Γράφει ο Νάσος Ζαχαρόπουλος
Η συζήτηση για τα δημοτικά τέλη έχει φουντώσει τις τελευταίες ημέρες, ενώ την Τετάρτη ξεκίνησε η διαβούλευση για τα ανταποδοτικά τέλη και τα τέλη κοινοχρήστων χώρων. Η συζήτηση εκτυλίχθηκε σε πολύ καλό κλίμα, κλίμα συνεργασίας και όχι αντιδικίας, κάτι που κρίνεται θετικό.
Τώρα στην ουσία του θέματος, ας διαχωρίσουμε σε δυο κατηγορίες τα τέλη, τα δημοτικά τέλη (φωτισμού και καθαριότητας) τα οποία πληρώνουν οι πολίτες αλλά και οι επιχειρήσεις. Τα νούμερα δείχνουν ότι το ποσό των 0,86€ / τ.μ. είναι όντως από τα χαμηλότερα δημοτικά τέλη σε σχέση με άλλες πόλεις της Ελλάδας. Η τελική πρόταση της δημοτικής αρχής είναι η αύξηση στο 1,05€ , δηλαδή η αύξηση είναι 0,19 λεπτά, το οποίο για 100τ.μ. οικία ανέρχεται σε αύξηση 19 ευρώ τον χρόνο (από 24 ευρώ όπως ήταν η αρχική πρόταση αύξησης τον Νοέμβριο).
Η αύξηση αυτή παρότι « φαίνεται» μικρή για ένα σπίτι 100τ.μ, το βασικό ερώτημα που παραμένει είναι αν η πόλη του Ηρακλείου θα πάψει να έχει εικόνα εγκατάλειψης. Αν ο κ. Καλοκαιρινός θα μπορέσει να κερδίσει το στοίχημα της καθαριότητας της πόλης, και της ηλεκτροφώτισης της πόληςκ. Ο κάθε πολίτης θα νοιώσει τότε ευχαριστημένος με την νέα δημοτική αρχή, είτε πληρώνει 0,86€, είτε 1,05€, είτε 1,25€ κτλ. Αυτό είναι το κύριο ερώτημα.
Και ως συνέχεια αυτού, θα μπορούσε κάποιος να σκεφτεί, χρειάζεται η αύξηση αυτή ούτως ώστε να επιτύχει ο δήμος το αποτέλεσμα στην καθαριότητα; Πώς προκύπτει ότι όντως χρειάζεται όλη αυτή η αύξηση; Με ποιά στοιχεία κοστολόγησης; Θα μπορούσε να εξοικονομήσει άλλους πόρους ενδεχομένως, ούτως ώστε να μην υπάρχει αύξηση ή η αύξηση να είναι πολυ πιο μικρή και σταδιακή
Να αναφέρουμε και το παράδειγμα του δήμου Αθηναίων, όπου για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά μειώνει τα δημοτικά τέλη κατά 5% (στο 1,40€) το 2024. Είναι αποτέλεσμα της επιστροφής προς τους πολίτες, μέρος της καλής οικονομικής διαχείρισης των προηγούμενων ετών, όπως τουλάχιστον είχε αναφέρει ο απερχόμενος δήμαρχος Αθηναίων, Κώστας Μπακογιάννης.
Στο δεύτερο κομμάτι των τελών κοινοχρήστων χώρων, τα νούμερα είναι λίγο διαφορετικά. Είναι αλήθεια πως η μείωση του 50% η οποία είχε γίνει στην εποχή covid, ήταν μια μεγάλη μείωση, σε σχέση με αυτό που πλήρωναν. Καθώς όμως η οικονομία επανέρχεται, η σκέψη του να επανέλθει και το τέλος αυτό στα πρότερα επίπεδα, θα μπορούσε να πεί κάποιος πως δεν είναι παράλογη.
Όμως, ο τρόπος ο οποίος η απερχούσα δημοτική αρχή αντιμετώπισε το θέμα είναι πρόχειρος και λανθασμένος. Πρώτον, πρέπει να συζητήσει με τους φορείς, για να καταλήξει σε μια αντικειμενική τιμή, ανά περιοχή, μια δίκαιη τιμή την οποία πρέπει να πληρώνει ο κάθε καταστηματάρχης. Ευτυχώς αυτό γίνεται τώρα από τον κ. Καλοκαιρινό, τουλάχιστον γίνεται για το 2025. Για το 2024 όμως η νεοεκλεγείσα δημοτική αρχή λίγο πολύ «υποχρεούται» κατά κάποιο τρόπο να ανεβάσει τα τέλη κοινοχρήστων χώρων με υπέρογκες αυξήσεις, για να ισοσκελιστεί ο προϋπολογισμός των ανταποδοτικών τελών. Όμως, δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα. Δεν είναι σωστό προς μια επιχείρηση να διπλασιάζεις μέσα σε μία νύχτα τον οποιονδήποτε φόρο (ή έστω να τον αυξάνεις κατά 80%). Η οποιαδήποτε αύξηση έπρεπε να γίνεται σταδιακά, όταν αφορά τόσο μεγάλες αυξήσεις. Επίσης η δημοτική αρχή θα έπρεπε να παραθέσει τα στοιχεία που την οδήγησαν σε αυτόν τον σχεδιασμό, όπου ουσιαστικά αυξάνει τα δημοτικά τέλη τόσο όσο χρειάζεται για να δικαιολογηθεί ο προυπολογισμός του κόστους των 22,9 εκ. € που είχε για το 2023.
Δεύτερον, όσον αφορά την τιμή την ίδια του τ.μ., αυτό θα είναι το αποτέλεσμα της ειδικής επιτροπής που θα γίνει για την ορισμό των τελών του 2025. Όμως σε ένα μεταβατικό έτος όπως ισχυρίζεται η δημοτική αρχή, το 2024, δεν μπορείς να επιβάλεις αύξηση 80%. Κάποιες λίγες επιχειρήσεις ίσως μπορούν να το επωμιστούν, οι περισσότερες θα ζοριστούν πολύ, και κάποιες ενδεχομένως πολλές ή και πάρα πολλές, να μην ανταπεξέλθουν. Όπως και να έχει μια αύξηση τύπου 100% δεν μπορεί να γίνεται μέσα σε μια νύχτα.
Ο σύνδεσμος συνδέσμου Επισιτισμού και Διασκέδασης Ν.Ηρακλείου έθεσε στον προηγούμενο δημοτικό συμβούλιο, αλλά και στην διαβούλευση, πολλά παραδείγματα άλλων πόλεων, όπου τα τέλη βρίσκονται στα επίπεδα του Ηρακλείου (84ευρω), με κορυφή τα την τιμή των 100ευρώ η οποία ισχύει για παράδειγμα στον παραλιακό δρόμο του λιμανιού των Χανίων. Επίσης για παράδειγμα η υψηλή ζώνη στην Πάτρα ανέρχεται στα 70ευρω, όπως και στην Λάρισα. Ένα βασικό επιχείρημα του συνδέσμου αποτελεί το γεγονός πως για πάρα πολλά χρόνια μέχρι και το 2015, τα καταστήματα ήταν βεβαρυμένα με το υψηλότερο τέλος στα 257 ευρώ, ήταν η ακριβότερη πόλη στα τέλη κοινοχρήστων χώρων. Δεν πρέπει λοιπόν να επανέλθουμε σε υψηλές τιμές του παρελθόντως. Ο σύνδεσμος μέσω της προέδρου του, στις 18 Ιανουαρίου στην νέα δημοτική αρχή την πρότασή της, για 3 ζώνες στα εντός των τοιχών καταστήματα, με την υψηλή ζώνη στα 110 Ευρώ, και τις υπόλοιπες 2 ζώνες στα 90 και 70 αντίστοιχα, καθώς έτσι γίνεται ένας εξορθολογισμός των ζωνών σε σχέση με αυτό που υπήρχε, και μια πιό δίκαιη κατανομή των τελών κοινοχρήστων χώρων. Η δημοτική αρχή και ο δήμαρχος ο κ. Καλοκαιρινός πάντως εμφανίζεται πολύ πρόθυμος και συζητήσιμος για τα θέματα αυτά, και αυτό είναι πολύ θετικό. Επομένως η άποψη πως μια τιμή στα 110 Ευρώ θεωρείται «δίκαιη» για το κέντρο του Ηρακλείου, και γίνεται ευρέως αποδεκτή από την πλειοψηφία των καταστηματαρχών του κέντρου, οι οποίοι κι αυτοί από την πλευρά τους αναγνωρίζουν την ανάγκη εσόδων του Δήμου σε αυτό το κομμάτι. Το θέμα πάντα παραμένει, να γίνεται η «ανταπόδοση» από τον δήμο πιο ουσιαστική και άμεση και όχι να συμβάλουν οικονομικά οι ίδιοι οι επιχειρηματίες στην καθημερινότητα, όπως πολλές φορές συμβαίνει.
Ας δούμε τέλος και μια αδικία η οποία συμβαίνει στους βενζινοπώλες του Ηρακλείου, όσον αφορά τα δημοτικά τέλη. Η «αδικία» αυτή τελείται από το 2007, καθώς ο Δήμος κατατάσει τους ΚΑΔ αυτούς στην ειδική κατηγορία, με τον πιό αυξημένο συντελεστή στα 4,70 ευρώ. (αύξηση από 3,9 περίπου). Τα πρατήρια καυσίμων πωλούν κατα κύριο λόγο ένα προϊόν το οποίο είναι υγρό (βενζίνη, πετρέλαιο) με αποτέλεσμα να μην δημιουργούν λειτουργικά πολλά απορρίματα. Δεύτερον και κυριότερο, λογω των ειδκών όρων κυκλοφοριακης σύνδεσης για κάθε νέο πρατήριο, ο επιχείρηματίας υποχρεούται με δικά του έξοδα να κατασκευάσει τα πεζοδρομια, την κυκλοφοριακή σύνδεση του πρατηρίου, τις φωτοστήλες γύρω από το κατάστημά του στον δρόμο, καθώς επίσης και να πληρώνει αυτός τον ηλεκτρική κατανάλωση των φωτοστηλών του δρόμου, έξω απο το πρατήριο. Αρα ο Δήμος δεν παρέχει ούτε φωτισμό, ούτε κατασκευάζει πεζοδρόμια, ούτε πληρώνει το ρεύμα, ούτε υποχρεούται σε ιδιαίτερη αποκομιδή απορριμάτων, και παρ’ όλα αυτά ο βενζινοπώλης πληρώνει την ακριβότερη τιμή των τελών.