Η πρώτη απάντηση του Αρείου Πάγου στο ζήτημα αντισυνταγματικότητας της νομικής αναγνώρισης στην ισότητα στο γάμο (γάμος ομόφυλων ζευγαριών) που θέτει ένας δικηγόρος, περιγράφεται σε γνωμοδότηση του αντεισαγγελέα του Ανωτάτου Δικαστηρίου την οποία παραθέτει το capital.gr.
Ο δικηγόρος κατέφυγε ενώπιον του Αρείου Πάγου, ζητώντας τη νομική γνωμοδότηση της Εισαγγελίας του Δικαστηρίου για ένα θέμα που ήδη απασχολεί το Συμβούλιο της Επικρατείας στο οποίο κατατέθηκε η πρώτη αίτηση ακύρωσης της σχετικής υπουργικής απόφασης.
Ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Χρήστος Μπαρδάκης, αναφέρεται στο γεγονός ότι δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες της Εισαγγελίας να γνωμοδοτήσει για νομικούς προβληματισμούς μέρους μεμονωμένου ιδιώτη (δικηγόρου εν προκειμένω) καθώς “…η γνωμοδοτική αρμοδιότητα του Εισαγγελέα του Αρείου, συνίσταται στη διατύπωση της γνώμης του γενικώς και αφηρημένως ως προς την αμφιλεγόμενη έννοια διατάξεων νόμων επί ζητημάτων γενικότερου ενδιαφέροντος και πάντως όχι επί υποθέσεων επί των οποίων επελήφθησαν οι αρμόδιες δικαστικές και εισαγγελικές αρχές ή επί θεμάτων που απασχόλησαν ή πρόκειται να απασχολήσουν τα δικαστήρια ή τα δικαστικά συμβούλια προς αποφυγή επηρεασμού της κρίσης τους ενόψει μάλιστα των προβλεπομένων ενδίκων μέσων και βοηθημάτων”.
Κι αυτό γιατί “…το αντικείμενο της Γνωμοδότησης του Ανώτατου Εισαγγελέα, πρέπει να αφορά ευρύτατες κατηγορίες προσώπων, αφού μόνον τότε πρόκειται περί νομικού ζητήματος που παρουσιάζει γενικότερο ενδιαφέρον για τον οποίο λόγο, και δεν υφίσταται τέτοια αρμοδιότητα επί υποβολής μεμονωμένων ερωτημάτων ιδιωτών”.
Ενδείξεις
Παρόλα αυτά είναι σχεδόν προφανής η νομική σκέψη του έμπειρου εισαγγελικού λειτουργού, καθώς παραθέτει δημόσια διατυπωμένες νομικές θέσεις που κατατείνουν προς την συνταγματικότητα του νόμου:
– Της επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής η οποία στο πλαίσιο του γνωμοδοτικού προελέγχου του νομοσχεδίου αποφάνθηκε ότι “με την επέκταση της δυνατότητας σύναψης γάμου και σε πρόσωπα του ίδιου φύλου, το νομοσχέδιο υλοποιεί τη συνταγματική αρχή της ελευθερίας (άρθρο 5 παρ. 1 Συντάγματος) και τη συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Συντάγματος)”.
– Η υπηρεσία της Βουλής θυμίζει και την πάγια νομολογία του Ευρωπαικού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σύμφωνα με την οποία “κατ’ εφαρμογή του άρθρου 21 παρ. 1 του Συντάγματος, οι νέες ρυθμίσεις οργανώνουν μορφές έννομης αναγνώρισης και προστασίας και σε άλλες περιπτώσεις σχέσεων που εμπίπτουν στην έννοια της οικογένειας, σύμφωνα και με την πάγια νομολογία του ΕΔΔΑ”.
– Εξαιρετικά σημαντική πάντως κρίνεται η επίκληση και της απόφασης του Γ’ Τμήματος του ΣτΕ (2003/2018) για τη συνταγματικότητα του συμφώνου συμβίωσης ανεξαρτήτως φύλου των μερών (ν. 4356/2015), με το άρθρο 21 του Συντάγματος. Σύμφωνα με τον κ.Μπαρδάκη με αυτό τον τρόπο το ΣτΕ “..δέχθηκε ότι η εν λόγω συνταγματική διάταξη έχει προεχόντως κατευθυντήριο χαρακτήρα και ερμηνεύεται σε συνδυασμό με τις συνταγματικές αρχές της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, της ισότητας και της προστασίας της ιδιωτικής ζωής”.
Το ΣτΕ
Η τελευταία αναφορά έχει ξεχωριστή σημασία δεδομένου ότι ήδη η πρώτη προσφυγή κατά του γάμου ομόφυλων ζευγαριών κατατέθηκε από 3 σωματεία μετά την έκδοση, βάσει του νόμου, της πρώτης υπουργικής απόφασης με την οποία καθορίζεται ο τρόπος τήρησης των ληξιαρχικών βιβλίων για την καταγραφή των στοιχείων γονέων και συζύγων επί των ληξιαρχικών πράξεων γέννησης και γάμου. Η προσφυγή ουσιαστικά βάζει στη δικαστική “μέγγενη” όλα όσα ακουστήκαν το διάστημα της συζήτησης επί του νομοσχεδίου και της ψήφισης του, θέτοντας σε πρώτο πλάνο το θεσμό του γάμου και την υιοθεσία σε σχέση με την οικογένεια. Δηλαδή θεωρούν πως θίγεται (τροποποιείται) ο πυρήνας της οικογένειας.
Πηγή: capital.gr