία, νέου τύπου αποβολή που σημαίνει ότι δεν διώχνουμε το παιδί από τη σχολική πραγματικότητα. Εισάγουμε τον πολύ σημαντικό θεσμό της διαμεσολάβησης παιδιού προς παιδί, με στόχο να γίνουν τα ίδια τα παιδιά μας οι καλύτεροι πρεσβευτές της κοινωνικής συμπεριφοράς που θα τα κάνει και θα μας κάνει να νιώθουμε ασφαλείς», ανέφερε η υπουργός Παιδείας Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Σοφία Ζαχαράκη.
Από την πλευρά του ο Υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος τόνισε πως είναι μια Στρατηγική η οποία έχει την εξής καινοτομία: συνδυάζει την μελέτη της βίας με αυτήν της παραβατικότητας, καθώς αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία.
«Οι συμπεριφορές και οι πράξεις βίας μπορούν να οδηγήσουν σε παραβατικές συμπεριφορές που από ένα σημείο και μετά καταλήγουν στην Αστυνομία και στη Δικαιοσύνη. Όμως μιλάμε για παιδιά, μιλάμε για ανηλίκους, για ευάλωτες ψυχές που χρειάζεται να σταθούμε δίπλα τους με ευαισθησία με σεβασμό στα δικαιώματά τους αλλά και με έμφαση στις υποχρεώσεις τους που έχουν τόσο οι γονείς όσο και τα παιδιά», προσθεσε.
Η υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας Δόμνα Μιχαηλίδου δήλωσε: «Κανένα παιδί δεν γεννιέται βίαιο. Η βία μαθαίνεται. Και, δυστυχώς, συχνά ξεκινά από εκεί που δεν θα έπρεπε, από το ίδιο το σπίτι. Πρέπει όμως να είναι ξεκάθαρο ότι η βία ανηλίκων δεν είναι ιδιωτική υπόθεση πίσω από κλειστές πόρτες. Είναι ένα δημόσιο ζήτημα που απαιτεί πολιτική βούληση, θεσμική δράση και κοινωνική συστράτευση. Σήμερα, με το Εθνικό Σχέδιο Δράσης, κάνουμε ένα ακόμη βήμα για να σπάσουμε τον κύκλο της βίας. Επεκτείνουμε όσα ήδη ξεκινήσαμε, με κύριο μέλημά μας την προστασία, την πρόληψη και την ενδυνάμωση των παιδιών. Με πράξεις, όχι με λόγια. Με κατάρτιση ειδικών, πρωτόκολλα, διασύνδεση φορέων, στενή παρακολούθηση. Γιατί η προστασία των παιδιών δεν είναι απλώς θέμα πολιτικής. Είναι μεγάλη μας ευθύνη».