«Η νέα ΚΑΠ έχει κάνει μεγάλο κακό το τελευταίο διάστημα στην Ελληνική κτηνοτροφία. Και μάλιστα, οι επιλογές της ελληνικής κυβέρνησης σε ό,τι αφορά τη νέα ΚΑΠ σε σχέση με τις κατευθύνσεις που υπήρχαν από την Ε.Ε. νομίζω ότι έχει χειροτερεύσει πάρα πολύ την κατάσταση. Αυτό φαίνεται στην άμεση παραγωγή, όπου ήδη έχουν αρχίσει και παρουσιάζονται ελλείψεις και στο αιγοπρόβειο κρέας και όπως φαίνεται και στο γάλα το επόμενο διάστημα θα έχουμε ελλείψεις, καθώς αρκετά κοπάδια διαρκώς φεύγουν από την παραγωγή». Αυτό τόνισε στο ΘΕΜΑ ΚΡΗΤΗΣ 103,1 ο αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας Δημήτρης Μόσχος. Και ζήτησε περαιτέρω στήριξη της ζωικής παραγωγής στη χώρα μας.
Απαντώντας στα σχετικά ερωτήματα της Μαρίας Γιαμπουλάκη και του Χριστόφορου Παπαδάκη, ο συνδικαλιστής δήλωσε: «Διεκδικούσαμε και διεκδικούμε ενισχύσεις επιπλέον γιατί αυτή η πράσινη μετάβαση η οποία πάει να περάσει τα τελευταία χρόνια, ουσιαστικά αυξάνει το κόστος παραγωγής. Με ένα τεράστιο κόστος παραγωγής δεν μπορούμε να συνεχίσουμε σε μια τέτοια κατεύθυνση να πάμε και να παράγουμε προϊόντα. Το βλέπετε και στο ράφι τι γίνεται. Τα προϊόντα αυτά ακριβαίνουν καθημερινά λόγω της αύξησης του κόστους παραγωγής. Αλλά αυτό είναι ένα σοβαρό ζήτημα που έχει να κάνει και με τις ελληνοποιήσεις. Έχουμε ας πούμε τα ελληνικά κρέατα. Έχουμε και τα εισαγόμενα τα οποία «βαφτίζονται» όλα ελληνικά. Εμείς δεν έχουμε κανένα πρόβλημα. Μπορεί να έρχονται όποια έρχονται και να πωλούνται σε οποιαδήποτε τιμή. Αλλά δεν πρέπει να ονομάζονται ελληνικά.
Για την προστασία του καταναλωτή
“Είχαμε προτείνει, η σφραγίδα να είναι ευδιάκριτη, τουλάχιστον στα αμνοερίφια” αναφέρει μεταξύ άλλων ο κ. Μόσχος και προσθέτει:
“Αυτό όμως δεν πέρασε. Δηλαδή, δεν έγινε η αλλαγή της σφραγίδας που είχε αλλάξει το 2019 και είχε γίνει μία ενιαία σφραγίδα, για όλα τα ζώντα ζώα τα οποίο σφάζονται στην Ελλάδα και παίρνουν σφραγίδα «Τοπικής Σφαγής». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι καταναλωτές να μην μπορούν να ξεχωρίσουν αν το κρέας αυτό είναι ελληνικό ή αν είναι εισαγόμενο. Το δεύτερο έχει να κάνει με τον έλεγχο που γίνεται στα σύνορα σε σχέση με τα κρέατα τα οποία έρχονται και από τρίτες χώρες. Και στις τρίτες χώρες, έχει μεγάλη σημασία το διαφορετικό της παραγωγής. Δηλαδή, παράγονται προϊόντα με μια σειρά φάρμακα, τα οποία επιτρέπονται στις χώρες αυτές, ενώ στην Ε.Ε. εδώ και χρόνια έχουν καταργηθεί. Με αποτέλεσμα σκευάσματα που είναι διαφορετικά και δημιουργούν λιγότερα προβλήματα στον ανθρώπινο οργανισμό, να στοιχίζουν πολύ περισσότερο και να ανεβάζουν το κόστος παραγωγής. Και το τρίτο κομμάτι έχει να κάνει με το βόειο κρέας, το οποίο το 85% είναι εισαγόμενο. Είχαμε μια παραγωγή στο 15%. Αυτό που έγινε με τις συνδεδεμένες που κόπηκαν στη γέννα στην αγελάδα, περιμένουμε μία μείωση των αγελαδοτρόφων κατά 20%. Ενώ έχουν ενισχυθεί αυτοί που φέρνουν τα εισαγόμενα μοσχάρια και τα παχαίνουν στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα η ελληνική βοοτροφία, τον τελευταία 1 με 1,5 χρόνο να οδεύει διαρκώς στη συρρίκνωση. Έτσι το επόμενο διάστημα θα δείτε πολύ αυξημένη τιμή και στο μοσχαρίσιο κρέας».
Οι λογικές της επιδότησης των εισαγωγών
Στο σχόλιο του Χριστόφορου Παπαδάκη ότι «τη δεκαετία του ’80 υπήρχε στην Κρήτη επάρκεια στο κρητικό χοιρινό κρέας πάνω από 85%. Αλλά με τις επιδοτήσεις των εισαγωγών οι χοιροτρόφοι καταστράφηκαν ολοκληρωτικά», ο Δημήτρης Μόσχος συμφώνησε. «Είναι αυτό που λέτε. Αφού κι εδώ στη Δράμα, η περιοχή μας είχε τη δεκαετία του ’80 18 χοιροτροφικές μονάδες και σήμερα δεν υπάρχει ούτε μία. Όπως και στη γαλακτοπαραγωγή στις Αγελάδες. Ο νομός Καστοριάς δεν έχει ούτε μία μονάδα, από 54 που υπήρχαν κάποτε»!