Η συζήτηση για τις ανεπιθύμητες διαφημιστικές κλήσεις επιστρέφει δυναμικά στο προσκήνιο, αυτή τη φορά με ισχυρό νομικό αποτύπωμα. Η πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου βάζει τέλος στη νομική αμφισβήτηση και ξεκαθαρίζει το τοπίο: η ελάχιστη αποζημίωση των 10.000 ευρώ για παραβίαση της ιδιωτικότητας δεν αποτελεί υπερβολή, αλλά θεσμικό εργαλείο ουσιαστικής προστασίας των πολιτών.
Στο επίκεντρο της υπόθεσης βρίσκεται το λεγόμενο «Μητρώο 11», ένας μηχανισμός που έχει σχεδιαστεί ακριβώς για να θωρακίζει τους συνδρομητές από την εμπορική τηλεφωνική όχληση.
Τι είναι το «Μητρώο 11»
Το «Μητρώο 11» αποτελεί ειδικό κατάλογο που υποχρεούνται να τηρούν όλοι οι πάροχοι ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Σε αυτόν εγγράφονται οι συνδρομητές που δηλώνουν ρητά ότι δεν επιθυμούν να δέχονται τηλεφωνικές κλήσεις με διαφημιστικό ή προωθητικό περιεχόμενο.
Η εγγραφή είναι απλή και μπορεί να πραγματοποιηθεί ηλεκτρονικά, μέσω τηλεφωνικής εξυπηρέτησης ή με φυσική αίτηση σε κατάστημα του παρόχου, με τις σχετικές οδηγίες να είναι διαθέσιμες στις ιστοσελίδες των εταιρειών.
Σημαντικός περιορισμός παραμένει το γεγονός ότι το μητρώο δεν καλύπτει κλήσεις από εταιρείες ή call centers που δραστηριοποιούνται –ή εμφανίζονται να δραστηριοποιούνται– εκτός Ελλάδας, γεγονός που εξακολουθεί να δημιουργεί κενά στην πρακτική εφαρμογή της προστασίας.
Τι δικαιούται ο συνδρομητής
Όταν πολίτης που είναι εγγεγραμμένος στο «Μητρώο 11» συνεχίζει να δέχεται ανεπιθύμητες διαφημιστικές κλήσεις, ο νόμος του αναγνωρίζει δικαίωμα χρηματικής ικανοποίησης για την προσβολή της ιδιωτικής του ζωής. Το κατώτατο όριο της αποζημίωσης έχει οριστεί στα 10.000 ευρώ, ανεξάρτητα από το αν αποδεικνύεται συγκεκριμένη οικονομική ζημία.
Το νομικό πλαίσιο θεμελιώνεται στο άρθρο 11 του νόμου 3471/2006 για τις μη ζητηθείσες επικοινωνίες, σε συνδυασμό με το άρθρο 14 του ίδιου νόμου, το οποίο προβλέπει αποζημίωση για περιουσιακή ή ηθική βλάβη.
Η πρόβλεψη τόσο υψηλού ελάχιστου ποσού είχε προκαλέσει στο παρελθόν έντονες αντιδράσεις. Ορισμένα δικαστήρια είχαν κρίνει ότι παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας, θεωρώντας το ποσό δυσανάλογο σε σχέση με τη βαρύτητα κάθε μεμονωμένης παράβασης. Άλλες αποφάσεις, ωστόσο, υποστήριζαν ότι μόνο ένα τέτοιο όριο μπορεί να λειτουργήσει πραγματικά αποτρεπτικά, ιδίως για μεγάλους οργανισμούς που βασίζουν τη δραστηριότητά τους στη μαζική τηλεφωνική προώθηση.
Η κρίσιμη απόφαση του Αρείου Πάγου
Με την απόφαση 564/2024, ο Άρειος Πάγος έβαλε τέλος στη νομική αβεβαιότητα. Το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι η επίμαχη διάταξη είναι απολύτως συνταγματική και ότι το ελάχιστο ποσό αποζημίωσης υπηρετεί την ουσιαστική προστασία της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων.
Στο σκεπτικό της απόφασης επισημαίνεται ότι ο νομοθέτης δεν αποσκοπούσε μόνο στην αποκατάσταση της βλάβης, αλλά και στη δημιουργία ενός ισχυρού αποτρεπτικού μηχανισμού απέναντι σε πρακτικές που υπονομεύουν συστηματικά το δικαίωμα στον ιδιωτικό βίο.
Η απόφαση του Αρείου Πάγου, σε συνδυασμό με πρόσφατες κρίσεις όπως εκείνη του Εφετείου Αθηνών (573/2025), διαμορφώνει πλέον σταθερή νομολογιακή γραμμή. Το όριο των 10.000 ευρώ θεωρείται συμβατό τόσο με το Σύνταγμα όσο και με την αρχή της αναλογικότητας, ενισχύοντας ουσιαστικά τη θέση των πολιτών απέναντι στην τηλεφωνική όχληση και θωρακίζοντας το δικαίωμα προστασίας των προσωπικών δεδομένων, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 9Α του Συντάγματος.
