Πώς βρέθηκαν από την αρχαία αθηναϊκή συνοικία στους σύγχρονους Ιταλούς παπυρολόγους με το «βιονικό μάτι» – Γιατί θεωρούνται αυθεντικοί και αξιόπιστοι – Θα προκύψει ανάγκη νέων ανασκαφών;
Η τεχνολογία μπορεί να φτάσει μέχρι τον τάφο του Πλάτωνα, να εισέλθει στους επιβλητικούς κήπους του και να δει στοιχεία της ζωής του που επικυρώνονται πλέον με ακρίβεια. Χάρη στη νέα μέθοδο ανάγνωσης των παπύρων, Ιταλοί ερευνητές όχι μόνο εντοπίζουν το σημείο όπου φαίνεται να είναι θαμμένος ο αρχαίος φιλόσοφος, αλλά μας προσφέρουν και πολύτιμες πληροφορίες για τη ζωή του, όπως ότι δεν πουλήθηκε σκλάβος κατά την επιστροφή του από τις Συρακούσες της Σικελίας όπως θεωρούσαμε μέχρι σήμερα, δηλαδή το 387 π.Χ., αλλά αρκετά αργότερα, όταν οι Σπαρτιάτες κατέκτησαν την Αίγινα, το 404 π.Χ. Ωστόσο, οι Ιταλοί επιστήμονες που ανέγνωσαν τους κατεστραμμένους παπύρους συμφωνούν με τις ελάχιστες μαρτυρίες που υποστηρίζουν ότι ο φιλόσοφος απεβίωσε σε μεγάλη ηλικία -πάνω από 80 ετών- και ότι είναι θαμμένος στον ευρύτερο χώρο της Ακαδημίας, που ύστερα από την τρομερή αυτή ανακάλυψη εντοπίζεται πια με ακρίβεια στους κήπους της σχολής που ίδρυσε ο φιλόσοφος και έγινε γνωστή σε ολόκληρο τον κόσμο.
Τι δείχνει η σπουδαία ανακάλυψη
Χρόνια τώρα οι ερευνητές προσπαθούσαν να αποκωδικοποιήσουν τους κατεστραμμένους από την έκρηξη του Βεζούβιου -το 79 μ.Χ.- παπύρους με τη χρήση του περίφημου «βιονικού ματιού», του οποίου η εξελιγμένη χρήση, σε σχέση με την προηγούμενη που είχε και πάλι εφαρμοστεί τη δεκαετία του ‘90, βοήθησε στο να μπορέσουν να εντοπιστούν ακόμα περισσότερες λέξεις και να συγκροτηθεί ένα στοιχειώδες κείμενο. Σύμφωνα με το κείμενο των παπύρων, μας δίνεται πλέον ξεκάθαρα η πληροφορία «ετάφη δε ο Πλάτων» και με την έρευνα που διενεργήθηκε με επικεφαλής τον Ιταλό παπυρολόγο Γκρατσιάνο Ρανόκια διευκρινίζεται ότι ο φιλόσοφος ενταφιάστηκε στην Ακαδημία του – και συγκεκριμένα στους κήπους κοντά στον Ναό των Μουσών.
Το ότι το ιερό αυτό υπήρχε στην Ακαδημία του Πλάτωνα το ξέρουμε από τον Αλεξανδρινό Ερατοσθένη, ο οποίος μας δίνει ημερομηνίες γέννησης και θανάτου του Πλάτωνα, αλλά και από διαφορετικές αναφορές, κατά κύριο λόγο νεοπλατωνικών φιλοσόφων, όπως του Ολυμπιόδωρου που συνέγραψε τον «Βίο του Πλάτωνος» τον 6ο αιώνα μ.Χ. Πολύτιμη, αν και όχι και τόσο αξιόπιστη, είναι η βιογραφία του Πλάτωνα από τον Απουλήιο που προηγήθηκε, ενώ αναμφίβολα έγκυρη είναι αυτή του Διογένη του Λαέρτιου με το «Βίοι καιὶ γνώμαι των εν φιλοσοφία ευδοκιμησάντων». Σύμφωνα με τις πηγές αυτές, ξέρουμε ότι στην Ακαδημία διδάσκονταν οπωσδήποτε Φιλοσοφία, Διαλεκτική και Μαθηματικά, καθώς και ότι στην είσοδο υπήρχε η περίφημη επιγραφή ότι δεν μπορεί να εισέλθει κανείς που δεν είναι εξασκημένος στα Μαθηματικά και τη Γεωμετρία («Μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω»).
Εννοείται ότι υπάρχουν και πλήθος αναφορές σε κείμενα άλλων ιστορικών φιλοσόφων, όπως του Κικέρωνα, του Φρίντριχ Νίτσε, του σύγχρονου μελετητή του Ερικ Βόγκελιν, του βιογράφου του Πλάτωνα, Αλφρεντ Εντουαρντ Τέιλορ, του αείμνηστου Μίκαελ Φρέντε, αλλά και του πανεπιστημιακού Σάιμον Κρίτσλεϊ.
Με τους σημερινούς παπύρους ωστόσο και τη νέα μέθοδο του «βιονικού ματιού» που κατάφερε να διαβάσει ένα κείμενο 1.000 λέξεων, αντλούμε πολύτιμες πληροφορίες όχι μόνο για τον θάνατο αλλά και συνολικότερα τη ζωή του Πλάτωνα. Πρόκειται για παπύρους και κείμενα που προέρχονται από την ξακουστή βιβλιοθήκη του επικούρειου φιλοσόφου Πείσωνα (πλήρες όνομα Λεύκιος Καλπούρνιος Πείσων Καισονίνος), πεθερού του Ιουλίου Καίσαρα και ενός από τους πιο περίοπτους στοχαστές της εποχής, ο οποίος κατείχε πολλά και διαφορετικά αξιώματα: από ταμίας έως πραίτορας, ύπατος, αλλά και ανθύπατος στη ρωμαϊκή επαρχία της Μακεδονίας.
Το σημαντικότερο, όμως, ήταν ότι ο Πείσων ήταν ιδιοκτήτης της Βίλας των Παπύρων στο Ερκουλάνεουμ, όπου διασώθηκε μια βιβλιοθήκη με απίστευτης αξίας συγγράμματα που δίνουν άπειρες πληροφορίες για την επικούρεια αλλά και τη νεοπλατωνική φιλοσοφία, για τον βίο και τις ημέρες των φιλοσόφων που την υποστήριξαν. Λέγεται πως τα κείμενα του Κικέρωνα, από τα οποία αντλούσαμε μέχρι σήμερα πληροφορίες για τη ζωή και τον θάνατό του Πλάτωνα, τους διασωζόμενους ρητορικούς λόγους και την αλληλογραφία του, είναι άμεσα συνυφασμένα με τους παπύρους στο Ερκουλάνεουμ. Σε αυτή τη βιβλιοθήκη βρίσκουμε συνολικά πάνω από 1.800 παπύρους με φιλοσοφικά κείμενα, κυρίως του Φιλόδημου του Γαδαρηνού -του οποίου ήταν προστάτης ο Πείσων-, οι περισσότεροι από τους οποίους φυλάσσονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Νάπολης και δεν εκτίθενται στο κοινό διότι θεωρούνται ιδιαίτερα «ευαίσθητα» αρχαιολογικά ευρήματα. Μέχρι τώρα έχουν καταφέρει να αναγνωστούν οι 340 πάπυροι, με τους 970 να θεωρούνται μερικώς κατεστραμμένοι, ενώ περίπου 500 είναι απανθρακωμένα αποσπάσματα. Οπως γίνεται αντιληπτό, πρόκειται για πολύτιμους θησαυρούς και αστείρευτη πηγή πληροφοριών σχετικά με την Αρχαία Ελλάδα και τους στοχαστές της.
Τι ξέρουμε για τον θάνατο του Πλάτωνα
Παρότι οι πληροφορίες που προσφέρει ο Πλάτων για την Αθήνα της εποχής μέσα από τους μνημειώδεις διαλόγους του είναι άπειρες, αποκαλύπτοντας τις πολιτικές πεποιθήσεις και τις φιλοσοφικές του θέσεις, ο ίδιος δεν αποκαλύπτει πολλά για τον εαυτό του ή τον προσωπικό του βίο. Εξαίρεση ίσως είναι η σωκρατική «Απολογία», όπου μπροστά στη συντριβή που του προκαλεί η δίκη αλλά και ο επικείμενος θάνατος του δασκάλου του εμφανίζεται ως ένας από τους φίλους-μαθητές του Σωκράτη που τον προτρέπουν να ζητήσει αύξηση του προστίμου από μία σε τριάντα μνες. Μια αντίστοιχη αναφορά υπάρχει και στον υπέροχο διάλογο «Φαίδων», όπου ο Πλάτων σχεδόν απολογείται που δεν μπόρεσε να παραβρεθεί κοντά στον μεγάλο δάσκαλό του τις τελευταίες εκείνες στιγμές του καθότι ασθενής. Σίγουρα οι περισσότεροι που φρόντισαν να προσφέρουν πληροφορίες αναφορικά με τη ζωή και το έργο του Πλάτωνα ήταν οι νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι όπως ο Πείσων. Μεγάλη συζήτηση έχει γίνει για τις πληροφορίες για τον βίο του φιλοσόφου που προσφέρουν οι περίφημες πλατωνικές επιστολές, στις οποίες περιλαμβάνεται η γνωστή «Εβδομη Επιστολή», που αποκαλύπτει την προσωπικότητα του Πλάτωνα με δικά του λόγια, αφού φέρεται να διηγείται ένα μέρος της ιστορίας της ζωής του, εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους προτίμησε τη φιλοσοφία από την πολιτική, καθώς πολύ μεγάλη συζήτηση έχει γίνει για το κατά πόσο ο ίδιος θέλησε να εφαρμόσει τις αρχές της «Πολιτείας» στη Σικελία.
Ειδικοί στον Πλάτωνα σύγχρονοι στοχαστές, πάντως, όπως οι αείμνηστοι Μάιλς Μπέρνγιατ και Μίκαελ Φρέντε, έσκιζαν τα πλατωνικά τους ιμάτια διατρανώνοντας ότι η επιστολή ήταν πλαστή καθώς δεν περιλάμβανε τίποτα από το γνωστό, εκλεπτυσμένο, ειρωνικό σωκρατικό ύφος που ταυτιζόταν με εκείνο του Πλάτωνα στους πρώτους διαλόγους, ούτε καν το βαθιά στοχαστικό των ύστερων. Ωστόσο, ο βιογράφος του Αλφρεντ-Εντουαρντ Τέιλορ στην εκτεταμένη βιογραφία του Πλάτωνα (κυκλοφορεί στα ελληνικά από το ΜΙΕΤ) επιμένει ότι η επιστολή ήταν γνήσια και ότι μας προσφέρει πολύτιμα στοιχεία για τις περιπέτειές του στις Συρακούσες. Το σίγουρο είναι ότι ο Πλάτων θέλησε να εφαρμόσει τα πολιτικά του σχέδια στις Συρακούσες ύστερα από τη συνάντηση που είχε με τον Διονύσιο τον Νεότερο το 367 π.Χ., λίγο δηλαδή πριν την άνοδό του στην εξουσία, ύστερα από τη μεσολάβηση του συμβούλου του Δίωνα, ο οποίος είχε γνωρίσει τον Πλάτωνα στην Αθήνα και είχε παρακολουθήσει τις φιλοσοφικές του διδασκαλίες.
Αυτή η φιλία όμως κίνησε τις υποψίες του καχύποπτου Διονύσιου, ο οποίος άρχισε να υποπτεύεται συνωμοσία των δύο φίλων εναντίον του, με αποτέλεσμα να οδηγήσει τον Πλάτωνα αρχικά στη φυλακή και κατόπιν να τον διώξει στην Αθήνα. Επιστρέφοντας στην ιωνική πρωτεύουσα ο φιλόσοφος ανέλαβε εκ νέου τη διεύθυνση της Ακαδημίας του και αυτές τις λεπτομέρειες μας προσφέρει η «Δέκατη Τρίτη Επιστολή, η οποία υποτίθεται ότι είναι ένα προσωπικό μήνυμα που έστειλε ο Πλάτωνας στον Διονύσιο. Το σίγουρο είναι ότι μετά από αυτές τις περιπέτειες ο Πλάτων κατέληξε σκλάβος στην κατεχόμενη από τους Σπαρτιάτες Αίγινα, το 404 π.Χ, κάτι που επιβεβαιώνει τώρα και ο πολύτιμος πάπυρος που «διάβασε» ο Ρανόκια.
Τι λέει ο πανεπιστημιακός Σάιμον Κρίτσλεϊ
Πολλές είναι ωστόσο οι αντιφάσεις του Πλάτωνα, κάτι που ενδεχομένως να επιβεβαιώνει και τη γνησιότητα των επιστολών, ακόμα και στην ίδια τη φιλοσοφία του, αλλά και τις πολιτικές θέσεις του. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι στο 10ο βιβλίο της μνημειώδους «Πολιτείας» του θέλησε να εξορίσει τους ποιητές από το ιδανικό πολίτευμα των φιλοσόφων-βασιλέων, με πρώτον απ’ όλους τον Ομηρο, ακριβώς ως διαφθορείς των ανθρώπων που επιδιώκουν το πραγματικό αγαθό, ενώ ξέρουμε ότι στην πραγματικότητα ήταν ο ίδιος ποιητής, ειδικά κατά τα νεανικά του χρόνια.
Αλλά και ο Νίτσε υποστηρίζει αυτή την πεποίθηση, υπογραμμίζοντας με έμφαση ότι ο Πλάτων κοιμόταν τα βράδια με τα έργα του σπουδαίου κωμικού ποιητή Αριστοφάνη κάτω από το σκληρό του στρώμα. Ισως γι’ αυτό, αλλά και για τη γνωστή του απέχθεια στη ρητορική σχολή και τους σοφιστές που ανθούσαν στα χρόνια του, οι περισσότερες ευνοϊκές αναφορές σχετικά με τον Πλάτωνα δεν γίνονται από τους συγκαιρινούς του, αλλά από τους ύστερους μαθητές της Ακαδημίας και τους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους των ελληνιστικών χρόνων.
Αμέτρητοι θρύλοι
Αμέτρητοι είναι, όπως είναι αναμενόμενο, και οι θρύλοι γύρω από τη ζωή και το όνομά του: ο Σενέκας επέμενε ότι ο Πλάτων πέθανε την ημέρα των γενεθλίων του στη μεγάλη -για την εποχή- ηλικία των 81 ετών, ενώ ο Νεάνθης έλεγε ότι έφυγε αργότερα, στα 84. Ενα αμφίβολης εγκυρότητας αφήγημα του Απουλήιου, το οποίο αναφέρει ο πανεπιστημιακός Σάιμον Κρίτσλεϊ στο «Βιβλίο των Νεκρών Φιλοσόφων», λέει ότι ο Σωκράτης ονειρεύτηκε κάποτε καθισμένο στο γόνατό του έναν νεοσσό κύκνο.
Ξαφνικά, τα πούπουλά του φούντωσαν, αμέσως άνοιξε τα φτερά του και υψώθηκε στον ουρανό κελαηδώντας γλυκύτατα. Την επόμενη μέρα ο πατέρας του Πλάτωνα παρουσίασε τον νεογέννητο γιο του στον Σωκράτη, και εκείνος αναφώνησε: «Αυτός είναι ο κύκνος που είδα!». Στο ίδιο βιβλίο ο Κρίτσλεϊ αναφέρει ότι σύμφωνα με τον Κικέρωνα ο Πλάτωνας απεβίωσε την ώρα που έγραφε. Ομως ο Ερμιππος λέει ότι πέθανε σε ένα γαμήλιο φαγοπότι σε ηλικία 81 ετών και ότι ενταφιάστηκε στον χώρο της Ακαδημίας. Ο Νεοπλατωνικός της Αναγέννησης Μαρσίλιο Φιτσίνο προσθέτει ότι ο Πλάτωνας πέθανε ανήμερα των γενεθλίων του και σχολιάζει ότι ο αριθμός 81 έχει τεράστια σημασία καθώς είναι ο τελειότερος, γινόμενο του 9 επί 9 και άθροισμα του 8 συν 1.
Ομως μία διαφορετική εκδοχή αναφέρει ότι ο Πλάτωνας πέθανε μαστιζόμενος από ψείρες. Πάντως, «όποιος διαδίδει μια τόσο σιχαμερή ιστορία τον θίγει βαθύτατα, αποφαίνεται το 1687 ο εμβριθής Τόμας Στάνλεϊ στην “Ιστορία της Φιλοσοφίας”», καταλήγει ο Κρίτσλεϊ.
Οι ανασκαφές
Αυτό που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα από τις πηγές, και επιβεβαιώνουν οι πάπυροι που διαβάστηκαν με το «βιονικό μάτι», είναι ότι ο Πλάτων θέλησε να ταφεί στον χώρο της Ακαδημίας ύστερα από σαράντα χρόνια διδασκαλίας, που ουσιαστικά βρισκόταν στον τόπο καταγωγής και διαμονής του. Ο Κολωνός θεωρούταν τότε ένα αριστοκρατικό προάστιο, κάτι που καταδείκνυε και την καταγωγή του Πλάτωνα, ο οποίος θέλησε να στήσει την Ακαδημία του επιστρέφοντας από τις Συρακούσες στο ίδιο σημείο το 387 π.Χ.
Η περιοχή δεν ταυτιζόταν τυχαία με έναν θεωρούμενο ιερό χώρο, καθώς κατά τον μύθο ο Θησέας είχε κρύψει εκεί την Ελένη και στη συνέχεια ταυτιζόταν με τους Διόσκουρους, ενώ επίσης είναι το σημείο απ’ όπου άρχιζε λαμπαδηδρομία προς το Δίπυλο, προς τιμήν των πεσόντων που θάβονταν στο Δημόσιο Σήμα, εκεί δηλαδή όπου εκφώνησε ο Περικλής τον περίφημο λόγο του για τους νεκρούς του Πελοποννησιακού Πολέμου. Σε αυτό ακριβώς το σημείο ο Πλάτων θέλησε να στήσει το ιδιότυπο πνευματικό «αρχηγείο» του, γνωρίζοντας ότι θα είναι προστατευμένο απέναντι στους εχθρούς λόγω της ιερότητάς του: δεν είναι τυχαίο ότι το σεβάστηκαν ακόμα και οι Σπαρτιάτες όταν εισέβαλαν το 413 π.Χ στην Αττική.
Ο πρώτος που φάνηκε να το λεηλατεί είναι ο Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας, που, σύμφωνα με τον Διογένη τον Λαέρτιο, «έβαλε τα χέρια του πάνω στα ιερά άλση και λεηλάτησε την Ακαδημία που ήταν τοποθετημένη στα πιο δασώδη προάστια της πόλης, καθώς και το Λύκειο». Επρόκειτο για μια τόσο συντριπτική καταστροφή που η πλατωνική Ακαδημία δεν κατάφερε να ξαναλειτουργήσει στο ίδιο σημείο και μεταφέρθηκε στο Αριστοτελικό Λύκειο, κάτι που επιβεβαιώνει και ο Κικέρων που την επισκέφτηκε.
Τελικά έκλεισε οριστικά το 529 μ.Χ. -ύστερα από το διάταγμα του Ιουστινιανού- και οι πολύτιμοι πάπυροι με τα φιλοσοφικά συγγράμματα του Πλάτωνα μεταφέρθηκαν από τους μαθητές και τα λιγοστά μέλη, όπως ο νεοπλατωνιστής Σιμπλίκιος, στην αυλή του Χοσρόη Α’ στην Περσία.
Σύμφωνα με τις πηγές και τα μέχρι σήμερα δεδομένα, η πιθανότερη τοποθεσία της εισόδου της Ακαδημίας είναι εκεί όπου βρίσκεται σήμερα η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, ενώ ο χώρος της Ακαδημίας σύμφωνα με την (επαν)εξέταση όχι μόνο των κειμένων αλλά και άλλου είδους ευρημάτων εκτείνεται σε μια ευρύτερη περιοχή, πέραν της σημερινής Ακαδημίας Πλάτωνος. Οπως ανέφερε σχετικά η αρχαιολόγος Εφη Λυγκούρη σε ομιλία της με θέμα «Η αρχαία Ακαδημία. Η ιστορία του χώρου και των ανασκαφών» στον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων: «Τα μέχρι σήμερα ανασκαφικά δεδομένα καταδεικνύουν ότι το προάστιο της αρχαίας Ακαδημίας με το ιερό άλσος που ήταν αφιερωμένο στην Αθηνά, με τους βωμούς των θεών και το περίφημο Γυμνάσιο κοντά στο οποίο ίδρυσε ο Πλάτων τη Φιλοσοφική του Σχολή, δεν περιορίζεται μέσα στα συμβατά όρια του σημερινού κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου της Ακαδημίας.
Ο χώρος στην αρχαιότητα πρέπει να ήταν πολύ πιο εκτεταμένος προς τα δυτικά (προς τον Ιππιο Κολωνό) κοντά στις όχθες του αρχαίου Κηφισού. Ομως, παρά τις ανασκαφές στην περιοχή, το θέμα της ταυτίσεως και χρονολογήσεως των μνημείων που έχουν έρθει στο φως εξακολουθεί να παραμένει ανοικτό».
Oσον αφορά το ανασκαφικό μέρος, οι περισσότερες σωζόμενες αρχαιότητες της Ακαδημίας του Πλάτωνα, όπως τα αγάλματα που κοσμούσαν τον ναό κ.λπ., ήρθαν στην επιφάνεια χάρη στις ανασκαφικές έρευνες που πραγματοποίησε ο Αριστόφρων, ένας φανατικός αναγνώστης του φιλοσόφου από την Αίγυπτο, ο οποίος ανέσκαψε την περιοχή με δικές του δαπάνες στις αρχές του περασμένου αιώνα. Στόχος του ήταν όχι μόνο να φέρει στην επιφάνεια την Ακαδημία και τον τάφο του Πλάτωνα, αλλά να αναβιώσει συνολικά τη σχολή του κατά τα αρχαία πρότυπα, στοχεύοντας στο «Κοινόν των Ακαδημιών». Κατάφερε μάλιστα να πείσει ώστε να ιδρυθεί η Ακαδημία Αθηνών, ως συμβολικός τόπος, όπου ανακοινώθηκαν τα πολύτιμα ευρήματα των ανασκαφικών δραστηριοτήτων το 1933.
Οι ανασκαφές συνεχίστηκαν μετά τον θάνατό του στην περιοχή από το 1955 μέχρι το 1963 από τον αρχαιολόγο Σταυρόπουλο, αλλά σταμάτησαν πολλές φορές στην πορεία λόγω της τερατώδους οικιστικής εκμετάλλευσης της περιοχής, με τις πολυκατοικίες να σκεπάζουν για πάντα τις προσδοκίες να βρεθεί κάτι που θα μοιάζει με τον τάφο του Πλάτωνα.
Οι θεωρίες
Μετά από μεγάλους αγώνες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας κατάφερε να χαρακτηριστεί αρχαιολογικός ένας χώρος 150 στρεμμάτων, φτάνοντας στο σημερινό όραμα της Γ’ Εφορείας να καταφέρει να διαμορφωθεί στο σημείο αυτό ένα μουσείο -το περίφημο Μουσείο των Αθηνών- που θα μπορούσε να στεγάσει τις σχετικές αρχαιότητες. Και ενώ τίποτα ακόμα δεν είναι σίγουρο αναφορικά με την πορεία αυτών των εργασιών, οι θεωρίες για την ακριβή τοποθεσία της Ακαδημίας φαίνονται να διευρύνονται και να εντοπίζονται σε μια χτισμένη σήμερα περιοχή προς τον Κηφισό. Σε ένα ψηφιδωτό από την Πομπηία, μια λεπτομέρεια την οποία επεσήμανε η αρχαιολόγος Εφη Λυγκούρη, που βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο της Νάπολης, όπως και οι περίφημοι πάπυροι, ο Πλάτων φαίνεται να συζητά με άλλους φιλοσόφους σε έναν υπαίθριο χώρο κάτω από τα μεγάλα δέντρα της Ακαδημίας.
Μερικοί από τους στοχαστικούς μαθητές του κρατούν παπύρους και κάθονται σε έναν ημικυκλικό πάγκο, ενώ κοντά τους διακρίνεται ένα κιβώτιο που χρησίμευε για τη φύλαξη των παπύρων. Στο βάθος δεξιά απεικονίζονται τα τείχη της Αθήνας με τον Παρθενώνα, κάτι που, σύμφωνα με την αρχαιολόγο, δείχνει την απόσταση της Ακαδημίας από την πόλη των Αθηνών ανατρέποντας τις μέχρι σήμερα αντιλήψεις για τον συγκεκριμένο χώρο, στην περιοχή Ακαδημίας Πλάτωνος και του Μπύθουλα.
Ανεξαρτήτως πάντως του συγκεκριμένου τόπου, το σίγουρο είναι ότι το πλατωνικό πνεύμα εξακολουθεί να περιφέρεται στην καρδιά της Αθήνας προκαλώντας πλήθος συζητήσεων στους θιασώτες της σκέψης του αλλά και τους σημερινούς Αθηναίους, που αδυνατούν να πιστέψουν ότι κάτω από τις πιο υποβαθμισμένες περιοχές της Αθήνας είναι θαμμένος ο κορυφαίος φιλόσοφος της πόλης, μια θεωρία που μοιάζει περίπου με σωκρατική ειρωνεία ή με ειρωνεία της ίδιας της ιστορίας της πόλης.
Πηγή: protothema.gr