Την ενίσχυση της ελληνικής ναυτικής ισχύος στη λεκάνη της Νοτιοανατολικής Μεσογείου υπογραμμίζουν οι τελευταίες εξελίξεις με επίκεντρο τη Γάζα, καθώς η συμφωνία για κατάπαυση του πυρός μεταξύ Χαμάς και Ισραήλ σηματοδότησε την επιστροφή της Αμερικής στη Μέση Ανατολή, μεταβάλλοντας τα δεδομένα για όλους τους περιφερειακούς παίκτες.
Στο πλαίσιο αυτό, το Πεντάγωνο δεν φαίνεται διατεθειμένο να χάσει το momentum της διατήρησης ενός ισχυρού και διακριτού ρόλου στην ευρύτερη περιοχή, δίνοντας συνέχεια στην ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού μέσα από το νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα των Ενόπλων Δυνάμεων, το οποίο προβλέπει την απόκτηση τεσσάρων υποβρυχίων.
Ηδη, η επιθυμία της Αθήνας για την πρόσκτηση δύο ιταλικών φρεγατών Bergamini -με δικαίωμα για άλλες δύο ακόμη- αποδείχθηκε, κατά πληροφορίες, ιδιαίτερα απαιτητική άσκηση, καθώς το ενδιαφέρον για τα συγκεκριμένα πλοία υπήρξε κάτι περισσότερο από έντονο από σειρά κρατών, ανάμεσα στα οποία το ελληνικό Πεντάγωνο κέρδισε το πλεονέκτημα.
Την ίδια στιγμή, η ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού καθίσταται στρατηγικής σημασίας μετά τις γεωπολιτικές εξελίξεις στη Συρία και τη Γάζα, καθώς αυτές προοιωνίζονται την «επόμενη ημέρα» στη Μέση Ανατολή, αφήνοντας πίσω την ισορροπία ισχύος του 20ού αιώνα.
Και κατασκευαστική μονάδα
Στην κατεύθυνση αυτή, το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού δέχεται ήδη κρούσεις από κατασκευάστριες εταιρείες, καθώς μετά τις φρεγάτες FDI σειρά παίρνουν τα τέσσερα υποβρύχια. Ιδίως όταν η έλευση του «Κίμωνα», της πρώτης φρεγάτας Belharra, έχει δρομολογηθεί για τις αρχές Γενάρη του 2026, ανοίγοντας το πεδίο για νέες αγορές.
Σε αυτή τη συνθήκη, τις ναυπηγικές προτάσεις τους στον τομέα των υποβρυχίων και μη επανδρωμένων συστημάτων έχουν ήδη καταθέσει, κατά πληροφορίες, προς τους επιτελείς του Πενταγώνου εταιρικά σχήματα από τη Σουηδία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, αλλά και δύο εταιρείες από τη Νότια Κορέα.
Η αυξημένη ζήτηση δεν είναι ασύνδετη με τις νέες δυνατότητες που προσφέρει το ευρωπαϊκό πρόγραμμα SAFE, αλλά και συλλήβδην το νέο πλαίσιο κοινής αμυντικής βιομηχανίας για τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., σε μια περίοδο όπου αυξάνονται κατακόρυφα οι περιφερειακές προκλήσεις.
Υπό αυτή την έννοια, για την ελληνική πλευρά ζητούμενο αποτελεί η δημιουργία κατασκευαστικής και επισκευαστικής μονάδας για τα υποβρύχια σε συνεργασία με τα ελληνικά ναυπηγεία, όταν διακηρυγμένο στόχο του υπουργείου Εθνικής Αμυνας αποτελεί η εθνική συμμετοχή στο εξοπλιστικό πρόγραμμα των Ενόπλων Δυνάμεων να ανέρχεται σε ποσοστό 25%, με κριτήριο την ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών, αλλά και τη μεταφορά τεχνογνωσίας.
Την ίδια στιγμή, η τυχόν συμπερίληψη -ως συμβατική υποχρέωση- δημιουργίας μονάδας για τα υποβρύχια επί ελληνικού εδάφους προβάλλει ως εξαιρετικά δελεαστική πρόταση για τους ενδιαφερόμενους, καθώς μια τέτοια εξέλιξη ευνοείται από τις συνέργειες που προβλέπονται στο νέο αμυντικό δόγμα της Ε.Ε., ανοίγοντας τον δρόμο σε αλλοδαπές εταιρείες να αποκτήσουν πρόσβαση στον ευρωπαϊκό αμυντικό κουμπαρά.
Ηδη, η εικόνα που έχουν σχηματίσει οι επιτελείς του Πενταγώνου είναι πως ο πήχης των προδιαγραφών θα κινηθεί πολύ υψηλά, τόσο λόγω των νέων δυνατοτήτων που προσφέρει η τρέχουσα τεχνολογία όσο και των χρηματοδοτικών εργαλείων που μπορούν να υποστηρίξουν ένα τόσο απαιτητικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, αν και μέχρι στιγμής το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά του αναφορικά με τα τεχνικά χαρακτηριστικά των νέων υποβρυχίων.
Δεκαπλάσια ισχύς
Ξεκινώντας πάντως στα μέσα του καλοκαιριού τη σχετική συζήτηση για την απόκτηση νέων υποβρυχίων, ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Νίκος Δένδιας είχε επισημάνει πως αυτό θα είναι σε βάθος δεκαετίας, δηλαδή μετά το 2030, καθώς «τα υποβρύχια δεν παράγονται γρήγορα», όπως είχε επισημάνει, για να συμπληρώσει ότι οι αγορές και οι συμπράξεις στο νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα «οδηγούν σε ένα Πολεμικό Ναυτικό δέκα φορές πιο ισχυρό από οτιδήποτε έχει γνωρίσει ο Ελληνισμός μέχρι σήμερα».
Σημειωτέον ότι το Πολεμικό Ναυτικό διαθέτει 4 υποβρύχια τύπου «Παπανικολής», 3 υποβρύχια τύπου «Ποσειδών», 1 τύπου «Γλαύκος» και 1 τύπου «Ωκεανός», με τα παλαιότερα να έχουν καθελκυστεί το 1979.
Πηγή: Πρώτο Θέμα