«Ο χορός μπορεί να φαίνεται ότι πραγματοποίησε μια μικρή διαδρομή, στην πραγματικότητα, όμως, η διαδρομή αυτή είναι πάρα πολύ μεγάλη. Εννοούμε από την αρχική αφετηρία, την κοινοτική πλατεία ή τον αυλόγυρο της εκκλησίας κτλ. ως το τελικό σημείο, στο πλατό ή σε σκηνοθετημένο χώρο, όπου επιτελείται. Ανάμεσα σ’ αυτά τα σημεία υπάρχει ένα σύνολο συμβάσεων που δεν πρέπει να τις αγνοούμε για την αρτιότερη επιτέλεση των χορών». Αυτά τόνισε πρόσφατα από τα Τρίκαλα ο Δημήτριος Ράπτης διδάκτωρ λαογραφίας, λέκτορας Παν/μίου Ιωαννίνων, στο πλαίσιο παρουσίασης του βιβλίου «Δημοτικοί χοροί: Από τη βίωση στην αναβίωση» που διοργάνωσε ο Λαογραφικός- Χορευτικός όμιλο Τρικάλων «Ο Ασκληπιός», αναφερόμενος στο νέο πλαίσιο μέσα στο οποίο τελείται σήμερα ο χορός και στις μεταβολές και αλλαγές που επήλθαν σ’ αυτόν λόγω των μεγάλων κοινωνικοοικονομικών αλλαγών σε ευρύτερη κλίμακα.
Με δεδομένη τη σημασία του χορού στην παραδοσιακή κοινωνία ως συστατικού στοιχείου της προσωπικότητας του άντρα και της γυναίκας πρέπει να πούμε, τόνισε επίσης ο ίδιος, ότι η οικογένεια στο πλαίσιο μιας άτυπης αγωγής, είχε την αρμοδιότητα της εκμάθησής του. Η χορευτική συμπεριφορά διαμορφωνόταν με την παρατήρηση και τη συμμετοχή στο χορευτικό δρώμενο, δηλαδή μάθαιναν τα βήματα, το κράτημα των χεριών, τις παραλλαγές, τις μικροκινήσεις, τα περιθώρια κίνησης κ.λ.π.. Αυτή είναι η βιωματική σχέση με το χορό.
Για την εποχή μας, ανέφερε πως προφανώς, η κατάρρευση της παραδοσιακής κοινότητας, αφαίρεσε από το χορό τις παραδοσιακές λειτουργίες και η βαθμιαία αφομοιωτική διαδικασία των ανθρώπων στα αστικά κέντρα ή στο νέο περιβάλλον, όπου βρέθηκε ο καθένας για βιοποριστικούς λόγους, επέφερε την αλλαγή του αξιακού κώδικα στερώντας ταυτόχρονα και το «βιότοπό» του στο πλαίσιο του οποίου γινόταν η εκμάθηση και η εκτέλεση των χορών. «Όλη αυτή η διαδικασία οδήγησε στην αναβίωση των χορών, οδήγησε σε μια δεύτερη φάση, δεύτερη ζωή θα την έλεγα, με αλλαγμένο τον τόπο αλλά και τον χρόνο».
Το πέρασμα, όμως, αυτό από τη βίωση του χορού στην αναπαράσταση, στην αναβίωση, απαιτεί μια σειρά προσαρμογών και την εφεύρεση μιας σειράς σκηνοθετικών αρχών, κάτι που γίνεται από τα μέλη των συλλόγων, οι οποίοι και αναλαμβάνουν το έργο αυτής της αναβίωσης μέσα σε ένα πλαίσιο επιδιωκόμενης αρμονίας, χωρίς αναντιστοιχίες ανάμεσα στο ρυθμό και την κίνηση. Σε τρία διαφορετικά στοιχεία: την κίνηση σε σχέση με το χώρο, το ύφος και την κίνηση σε σχέση με το χρόνο.
Η εμπλοκή του σώματος, τόνισε ο κ. Ράπτης, στα χορευτικά δρώμενα δεν έχει βιολογική σημασία, αλλά πρωτίστως πολιτισμική. Στο σώμα αντικατοπτρίζονται όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της εποχής, ο χρόνος δηλαδή και η συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα με τους πολιτισμικούς της κώδικες. Έτσι το σώμα είναι αυτό που «μιλάει». Για τον άντρα παραδείγματος χάρη, πίσω από τα βήματα και τις εν γένει κινήσεις του υποκρύπτεται η λεβεντιά που στεκόταν ψηλά στο αξιακό σύστημα της κοινότητας, ενώ αντίστοιχα τα βήματα και οι κινήσεις της γυναίκας έδειχναν πάντα μια υποτακτική σχέση, σχέση σεμνότητας και σεβασμού. Ποτέ καθίσματα βαθιά, μόνο λυγίσματα των γονάτων, λικνίσματα με τα χέρια κάτω, αισθητικές και όχι απότομες και αισθησιακές κινήσεις. Αυτό υπαγόρευε η κοινωνική θέση της γυναίκας για τότε. Και αυτό αντικατοπτριζόταν όχι μόνο στην κίνηση του σώματος, στην έκφραση, στην ενδυμασία, και γενικά στην καθημερινή ζωή. Και αν θέλουμε να δείξουμε εκείνη την εποχή, έτσι πρέπει να γίνεται. Δεν μπαίνει ζήτημα αν συμφωνούμε ή όχι, ανέφερε, όταν θέλουμε να αναβιώσουμε ως ηθοποιοί εκείνη την εποχή. Στο παρελθόν το γυναικείο σώμα και οι κινήσεις του χαρακτηρίζονταν από στοιχεία υποταγής ως προς το εξουσιαστικό αντρικό σώμα τουλάχιστον στο δημόσιο χώρο.
Σε περιόδους όμως, πολιτισμικών αλλαγών και γενικά κοινωνικών μεταβολών όπου διαφορετικές γενιές μετέχουν σε διαφορετικά ή διαφοροποιημένα πολιτισμικά συστήματα, το παρελθόν δύσκολα γίνεται αντιληπτό, εξήγησε, και είναι πιο δύσκολο να αναπαραχθεί από τους χορευτές μεγαλωμένους και διαπαιδαγωγημένους με τους σύγχρονους κοινωνικούς και μουσικούς ρυθμούς. Το ζήτημα της διαχείρισης του σώματος γίνεται ακόμα πιο συζητήσιμο, όταν οι χορευτές σε μια αναβίωση καλούνται να παρουσιάσουν χορούς ενός άλλου τόπου μακρύτερα από τον δικό τους, με άλλα ακούσματα, άλλες κινήσεις, και άλλη διαχείριση του σώματος. Αυτή η μεταμφίεση υποδηλώνει ότι αφήνουμε τον εαυτό μας με τις περισσότερες ελευθερίες, περισσότερες πρωτοβουλίες, άλλες δυναμικότερες κινήσεις, κατανοητά όλα αυτά στο σύγχρονο πολιτισμικό σύστημα και υποδυόμενοι τις νόρμες εκείνης της εποχής και του πολιτισμικού συστήματος του τόπου αυτού αναδεικνύουμε την κίνηση, την έκφραση των ανθρώπων αυτών. Πότε θα έχει επιτυχία; Όταν όντας μεγαλωμένοι και γαλουχημένοι με άλλο αξιακό σύστημα είτε τόπου είτε χρόνου κατορθώσουμε να το επιτελέσουμε ακριβέστερα. Είναι εύκολο; Και πώς θα γίνει αυτό; Πρωτίστως με γνώση, σεβασμό και αποδοχή των παραδοσιακών συμβάσεων και στην κίνηση και στην έκφραση και στην ενδυμασία.
Όπως τονίζει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο κ. Ράπτης «Το ένδυμα, όπως και το σώμα, είναι φορέας πολιτισμικών στοιχείων. Δεν καλύπτει απλά το σώμα με σκοπό την προστασία του, αλλά υπακούοντας σε ακαθόριστους και εν πολλοίς άγραφους νόμους, αναμεταδίδει μηνύματα και στοιχεία της ταυτότητας των ανθρώπων που τα φορούν. Η μελέτη και η γνώση των παραδοσιακών λαϊκών ενδυμασιών έχει τη σημασία της. Τώρα με τους Συλλόγους που ξαναχορεύονται οι χοροί αυτοί στο πλαίσιο της αναβίωσής τους, η ενδυμασία είναι μέρος και μάλιστα σημαντικότατο της επιτυχίας. Στην μεταμφίεση των χορευτών για την χορευτική απόδοση πρωτεύοντα ρόλο διαδραματίζει το σύνολο της ενδυμασίας. Ποια ενδυμασία και ποιας περίστασης θα χρησιμοποιηθεί. Ποιο ακριβώς ενδυματολογικό σύνολο θα χρησιμοποιήσει, για να αναπαραστήσει το παρελθόν και με την εικαστική αυτή ρητορική να μεταδώσει μηνύματα που θα αναδεικνύουν την αιτούμενη εικόνα. Ποιος θα είναι ο ρόλος των κοσμημάτων και πώς αυτά χρησιμοποιούνταν και θα χρησιμοποιηθούν.
Και πάντως δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τη συνθήκη της συμβατικότητας που υπάρχει και εδώ. Δηλαδή και εκείνοι που αναπαριστάνουν τα έθιμα, το χορό, την ενδυμασία και εκείνοι που τα παρακολουθούν ζουν και δρουν κάτω από ολότελα διαφορετικούς όρους σε σχέση με την εποχή της δημιουργίας και της λειτουργίας όλων αυτών». Για να καταλήξει τονίζοντας:
«Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι ο λαϊκός πολιτισμός στη σύγχρονη εποχή είναι σε μεγάλο βαθμό υπόθεση των Πολιτιστικών Συλλόγων. Οι Σύλλογοι είναι αυτοί που διαχειρίζονται σήμερα τις παλαιότερες μορφές της παράδοσης και αυτοί είναι που μεταδίδουν στη σύγχρονη εποχή, στα νέα μέλη της κοινωνίας, στοιχεία των παραδοσιακών μορφών ζωής κυρίως σε ό,τι αφορά τελεστικές πράξεις, όπως είναι ο χορός και άλλα δρώμενα.
Στο πλαίσιο αυτό μπορούμε να διακρίνουμε τους εξής τρόπους: Καταρχάς έχουμε ένα μέρος των στοιχείων του παραδοσιακού πολιτισμού που επιβιώνει άλλοτε, σχεδόν, αυτούσιο και άλλοτε ελαφρώς παραλλαγμένο, εφόσον αυτό αποτελεί ακόμη αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινής ζωής. Ένα άλλο μέρος που, ενώ έπαψε να τελείται, αναβιώνει και βγαίνει πάλι στο προσκήνιο ως αναπαράσταση – αναβίωση πλέον. Μία άλλη περίπτωση προσθετικά στα παραπάνω είναι ο εμπλουτισμός παλαιότερων μορφών παράδοσης με νεότερα στοιχεία προκειμένου το σύνολό τους να προσαρμοστεί στη νέα κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα. Και τέλος έχουμε την εισαγωγή νέων στοιχείων από άλλα πολιτισμικά συστήματα, τα οποία εμπλουτίζουν την παράδοση και χτίζουν το πρόσωπο του σύγχρονου λαϊκού πολιτισμού. Οι Σύλλογοι εμπλέκονται και στις τέσσερις παραπάνω περιπτώσεις και ο ρόλος τους είναι απολύτως καθοριστικός».
Δρ. Δ. Ράπτης: Ο λαϊκός πολιτισμός είναι υπόθεση των Πολιτιστικών Συλλόγων
6 λεπτά ανάγνωση