Καθώς η θερινή περίοδος βρίσκεται στην κορύφωσή της και οι περισσότεροι εργαζόμενοι ετοιμάζονται για τις διακοπές τους, ο χρόνος μετρά αντίστροφα για τους εργοδότες που δεν έχουν καταβάλει ακόμη το επίδομα αδείας. Αν το σχετικό ποσό δεν εμφανιστεί στους τραπεζικούς λογαριασμούς των εργαζομένων πριν ξεκινήσουν την άδειά τους, προβλέπονται κυρώσεις και πρόστιμα.
Το επίδομα αυτό ισούται με το 50% του μηνιαίου μισθού για όσους αμείβονται με μισθό και με 13 ημερομίσθια για όσους εργάζονται με ημερομίσθιο. Η φετινή αύξηση του κατώτατου μισθού συνεπάγεται και μεγαλύτερο ποσό επιδόματος για περίπου 550.000 εργαζόμενους που αμείβονται με τα κατώτατα όρια.
Μετά την εφαρμογή της αύξησης στα 880 ευρώ μικτά, η οποία τέθηκε σε ισχύ τον Απρίλιο του 2025, το επίδομα αδείας διαμορφώθηκε σε 589,41 ευρώ, έναντι 556,05 ευρώ το 2024.
Παρά ταύτα, καθυστερήσεις στην καταβολή παρατηρούνται κάθε χρόνο, προκαλώντας την ενεργοποίηση των ελεγκτικών αρχών. Ο δικηγόρος Διονύσης Ρίζος δήλωσε στην ΕΡΤ πως, σε περίπτωση καθυστέρησης, ο εργοδότης κινδυνεύει με πρόστιμο έως 900 ευρώ από την Επιθεώρηση Εργασίας. Αν η συμπεριφορά χαρακτηριστεί καταχρηστική, τότε το πρόστιμο μπορεί να φτάσει έως και 2.000 ευρώ, ενώ ενδέχεται να κινηθεί και η αυτόφωρη διαδικασία.
Ο υπολογισμός του επιδόματος βασίζεται στον χρόνο εργασίας και στις πραγματικές τακτικές αποδοχές που καταβάλλονται κατά την άδεια. Το ποσό δεν μπορεί να υπερβαίνει τις αποδοχές 15 ημερών για τους μισθωτούς και 13 ημερών για ημερομισθίους, εργαζόμενους με ποσοστά ή άλλες μορφές αμοιβής.
Ο εργαζόμενος που αμείβεται με μισθό λαμβάνει μισό μηνιαίο μισθό ως επίδομα, ενώ αυτός που εργάζεται με ημερομίσθιο λαμβάνει 15 ημερομίσθια.
Το επίδομα προκαταβάλλεται, είτε ολικά κατά την έναρξη της άδειας, είτε σταδιακά μαζί με τις αποδοχές. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να καταβληθεί πριν από την αποχώρηση του εργαζομένου για τις διακοπές του.
Η συμμόρφωση των εργοδοτών με τις υποχρεώσεις τους για την καταβολή του επιδόματος αδείας αποτελεί νόμιμη υποχρέωση και κρίσιμο ζήτημα προστασίας της εργασιακής σχέσης, ιδίως ενόψει της καλοκαιρινής περιόδου, που αποτελεί δικαίωμα των εργαζομένων να απολαύσουν τις διακοπές τους χωρίς οικονομική εκκρεμότητα.