Γράφει η Εύη Λυρώνη
Υπάρχουν κάποια ζητήματα που αφορούν άμεσα την κοινωνία μας και τα οποία όσο κι αν συζητούνται, όσο μελάνι και αν έχει ξοδευτεί για την καταγραφή τους, δυστυχώς αυτό δεν καταστέλλει την ύπαρξη και επανάληψή τους.
Η κακοποίηση κατά των γυναικών είναι παρούσα και δυστυχώς πιο ορατή από ποτέ. Η κακοποίηση έχει ποικίλες μορφές: ψυχολογική, σωματική ή και σεξουαλική. Επιφέρει περίεργα συναισθήματα στο θύμα και σχεδόν στο σύνολο των περιπτώσεων δημιουργεί ανασφάλεια, φόβο, συναίσθημα αδυναμίας και ανημποριάς.
Με λίγα λόγια αλλοτριώνει τον συναισθηματικό και ψυχικό κόσμο του θύματος, ενώ ο θύτης έχοντας αυτό ως όπλο δεν σταματά μόνο στη μία φορά, αλλά αντιθέτως βασιζόμενος στην ελλιπή αντίδραση του θύματος δημιουργεί τις συνθήκες για μία κατ’ εξακολούθηση κακοποίηση χωρίς τέλος.
Πολλές φορές η στάση του θύματος παρεξηγείτε, καθώς η έλλειψη αποφασιστικότητας στο να δώσει ένα τέλος στην κακοποιητική συμπεριφορά που αντιμετωπίζει θεωρείται σιωπηρή αποδοχή της πράξης.
Δυστυχώς οι έρευνες εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης καταδεικνύουν θλιβερά ποσοστά κακοποίησης. Μία στις τρεις γυναίκες εντός Ε.Ε. (δλδ 62 εκατομμύρια γυναίκες) έχουν υποστεί σωματική και σεξουαλική βία και οι περισσότερες στην τρυφερή ηλικία των 15 ετών. Και στην Ελλάδα ωστόσο οι αριθμοί δεν είναι ενθαρρυντικοί. Σύμφωνα με τις υποθέσεις που διαχειρίστηκε η Ελληνική Αστυνομία το πρώτο τετράμηνο του 2023, υπάρχουν πάνω από 3.100 περιστατικά που αφορούν σε περιπτώσεις γυναικείας κακοποίησης.
Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, η οποία υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης το 2011, τέθηκε σε ισχύ το 2014 και υπογράφηκε από την ΕΕ το 2017, είναι το πρώτο διεθνώς νομικά δεσμευτικό κείμενο του είδους του – τα κράτη που την επικυρώνουν πρέπει να ακολουθούν ενδελεχή, δεσμευτικά κριτήρια για την πρόληψη της έμφυλης βίας, προστασία των θυμάτων και την τιμωρία των αυτουργών. Στην Ελλάδα, όπως και στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες, έχει ενσωματωθεί στην Ελληνική έννομη τάξη οπότε και νομικά τουλάχιστον υπάρχει προστασία για τις κακοποιημένες γυναίκες
Ωστόσο ενώ υπάρχει νομικό πλαίσιο τα περιστατικά ολοένα και αυξάνονται. Αυτό είναι η ισχυρότερη απόδειξη ότι η κοινωνία πρέπει να λάβει περισσότερα μέτρα για την αντιμετώπιση του συγκεκριμένου ζητήματος. Πέρα από την γραμμή καταγγελιών κακοποιημένων γυναικών, πέρα από τις κρατικές δομές που λειτουργούν για την προάσπιση των δικαιωμάτων θα πρέπει η τοπική αυτοδιοίκηση να αναλάβει ενεργότερο ρόλο.
Θα πρέπει να δημιουργηθούν περισσότερες δομές οι οποίες θα φροντίζουν και θα περιθάλπουν γυναίκες που έχουν πέσει θύματα κακοποίησης, θα πρέπει να υπάρξει στενότερη συνεργασία με την αστυνομική διεύθυνση της πόλης μας ούτως ώστε να δημιουργηθούν νέοι πυλώνες πρόληψης και τέλος θα πρέπει να δημιουργηθούν εκπαιδευτικά προγράμματα κατά της έμφυλης βίας τα οποία συστηματικά θα παρουσιάζονται σε τάξης και σχολεία όλων των βαθμίδων.
Χρειαζόμαστε την παιδεία ως μέσο καταπολέμησης της γυναικείας κακοποίησης και χρειαζόμαστε την αρωγή όλων όσων μπορούν, με αγάπη για το συνάνθρωπο και με όραμα να εργαστούν για μία πιο ανθρώπινη πόλη χωρίς διακρίσεις.