Πάνω σε τρία συν 2 σενάρια για τον τρόπο δίωξης των υπουργών και επιλογής της ηγεσίας των δικαστηρίων έχει ξεκινήσει ο διάλογος για την συνταγματική αναθεώρηση που ανοίγει όχι μόνο για τους θεσμικούς λόγους που επιτάσσει η χρονική συγκυρία της προτείνουσας Βουλής των αλλαγών του συντάγματος αλλά κυρίως η κοινωνική κατακραυγή και η κοινωνική αξίωση για σοβαρές αλλαγές στην κατεύθυνση της θωράκισης ανεξαρτησίας των θεσμών και της μη “κάλυψης” των υπουργών πίσω από τις εκάστοτε πλειοψηφίες της Βουλής. Η ισορροπία βέβαια πρέπει να είναι υποδειγματική γιατί πάντα ελλοχεύουν δυο κίνδυνοι:
-Ενός “κράτους δικαστών” με ανεξέλεγκτες δυνάμεις ή ενός πογκρόμ διώξεων κατά πολιτικών αντιπάλων. Σε αυτή την κατεύθυνση η μέγιστη δυνατή συναίνεση μεταξύ των κομμάτων είναι απαραίτητη ως εχέγγυο αποδοχής (;) από την κοινωνία. Άλλωστε ήδη οι αριθμοί που καταγράφουν οι μετρήσεις της κοινής γνώμης είναι απογοητευτικοί ως προς την εμπιστοσύνη στους θεσμούς, πολλώ μάλλον στην ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης με αφορμή την υπόθεση των Τεμπών.
Το άρθρο 86 του Συντάγματος
-Η πρώτη λύση αναφέρει πως oι δικογραφίες για υπουργούς να παραπέμπονται, χωρίς τη μεσολάβηση της Προανακριτικής, απευθείας στο δικαστικό συμβούλιο, το οποίο στη συνέχεια θα κρίνει εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για να επιληφθεί το Ειδικό Δικαστήριο. Αυτό είναι το “μοντέλο Τριαντόπουλου”.
-Η δεύτερη λύση, είναι οι Προανακριτικές για τα πολιτικά πρόσωπα θα λειτουργούν, όμως δεν θα είναι πλέον προαιρετική, αλλά υποχρεωτική, η ανάθεση από τη Βουλή στο δικαστικό συμβούλιο του ελέγχου των στοιχείων των κατηγοριών εις βάρος υπουργών και της αξιολόγησης της ουσιαστικής βασιμότητάς τους.
-Η τρίτη, οδός είναι να αντικατασταθεί η Προανακριτική από ένα μεικτό σώμα ανώτατων δικαστών και βουλευτών, στο οποίο όμως την πλειοψηφία θα έχουν οι εκπρόσωποι της Δικαιοσύνης.
Ένα βασικό τμήμα (για το οποίο μάλιστα ήδη έχει ζητηθεί από τους δικαστές να αρχίσει ο διάλογος με τα πολιτικά κόμματα) αφορά την εκλογή της ηγεσίας της. Ήδη, πολύ πρόσφατα, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, διαφοροποίησε τη διάταξη για την επιλογή προσθέτοντας ένα άρθρο που αποτελούσε πάγιο αίτημα των δικαστών.
Ουσιαστικά με τη με συγκεκριμένη διάταξη, δίδεται γνωμοδοτικός ρόλος στους δικαστές για την επιλογή της ηγεσίας τους ψηφίζοντας τους επικρατέστερους σε σχηματισμό Ολομέλειας. Η λίστα των ονομάτων διαβιβάζεται στον Υπουργικό Δικαιοσύνης και από εκεί ακολουθεί η διαδικασία της Βουλής και του Υπουργικού Συμβουλίου. Οι δικαστές στον αντίποδα ζητούν η πρότασή τους να έχει δεσμευτικό χαρακτήρα.
Πάντως αυτή τη στιγμή τα σενάρια είναι δυο:
-Το πρώτο αναφέρει, οι επικεφαλής των ανωτάτων δικαστηρίων να αναδεικνύονται από το ίδιο το δικαστικό σώμα.
-Η δεύτερη, οι δικαστές να καταθέτουν μια εισηγητική πρόταση προς τη Βουλή. Κατόπιν, είτε η Βουλή εκλέγει τους ανώτατους δικαστές από τους προτεινόμενους ή, με αυξημένη πλειοψηφία, θα διαμορφώνει μια “μικρή λίστα” από την οποία η κυβέρνηση θα κάνει την τελική επιλογή. Επί του παρόντος η πλάστιγγα γέρνει προς την τελευταία αυτή εναλλακτική, καθώς εκφράζονται φόβοι ότι ενδεχόμενη ανάδειξη της ηγεσίας της Δικαιοσύνης εκ των έσω θα μπορούσε να οδηγήσει σε κομματικοποίηση του δικαστικού σώματος.
Πηγή: capital.gr