Με βάση τις εκθέσεις των διεθνών οργανισμών αλλά και των οίκων αξιολόγησης, η Ελλάδα απολαμβάνει πολιτική ομαλότητα και η κυβέρνηση ασκεί αναπτυξιακή πολιτική λύνοντας τα δημοσιονομικά προβλήματα του παρελθόντος με πρώτο το χρέος που κατέγραψε και το 2024 μείωση 10,3% την μεγαλύτερη εντός της ΕΕ. Συνεπώς “μέσα πάμε καλά”.
Ωστόσο, η ανάκαμψη της οικονομίας επηρεάστηκε αρνητικά από την κρίση που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού και στην συνέχεια, η ενεργειακή κρίση η οποία ξεκίνησε με τον πόλεμο στην Ουκρανία την οποία διαδέχθηκε μια παγκόσμια πληθωριστική κρίση.
Σήμερα η Ελλάδα έχει εισέλθει μαζί με την υπόλοιπη Ευρώπη σε μια δίνη που αφορά το παγκόσμιο εμπόριο, λόγω των δασμών Τραμπ. Οι συνέπειες δεν μπορούν ακόμη να μετρηθούν καθώς το δόγμα του νέου Αμερικανού Προέδρου είναι “Πρώτα τους σοκάρουμε και μετά … διαπραγματευόμαστε”. Ωστόσο οι παλινδρομήσεις της νέας ηγεσίας των ΗΠΑ σε ό,τι αφορά την εμπορική πολιτική της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου έχουν κάνει ήδη ζημιά. Έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα αβεβαιότητας σε όλο τον κόσμο. Σε τέτοιες συνθήκες η πιο συνηθισμένη στάση είναι η … στάση αναμονής. Κάτι τέτοιο είναι κακό για την Ελλάδα η οποία αναδύεται αργά ως επενδυτικός προορισμός, αναμένοντας την συνέχιση της ροής των επενδύσεων από το εξωτερικό . Οι άμεσες ξένες επενδύσεις έφτασαν το 2024 τα 6 δις ευρώ και σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, αφορούν πλέον σε ποσοστό 60% παραγωγικές επενδύσεις. Με την απειλή των δασμών Τραμπ όμως, η Ελλάδα έχει για φέτος σιγουριά μόνο για τις επενδύσεις ύψους 14,5 δις ευρώ από το ΠΔΕ.
Επίσης, η Ελλάδα κινδυνεύει, λόγω δασμών, να “μοιραστεί” με την υπόλοιπη Ευρώπη, ένα μέρος της επιβράδυνσης από 0,5% έως και 0,8% (ανάλογα με τις εξελίξεις). ΔΝΤ και Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχουν αναθεωρήσει επίσημα το ρυθμό ανάπτυξης της ΕΕ από 1,2% και 1,4% αντίστοιχα που προέβλεπαν στο τέλος του 2024, σε 0,7% και 0,8%, με βάση τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία. Η επιβράδυνση για την Ελλάδα αναμένεται να έχει σημείο αναφοράς τον ρυθμό αύξησης των εξαγωγών, τις οποίες απορροφά σε ποσοστό 65% η ΕΕ και σε πολύ μικρότερο βαθμό, τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ που αντιπροσωπεύουν το 5% του συνόλου. Το κρίσιμο ερώτημα είναι η επίπτωση στον τουρισμό. Τούτο όχι τόσο στη high season (μέχρι και τα μέσα Αυγούστου), όσο στην διάρκεια της τουριστικής περιόδου. Αν δηλαδή θα συνεχιστεί η ροή τουριστών από την Κεντρική και την Βόρεια Ευρώπη και τους μήνες του φθινοπώρου ή θα έχει κάμψη μετά τον Αύγουστο.
Η ενεργειακή επάρκεια της Ευρώπης
Ένας ακόμη παράγοντας κινδύνου, ειδικά για το πεδίο του πληθωρισμού, μπορεί να προκύψει από την βούληση της ΕΕ να διακόψει εντελώς την προμήθεια ρωσικού φυσικού αερίου έστω και σε υγροποιημένη μορφή (LNG), μέχρι και το 2027. Μπορεί η περίοδος προσαρμογής που δίνεται να είναι αρκετή για να βρεθεί εναλλακτικός προμηθευτής από τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης που καλύπτουν τις ανάγκες τους με ρωσικό φυσικό αέριο. Όταν όμως η πρόταση της Επιτροπής γίνει απόφαση του Συμβουλίου θα προκαλέσει – σύμφωνα με τους ειδικούς του χώρου – αναστάτωση στην αγορά φυσικού αερίου, άγνωστο για πόσο χρονικό διάστημα.