Η φρικτή κακοποίηση του μικρού Αγγελου από τα χέρια της 26χρονης μητέρας και του 44χρονου πατριού του πάγωσε την Ελλάδα. Το 3χρονο αγοράκι που βρίσκεται πια στη «γειτονιά των αγγέλων», με τον θάνατό του έδωσε ελπίδα για ζωή σε δύο άλλους ανθρώπους σε Ελλάδα και Γερμανία. Οι νεφροί του παιδιού μεταμοσχεύθηκαν σε έναν 37χρονο άνδρα ο οποίος υποβαλλόταν σε αιμοκάθαρση τα τελευταία 17 χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Η καρδιά του αγοριού μεταφέρθηκε στο Βερολίνο για να μεταμοσχευθεί, όπως έγινε γνωστό, σε ένα άλλο παιδί. Ο Αγγελος που έζησε την κόλαση, χάρισε τη ζωή.
Τα βασανιστήρια που βίωσε το ανυπεράσπιστο παιδί αποτυπώνονται καρέ-καρέ στη δικογραφία που συντάχθηκε για τη μέχρι θανάτου κακοποίησή του από τους δύο ανθρώπους που είχαν, υποτίθεται, την ευθύνη να τον προσέξουν και να τον μεγαλώσουν. Σημάδια από σβησμένα τσιγάρα στο κορμάκι του, μώλωπες, παλιές και νέες μελανιές σε κάθε σημείο του σώματός του, θλάση στο ήπαρ και αιμάτωμα στον εγκέφαλο είναι μόνο κάποια από τα ευρήματα της φρικτής κακοποίησης που βίωσε το αγοράκι και τα οποία άφησαν άφωνους τους έμπειρους γιατρούς του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Κρήτης.
Ο θάνατος του Αγγελου και η απόφαση των παππούδων του να δωρίσουν τα όργανά του προκάλεσε δέος. Οι γιατροί που έδωσαν μάχη για να τον κρατήσουν στη ζωή τίμησαν τη μνήμη του παιδιού που έδωσε ζωή σε άλλους δύο ανθρώπους, κρατώντας μέσα στο παγωμένο χειρουργείο ενός λεπτού σιγή. «Εγώ πρώτος όταν είδα το κορμάκι του είπα “ω Θεέ μου, τι πάμε να κάνουμε τώρα; Πώς μπορούμε να αφαιρέσουμε ζωτικά μοσχεύματα από ένα τόσο μικρό κορμί;”», δήλωσε ο επικεφαλής χειρουργός Βασίλης Βούγας που αφαίρεσε τα όργανα του παιδιού προς μεταμόσχευση.
Η τραγική κατάληξη του Αγγελου δεν φαίνεται, ωστόσο, να σόκαρε τους δύο κακοποιητές του, που πλέον βρίσκονται στις φυλακές αντιμέτωποι πλέον όχι με απόπειρα ανθρωποκτονίας, αλλά με ανθρωποκτονία, ένα αδίκημα που επισύρει ισόβια κάθειρξη. Αδιάφοροι για την κατάσταση της υγείας του παιδιού, οι δύο κατηγορούμενοι ενδιαφέρθηκαν μόνο ενώπιον του ανακριτή να ελαφρύνουν τη θέση τους ρίχνοντας ο ένας τις ευθύνες στον άλλον για την κακοποίησή του.
Η 26χρονη μητέρα ισχυρίστηκε πως τον γιο της χτυπούσε με το ξύλο της κούνιας ο σύντροφός της. Από την πλευρά του ο 44χρονος υποστήριξε ότι ποτέ δεν είχε χτυπήσει το αγοράκι. Ηθελε, είπε, να καταγγείλει την 26χρονη σύντροφό του και μητέρα του παιδιού για την κακοποίησή του, αλλά φοβόταν!
«Σε κώμα»
Η φρικτή κατάσταση στην οποία ζούσε το παιδί έγινε αντιληπτή αμέσως από το πλήρωμα του ΕΚΑΒ που έφτασε το πρωινό της 26ης Ιανουαρίου στο ισόγειο σπίτι-κολαστήριο στο Ηράκλειο.
«Στις 09.06 φτάσαμε σε ισόγειο διαμέρισμα όπου μας περίμενε έξω άνδρας που μας οδήγησε μέσα. Στο σαλόνι βρισκόταν μια γυναίκα και ξαπλωμένο στον καναπέ ένα αγόρι 3 ετών, το οποίο ήταν σε κώμα, ανέπνεε, δεν αντιδρούσε και ήταν παγωμένο», περιέγραψε στην κατάθεσή της η γιατρός που έφτασε με το πλήρωμα του ΕΚΑΒ στο σπίτι.
«Με μια δεύτερη ματιά διαπίστωσα ότι η αριστερή πλευρά του προσώπου του ήταν ερυθρή. Ρώτησα πώς συνέβη αυτό και ο άνδρας μου απάντησε ότι πριν καλέσει το ΕΚΑΒ το αγόρι έπεσε και χτύπησε στο τραπεζάκι του σαλονιού», κατέθεσε ακόμη η γιατρός για να συνεχίσει: «Οσο παρατηρούσα το αγόρι είδα ότι στα νύχια των χεριών του υπήρχαν αιματώματα και μια κάκωση στη ράχη του δεξιού ποδιού η οποία έμοιαζε παλαιότερη. Στη συνέχεια ρώτησα τη γυναίκα που βρισκόταν στον χώρο, η οποία μου δήλωσε ότι ήταν μητέρα του αγοριού, αν αυτές τις ημέρες το αγόρι ήταν άρρωστο. Μου είπε ότι τις τελευταίες δύο ημέρες το αγόρι ήταν κρυωμένο και τίποτε παραπάνω, ενώ πρόσθεσε ότι γενικότερα αντιμετωπίζει πρόβλημα με τα γεννητικά του όργανα, λέγοντάς μου επί λέξει ότι “έχει γενικότερα πρόβλημα με το πουλάκι του”. Ωστόσο για το κρυολόγημα που αναφέρθηκε μου δήλωσε ότι το παιδί δεν παίρνει αντιβίωση».
Εμβρόντητη από την απάντηση και τη στάση της μητέρας η γιατρός ανέφερε στους αστυνομικούς πως η ίδια πήρε μια κουβέρτα που υπήρχε στο σπίτι, τύλιξε το παιδί και το μετέφερε στο ασθενοφόρο. «Στη διαδρομή από το σπίτι στο νοσοκομείο το παιδί έκανε δύο φορές σπασμούς και είχε καθ’ όλη τη διάρκεια της διακομιδής μυδρίαση στα μάτια», ανέφερε η γιατρός.
«Μώλωπες παντού»
Οι γιατροί στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ηρακλείου όταν παρέλαβαν το παιδί δεν χρειάστηκαν και πολύ χρόνο για να καταλάβουν πως το αγοράκι κακοποιούνταν βάναυσα και πως ίσως η κατάστασή του ήταν μη αναστρέψιμη.
«Το παιδί δεν είχε κυκλοφορία, είχε ψυχρά άκρα και μυδρίαση. Εφερε πολλαπλούς μώλωπες και εκχυμώσεις διαφορετικών χρονικών φάσεων», κατέθεσε γιατρός που είδε πρώτη το 3χρονο αγοράκι όταν αυτό έφτασε στο νοσοκομείο στις 9.26 το πρωί της 26ης Ιανουαρίου. Τη μαρτυρία της επιβεβαίωσε λίγο αργότερα και η πρώτη ιατροδικαστική εκτίμηση που έγινε στο αγοράκι.
«Ο ανωτέρω ανήλικος κατά την άφιξή του στο νοσοκομείο ήταν σε κωματώδη κατάσταση (κλίμακα Γλασκώβης GC 3/15) σε στάση απεγκεφαλισμού, μυδρίαση και χωρίς αντίδραση σε φωτεινά ερεθίσματα, αιμοδυναμικά ασταθής, ταχυπνοϊκός και με εμφανείς μώλωπες και άλλες κακώσεις διαφόρων ηλικιών σε όλο του το σώμα», αναφέρεται στην πρώτη ιατροδικαστική έκθεση που συντάχθηκε για την κατάσταση της υγείας του παιδιού.
Οι γιατροί έκριναν αναγκαία τη διασωλήνωση του αγοριού και το μετέφεραν στο χειρουργείο, αφού στον εγκέφαλό του υπήρχε σοβαρό αιμάτωμα. Μετά την επέμβαση, η κατάσταση του Αγγελου ήταν βαριά και επιδεινούμενη. Το παιδί υποβλήθηκε σε νέα αξονική τομογραφία, όπου διαπιστώθηκε εκτεταμένη αιμορραγία. Μια νέα όμως χειρουργική επέμβαση ήταν αδύνατη.
«Το περιστατικό είναι ιδιαίτερης ιατρικής βαρύτητας ως προς την έκβαση αυτού, η οποία βιβλιογραφικά δεν έχει σχεδόν καθόλου πιθανότητες επιβίωσης. Η συνολική εικόνα είναι συμβατή με κακοποίηση», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην πρώτη ιατροδικαστική έκθεση. Ακολούθησε και μια δεύτερη ιατροδικαστική έκθεση που κατέγραφε ακόμη πιο φρικτά ευρήματα. Το αγοράκι είχε υποστεί θλάση στο ήπαρ, βλάβη που αποδόθηκε σε κλοτσιά και τοποθετείται χρονικά την ημέρα που το παιδί μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο.
Οι απολογίες
Να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα προκαλώντας ακόμη πιο πολύ με τη στάση της αυτή επιχείρησε κατά την απολογία της στα δικαστήρια του Ηρακλείου η 26χρονη μητέρα του Αγγελου. Για όλα όπως ισχυρίστηκε φταίει ο σύντροφός της.
«Μετά τον ένα μήνα (της γνωριμίας τους), αυτός ξεκίνησε να του ασκεί βία του παιδιού, το χτυπούσε με το ξύλο της κούνιας που είχε, το χτυπούσε ή στα χέρια, αυτό ξεκίνησε τέλος Νοέμβρη με αρχές Δεκέμβρη», είπε στον ανακριτή, για να αναφέρει σε άλλο σημείο της απολογίας της πως ενώ έβλεπε την κακοποίηση του παιδιού της δεν έκανε τίποτα για να τη σταματήσει επειδή φοβόταν: «Ημουν μπροστά όταν το χτυπούσε το παιδί, του έπαιρνα το ξύλο και αγκάλιαζα το παιδί. Την πρώτη φορά το πέταξα εγώ το ξύλο έξω στην αυλή, αυτός το έπαιρνε ξανά. Του μιλούσα αλλά δεν άκουγε ποτέ. Σε όλο αυτό φοβόμουνα να μιλήσω γιατί φοβόμουνα ότι θα μου κάνει κακό και εμένα. Δεν με είχε περιορισμένη, δεν με είχε χτυπήσει ποτέ, ούτε με είχε απειλήσει ότι θα με σκοτώσει, αλλά φοβόμουν να μιλήσω».
Αναφερόμενη στην ημέρα που το παιδί της μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, η μητέρα του Αγγελου αρνήθηκε κάθε εμπλοκή της: «Την τελευταία ημέρα, στις 26, ξύπνησα κανονικά με το παιδί. Σηκώθηκα, τον έπλυνα, τον καθάρισα και ο … (σύντροφος) μου ζήτησε καφέ. Πήγα να πάρω καφέ σε απόσταση ούτε ένα λεπτό από το περίπτερο γιατί πίνει νες καφέ. Γυρνάω σπίτι και βλέπω το παιδί πάνω στον καναπέ με γυρισμένα τα μάτια. Το παιδί ήταν ανάσκελα στον καναπέ, ο … (σύντροφος) ήταν με ένα κοριτσάκι από δίπλα και το ρώτησα και μου είπε ότι άκουσε φωνές και ήρθε. (…) Επιασα το χέρι του μικρού και ο … (σύντροφος) μου είπε “εσύ φύγε”, του έκανε εισπνοές, του φύσαγε στο στόμα, του έκανε ΚΑΡΠΑ. Το παιδί κάποια στιγμή έκανε ένα «ααα» και «μαμά», μετά τίποτα άλλο. Μετά ήρθε το ασθενοφόρο. Τα δάχτυλά του στο χέρι ήταν πρησμένα και μαυρισμένα από το ξύλο. Εγώ φώναζα, ρώταγα τι έγινε και μου είπε ο … (σύντροφος) ότι το παιδί πήγε να σηκωθεί, έχασε τις αισθήσεις του και χτύπησε στο τραπεζάκι».
«Φοβήθηκα…»
Στο ίδιο μοτίβο κινήθηκε ενώπιον του ανακριτή και ο 44χρονος πατριός του παιδιού. «Ζήλευε (σ.σ. η μητέρα) που το παιδί δενόταν πολύ μαζί μου», είπε χαρακτηριστικά στην απολογία του ο κατηγορούμενος για να ισχυριστεί στη συνέχεια: «Από εκεί και μετά ξεκίνησαν οι καβγάδες Στις 16 Δεκεμβρίου η … (σύντροφός του) του έπαιξε μία στα χείλη του και μάτωσε το παιδί. Ημουν μπροστά, με το χέρι της το χτύπησε και μάτωσε λίγο. Τη δεύτερη φορά δεν την είδα να το βαράει, είδα τα χέρια του χτυπημένα. Στο κούτελο δεν τον χτύπησε, κουτούλησε στο κρεβάτι. Αγαπούσε τα σκυλιά πολύ, τα έπαιρνε αγκαλιά, τα αγαπούσε. Το παιδί της το χτυπούσε. Αρραβωνιαστήκαμε γιατί μου είπε ότι θα αλλάξει. Φοβήθηκα να αντιδράσω σε αυτά που έβλεπα. Φοβήθηκα ότι η μπάλα θα πάρει και εμένα αν την καταγγείλω, φοβήθηκα να πάω στην Αστυνομία. Δεν ήθελα να της κάνω κακό γι’ αυτό δεν έκανα ανώνυμη καταγγελία. Είμαι άτολμος και ηλίθιος και θεωρούσα ότι δεν αντέδρασα εκείνη τη στιγμή επειδή είμαι αναποφάσιστος. Το παιδάκι μαζί με εκείνη ήθελα να προστατέψω. Με αγαπούσε υπερβολικά και δεν ήθελα να χάσω και την αγάπη του Αγγελου».
Σχετικά με την τελευταία ημέρα που το παιδί μεταφέρθηκε σε άθλια κατάσταση στο νοσοκομείο και οι δύο κατηγορούμενοι συνελήφθησαν, ο 44χρονος υποστήριξε πως η μαμά του παιδιού είχε πάει να πάρει δύο φακελάκια καφέ από το σούπερ μάρκετ και το παιδάκι καθόταν στο χαλάκι του. Τότε -όπως είπε στον ανακριτή- άκουσε το «ντουκ» και είδε το αγοράκι λιπόθυμο: «Βρήκα το παιδί στη γωνία του τραπεζιού. Την είχε φάει στο κούτελο αλλά δεν μάτωσε. Δεν θυμάμαι καλά αν λιποθύμησε και χτύπησε. Το παιδί καθόταν στο χαλί. Καθόταν, σηκώθηκε, του είπα “δυο λεπτά, πάω στην κουζίνα, μη σηκωθείς”, πάντα του έλεγα να μη σηκωθεί, μη χτυπήσει. Σηκώθηκε το παιδί και έγινε αυτό που έγινε. Χτύπησε. Γύρισα κατευθείαν, ήταν λιπόθυμος, τον έβαλα στη βρύση, του έριξα νερό. Είχα καταλάβει ότι χτύπησε το κεφάλι του, πάνω στον πανικό μου τον πήγα στη βρύση. Φώναζα βοήθεια, «βοήθεια ο Αγγελός μου», ήρθε μια γειτόνισσα, έδωσε τις πρώτες βοήθειες στο παιδί, μετά ήρθε το ΕΚΑΒ. Δεν μπορώ να εξηγήσω τι έγινε».