Γράφει η Μαρία Γιαμπουλάκη
Γράφει η Μαρία Γιαμπουλάκη
Η ύπαιθρος ερημώνει, οι πόλεις ασφυκτιούν, οι εμπλεκόμενοι φορείς κάνουν διαπιστώσεις, αλλά επί της ουσίας ποιος κάνει κάτι για αυτό; Ποιος μπορεί να κάνει κάτι για αυτό; Τι θα μπορούσε να κάνει και με ποια εργαλεία;
Αν τα παραπάνω ερωτήματα υποβληθούν στους ανθρώπους που έχουν είτε ρόλο στα πράγματα, είτε εμπεριστατωμένη άποψη θα συλλέξει κανείς ένα εύρος προτάσεων και λύσεων. Όμως, το φαινόμενο μπορεί να αντιμετωπιστεί επί της ουσίας αν το σύνολο των εμπλεκόμενων φορέων σχεδιάσουν και υλοποιήσουν μία ολιστική στρατηγική αντιμετώπισης του εν λόγω ζητήματος.
Τα ρεπορτάζ κατά καιρούς αναδεικνύουν υποπεριπτώσεις ενός φαινομένου που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Το υποκατάστημα των ΕΛΤΑ στην Επισκοπή, στο Τυμπάκι και αλλού έκλεισαν και το θέμα απασχόλησε την επικαιρότητα για λίγες ημέρες. Υποκαταστήματα τραπεζών, παραρτήματα του ΙΚΑ, του ΟΑΕΔ και άλλων δημόσιων φορέων κατέβασαν ρολά και συνεχίζουν να κλείνουν το ένα μετά το άλλο. Τα σχολεία ερήμωσαν και κλείνουν και αυτά.
Προτεραιότητα στα έργα, στην αντιμετώπιση καθημερινών ζητημάτων και ότι μπορεί να περιλαμβάνει μία λίστα ενεργειών έχει πάντα η πόλη, η ύπαιθρος έρχεται πάντα δεύτερη και καταϊδρωμένη. Ακόμα και στο βασικότερο αγαθό, στο νερό, ακόμα και εκεί η μεταχείριση είναι άνιση. Ένας οικισμός δεν έχει νερό για πάνω από 6 ημέρες και η είδηση μπορεί να μην καταλαμβάνει ούτε μονόστηλο σ εφημερίδα.
Η ύπαιθρος είναι εγκαταλελειμμένη διαχρονικά και πλέον είναι απόλυτα ξεκάθαρο ότι απαιτείται μία στρατηγική που θα περιλαμβάνει στη δημιουργία και την υλοποίηση της το σύνολο των εμπλεκόμενων φορέων. Μία συγκροτημένη πολιτική που θα δώσει νέα ώθηση στην ύπαιθρο που μαραζώνει. Μία πολιτική, που για την δημιουργία της, την χρηματοδότηση, την εφαρμογή και την υλοποίηση θα εμπλακούν από τους ίδιους τους κατοίκους της υπαίθρου δια των εκπροσώπων τους -από πρόεδρο κοινότητας έως πρόεδρο αγροτικού συνεταιρισμού-, τους δήμους, τις περιφέρειες, το ΥΠΑΑΤ, Υπουργείο Οικονομικών, τα εκπαιδευτικά και ερευνητικά ιδρύματα κ.ο.κ.
Η εγκατάλειψη της υπαίθρου ξεκίνησε σταδιακά τη δεκαετία του ’60 και μέχρι σήμερα ελάχιστα έχουν γίνει για την αναστροφή του φαινομένου. Πάνω από 40 εκατομμύρια στρέμματα γης στη χώρα μένουν ακαλλιέργητα και μια ανησυχία επικρατεί μήπως αυτό το νούμερο αυξηθεί δραματικά την επόμενη δεκαετία ή αν στη θέση των εκτάσεων αυτών τοποθετηθούν φωτοβολταϊκά.
Εντάξει, φταίμε και εμείς, που η κακή νοοτροπία μας δεν μας επιτρέπει να δούμε μακριά, ν αξιοποιηθούν επιδοτήσεις προγράμματα και χρηματοδοτικά εργαλεία για την αύξηση της προστιθέμενης αξίας των προϊόντων αλλά στο παρελθόν αυτά κατασπαταλήθηκαν σε αγορές πολυτελών και μη, καταναλωτικών αγαθών. Συχνά χρησιμοποιείται το πνευματικό κεφάλαιο που διαθέτει κανείς στο πως θα κοροϊδέψει το σύστημα και από εκεί που δεν δικαιούται κάποιος ενίσχυση καθώς δεν διαθέτει ούτε ένα πρόβατο, φαίνεται να διαθέτει μερικές εκατοντάδες. Το ίδιο και με τις ελιές και τόσα άλλα παραδείγματα.
Η έλλειψη ενός ολοκληρωμένου σχεδίου και η αποσπασματική αντιμετώπιση του φαινομένου δείχνει να μην φέρνει τα αποτελέσματα που απαιτούνται. Κάτι πρέπει να γίνει για αυτό όσο πιο άμεσα γίνεται, αν όχι τώρα, πότε;