Στήριξη της υπαίθρου με δημογραφικά-πληθυσμιακά κριτήρια – Ποια είναι τα εργαλεία για την προστασία της περιουσίας, παράλληλα με την προσπάθεια επιστροφής των νέων στην Περιφέρεια
Σε τροχιά θεσμικής αποκατάστασης, με κριτήρια δημογραφικά αλλά και ενίσχυσης της υπαίθρου, μπαίνουν χιλιάδες οικισμοί ανά τη χώρα, με στόχο την εξεύρεση μιας μεταβατικής ρύθμισης που θα καθορίσει την τύχη των οικοπέδων που χαράχτηκαν με τα όρια που έβαλαν oι νομάρχες στα χωριά, δίνοντας τέλος στην πολύχρονη πολεοδομική αβεβαιότητα.
Κανόνες
Η νέα ρύθμιση που επεξεργάζεται η κυβέρνηση υπό το βάρος της κοινωνικής και κοινοβουλευτικής πίεσης που προκαλεί η οριοθέτηση των οικισμών κάτω των 2.000 κατοίκων αναμένεται μέσα στον Ιούνιο, με στόχο τη διευθέτηση μιας μεγάλης εκκρεμότητας που θα δώσει τις κατευθυντήριες γραμμές στους μελετητές για την υλοποίηση του πολεοδομικού σχεδιασμού σε όλη τη χώρα.
Επειτα από χρόνια στασιμότητας και δικαστικών εμπλοκών, η Πολιτεία επιχειρεί να θέσει ασφαλείς κανόνες για τον καθορισμό των ορίων των μικρών και προϋφιστάμενων του 1923 οικισμών. Η ρύθμιση αγγίζει άμεσα χιλιάδες ιδιοκτήτες, με μόνη εκκρεμότητα τη λεγόμενη Ζώνη Γ’ (που είναι η πιο απομακρυσμένη του οικισμού), η οποία βρίσκεται ήδη στο μικροσκόπιο της κυβέρνησης με στόχο τη θεσμική επανένταξη.
Πρόκειται για το τμήμα του οικισμού που επεκτάθηκε αυθαίρετα με αποφάσεις νομαρχών από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και έπειτα και έχει ήδη χαρακτηριστεί παράνομο από το Συμβούλιο της Επικρατείας λόγω απουσίας (κατά την οριοθέτηση) επιστημονικών κριτηρίων. Τα τμήματα αυτά έχουν ήδη κριθεί μη νόμιμα από το ανώτατο δικαστήριο, θέτοντας μη οικοδομήσιμα και τα αδόμητα οικόπεδα που βρίσκονται μέσα σε αυτά.
Το νέο πλαίσιο που θα φέρει η κυβέρνηση για τους οικισμούς αυτούς ο στόχος είναι να αποτελέσει όχι απλώς μια πολεοδομική μεταρρύθμιση, αλλά ένα κρίσιμο εργαλείο για την προστασία των μικρών οικισμών, τη συγκράτηση του πληθυσμού στην ύπαιθρο και την προστασία της ιδιοκτησίας.
Το βασικό δίλημμα
Ο υφυπουργός Περιβάλλοντος Νίκος Ταγαράς, μιλώντας στο «ΘΕΜΑ», αναφέρεται στην ευρύτερη στόχευση της ρύθμισης για την οριοθέτηση των οικισμών, η οποία, όπως αναφέρει, είναι πέρα από αυστηρά πολεοδομικά και χωροταξικά κριτήρια, θέτοντας στο επίκεντρο την ανάγκη για στήριξη της υπαίθρου και του Δημογραφικού. «Δεν μπορείς να αξιολογείς μόνο με πληθυσμιακά δεδομένα τους οικισμούς. Αν πηγαίναμε μόνο με το κριτήριο του πληθυσμού, θα έπρεπε κάθε φορά που μειώνεται να μικραίνουμε και τα όριά τους. Δηλαδή να σβήσουμε σταδιακά την επαρχία και να γυρίσουμε όλοι στην Αθήνα», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ενα ακίνητο, όπως λέει, μπορεί να μη χτίστηκε ποτέ, αλλά έχει αξία για να το πουλήσει κάποιος, να το μεταβιβάσει, να το αξιοποιήσει. Η απαξίωση αυτής της αξίας είναι κοινωνικό, οικονομικό αλλά και αναπτυξιακό πρόβλημα.
Ο ίδιος περιγράφει το βασικό δίλημμα ως αναζήτηση της ισορροπίας ανάμεσα στο άρθρο 24 του Συντάγματος για την προστασία του περιβάλλοντος και το άρθρο 17 για την προστασία της ιδιοκτησίας. Στο πνεύμα αυτό δηλώνει ότι η εντολή του πρωθυπουργού είναι να εξεταστούν όλες οι κοινωνικές και πολεοδομικές παράμετροι, με στόχο όχι μόνο τη διατήρηση των υφιστάμενων οικισμών, αλλά και την ενίσχυση της αποκέντρωσης, την επιστροφή των νέων στα χωριά, ακόμη και την προσέλκυση νέων κατοίκων.
Η δέσμευση
Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός έχει αναγνωρίσει τις ανησυχίες που έχουν εκφραστεί από πολίτες και τοπικές κοινωνίες σχετικά με τις επιπτώσεις της πολεοδομικής αναδιάρθρωσης και έχει δώσει το πολιτικό στίγμα που είναι μια θεσμική παρέμβαση που δεν θα απαξιώνει την περιουσία, βάζοντας στο τραπέζι την αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος περί προστασίας του περιβάλλοντος. Το Σύνταγμα, όπως έχει τονίσει, ορίζει ότι για να επεκταθούν τα όρια του οικισμού πρέπει να γίνει πολεοδόμηση.
«Το ακούω αλλά από την άλλη το Σύνταγμα έχει κατοχυρώσει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του πολίτη που αγόρασε ένα οικόπεδο γνωρίζοντας ότι μπορούσε να το χτίσει. Δεν μπορείς να έρχεσαι αυτό και να το αλλάζεις», δήλωσε ο πρωθυπουργός. Και έδωσε ένα πλαίσιο της ρύθμισης λέγοντας ότι «αλλιώς αντιμετωπίζω έναν οικισμό 2.000 κατοίκων και αλλιώς ένα χωριό 300 κατοίκων», διερωτώμενος μάλιστα πώς μπορεί να γίνει πολεοδόμηση σε ένα χωριό 300 κατοίκων.
Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει την ανομοιογένεια μεταξύ των οικισμών: των πολύ μικρών χωριών των 50 και 100 κατοίκων αλλά και άλλων που τον χειμώνα ερημώνουν και το καλοκαίρι γεμίζουν από παραθεριστές και τουρίστες. Για να υπάρξει ένας αξιόπιστος διαχωρισμός γι’ αυτούς τους οικισμούς, θα μπορούσαν, όπως αναφέρουν στο ΥΠΕΝ, να επιστρατευτούν τα δημογραφικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ αλλά και λογαριασμοί κοινής ωφέλειας (ρεύματος ή νερού) προκειμένου να αποτυπωθεί το μέγεθος του πληθυσμού και από την κατανάλωση.
Το πρόβλημα
H κυβέρνηση επιμένει ότι η ρύθμιση που επεξεργάζεται δεν θα αφαιρέσει περιουσία από τους πολίτες αλλά θα αποκαταστήσει τη νομιμότητα, επισημαίνοντας ότι σε μια διετία θα θεσμοθετηθούν οριστικά τα νέα όρια με επιμέρους Προεδρικά Διατάγματα, έπειτα από διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες (στο πλαίσιο των Τοπικών και Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων).
Όπως υπογραμμίζει ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, «το νέο Π.Δ. δεν επαναχαράσσει όρια, αλλά εισάγει τη μεθοδολογία και τη διαδικασία για το πώς αυτά θα καθοριστούν με επιστημονική τεκμηρίωση, διαβούλευση και -κυρίως- θεσμική κατοχύρωση από το ΣτΕ».
Ο σχεδιασμός αφορά συνολικά 257 πολεοδομικές μελέτες, οι οποίες εξελίσσονται ήδη στο πλαίσιο του προγράμματος «Κωνσταντίνος Δοξιάδης», με χρηματοδότηση που φτάνει το 1 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Ωστόσο, το Διάταγμα έχει ήδη προκαλέσει αντιδράσεις σε τοπικές κοινωνίες, κυρίως για το τι θα ισχύσει για ακίνητα που βρίσκονται στην αποκαλούμενη Ζώνη Γ’, η οποία υπήρχε στο αρχικό σχέδιο Π.Δ. του ΥΠΕΝ αλλά απορρίφθηκε από το ΣτΕ ως μη νόμιμη. Οσο για τις υπόλοιπες ζώνες (Α’, Β’ και Β1’), η οικοδομησιμότητα παραμένει ως έχει, με τις αρτιότητες να ξεκινούν από 150 τ.μ. έως και 2 στρέμματα.
Γι’ αυτές ισχύουν όσα προβλέπονται από το Π.Δ. του 1981 για την οριοθέτηση των προϋφιστάμενων του 1923 οικισμών και από το Π.Δ. του 1985 για τους οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων. Και τα δύο Προεδρικά Διατάγματα με τους όρους τους ενσωματώθηκαν πλήρως στο πρόσφατο Π.Δ. του Απριλίου για τους οικισμούς.
Η Ζώνη Γ’
Μεγάλο αγκάθι παραμένει η Ζώνη Γ’, που απορρίφθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας, καθώς τα αδόμητα οικόπεδα σε αυτή δεν θεωρούνται οικοδομήσιμα, εκτός αν υπάρξει νέα επιστημονική και θεσμικά επεξεργασμένη ρύθμιση.
Γι’ αυτό έχει αποφανθεί από το 2017 και 2021 αντίστοιχα με διαδοχικές αποφάσεις το Συμβούλιο της Επικρατείας, με αποτέλεσμα την πολεοδομική παράλυση τα τελευταία 8 χρόνια σε 79 οικισμούς του Ρεθύμνου και τα τελευταία 6 χρόνια σε 67 οικισμούς του Πηλίου λόγω δικαστικών αποφάσεων.
Να σημειωθεί ότι το Προεδρικό Διάταγμα δεν αφορά οικισμούς με πληθυσμό πάνω από 2.000 κατοίκους, ούτε τους νέους οικισμούς που δημιουργήθηκαν μετά το 1983, καθώς και τους παραλιακούς οικισμούς που εντάσσονται σε Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου (ΖΟΕ) σε συγκεκριμένες περιφερειακές ενότητες, όπως η Αττική, η Εύβοια, η Κορινθία, η Θεσσαλονίκη, η Πιερία και η Χαλκιδική.