Νέα μέτρα στήριξης για τους οικονομικά ευάλωτους και μειώσεις φόρων για όλους, συνολικού ύψους 4 δισ. ευρώ φέρνει το νέο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Διαρθρωτικό πλαίσιο 2025-2028 με βάση τους υπολογισμούς του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Παρουσιάζοντας το νέο πρόγραμμα ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης τόνισε ότι πρωταγωνιστικό ρόλο για τις νέες μειώσεις φόρων θα παίξει η μείωση της φοροδιαφυγής. “Αυξάνοντας τα έσοδα από φοροδιαφυγή θα μπορούμε να αποποιούμαστε την είσπραξη κάποιων φόρων, δηλαδή να μειώνουμε το φορολογικό βάρος” είπε χαρακτηριστικά ο κ. Χατζηδάκης. Μάλιστα εκτίμησε ότι μέχρι και το 2027, τα πρόσθετα έσοδα από φοροδιαφυγή θα φτάσουν τα 2,5 δισ. ευρώ. Μάλιστα τόνισε ότι λόγω της αύξησης των εσόδων από τη φοροδιαφυγή κατέστη δυνατό να αυξήσουμε τις δαπάνες για το 2025 κατά 700 εκατ. ευρώ, εντάσσοντας στον προϋπολογισμό του επόμενου χρόνο το σύνολο των εξαγγελιών της ΔΕΘ. Για τα επόμενα χρόνια, δηλαδή το 2025 και το 2026, θα υπάρχει ένα ποσό ύψους 1 δισ. το οποίο θα μετακυλίεται και στη συνέχεια μέχρι και το 2028.
Ο υπουργός τόνισε ότι οι μεγάλες δαπάνες για τα επόμενα χρόνια θα είναι αυτές για τις συντάξεις (περίπου 1 δισ. ευρώ το χρόνο) και τους αμυντικούς εξοπλισμούς. Όπως εξήγησε το κονδύλι για τις δαπάνες δεν ενισχύεται λόγω των αυξήσεων, που πλέον θα δίνονται σε πάγια ετήσια βάση, αλλά λόγω του μεγαλύτερου αριθμού των συνταξιούχων.
Σε ό,τι αφορά τις αμυντικές δαπάνες αναμένεται να αυξηθούν κατά 850 εκατ. ευρώ το 2025 και στη συνέχεια 1,3 δισ. ευρώ για τα χρόνια από το 2026 μέχρι και το 2028.
Πάντως ο κ. Χατζηδάκης αναφερόμενος στο προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2025 είπε ότι δεν υπάρχει οριστικό αποτέλεσμα σε ότι αφορά τα έσοδα από φοροδιαφυγή αλλά και την επισκόπηση των δαπανών που τρέχουν παράλληλα. “Υπάρχουν παρεμβάσεις που έχουν ανακοινωθεί και άλλες που δεν έχουν ανακοινωθεί ακόμη” τόνισε αφήνοντας ανοιχτή μια επέκταση του πακέτου μέτρων που εξαγγέλθηκαν στην Θεσσαλονίκη.
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης έκανε την ακόλουθη δήλωση: “Με το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό – Διαρθρωτικό Πρόγραμμα 2025-2028, η κυβέρνηση πετυχαίνει να ανεβάσει την οικονομία πολλά σκαλιά παραπάνω έως το 2028. Και την ίδια στιγμή, να εκπληρώσει όλες τις βασικές δεσμεύσεις του προγράμματος της Νέας Δημοκρατίας το 2023. Τιμούμε την εντολή των Ελλήνων πολιτών. Αυτά που είπαμε, αυτά κάνουμε. Συνεχίζοντας σε ένα δρόμο σύνεσης, μπορούμε να συνδυάζουμε τη δημοσιονομική σοβαρότητα με την ανάπτυξη και την αύξηση των εισοδημάτων των Ελλήνων”.
Ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Αθανάσιος Πετραλιάς έκανε την ακόλουθη δήλωση: “Η Ελλάδα την προηγούμενη εβδομάδα είχε χαμηλότερα spreads στο πενταετές ομόλογο από την Γαλλία. Είμαστε σε θέση να πούμε σήμερα ότι έχουμε στέρεη δημοσιονομική πολιτική και είμαστε περήφανοι για αυτό. Η Ελλάδα έχει την ευκαιρία μέχρι το 2028, να μην έχει το μεγαλύτερο χρέος στην Ευρώπη και τα δημόσια οικονομικά της να είναι πιο υγιή από άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Αυτή είναι η βάση για να μπορούμε να ενισχύουμε την πραγματική οικονομία, είναι η βάση με την οποία μας αξιολογεί η διεθνής επενδυτική κοινότητα και η μόνη βάση στην οποία μπορεί να στηριχθεί το μέλλον μας. Δηλαδή το μέτρο. Ούτε πολλά, ούτε λίγα. Όσα πρέπει για να μπορούμε να διατηρούμε τη δημοσιονομική ισορροπία και παράλληλα να ενισχύουμε το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών”.
Αύξηση κατά 40 δισ. ευρώ του ΑΕΠ
Με βάση το νέο μεσοπρόθεσμο, το ονομαστικό ΑΕΠ θα αυξηθεί για την τετραετία κατά 40 δισ. ευρώ στα 272 δισ. ευρώ από 232 δισ. ευρώ που αναμένεται να φτάσει στο τέλος του 2024. Το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,2% το 2024 και κατά 2,3% το 2025 υποστηριζόμενο από την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, την αύξηση των επενδύσεων, την ενίσχυση της εξωτερικής ζήτησης και την εξασθενημένη επίδραση της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής. Οι μακροοικονομικές προβλέψεις που παρουσιάζονται στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό-Διαρθρωτικό Σχέδιο ευθυγραμμίζονται με εκείνες των εαρινών προβλέψεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Αυτή η αναπτυξιακή πορεία αντανακλά τη σημαντική αύξηση των επενδύσεων κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Συγκεκριμένα, ο ακαθάριστος σχηματισμός πάγιου κεφαλαίου προβλέπεται να αυξήσει τη συνεισφορά του στην πραγματική ανάπτυξη (1 ποσοστιαία μονάδα το 2024 και 1,3 το 2025), με τον ετήσιο ρυθμό να αυξάνεται από 4% το 2023 σε 6,7% το 2024 και 8,4% το 2025.
Το ΤΑΑ αναμένεται να συμβάλει αποφασιστικά στην αύξηση της πραγματικής ανάπτυξης το 2024 και το 2025, μέσω επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων για την επέκταση της παραγωγικής ικανότητας, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας, την αντιμετώπιση της ανάγκης για τεχνολογική προσαρμογή και την ενίσχυση της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής, με αποτέλεσμα υψηλότερη δυνητική ανάπτυξη
O ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να διαμορφωθεί στο 2,0% το 2026, παραμένοντας έτσι σε σταθερό έδαφος, ως αποτέλεσμα του θετικού αντίκτυπου των επενδύσεων που χρηματοδοτούνται από τους πόρους του προγράμματος Next Generation EU (ιδιαίτερα το 2026, τελευταίο έτος χρηματοδότησης των δράσεων από το NGEU, πάνω από 6 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και περισσότερα από 4 δισ. ευρώ σε δάνεια προβλέπεται να απορροφηθούν), της χαλάρωσης των χρηματοοικονομικών συνθηκών, καθώς και της περαιτέρω βελτίωσης στην αγορά εργασίας. Βάσει των παραπάνω, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου προβλέπεται να αυξηθεί κατά 8,0% το 2026. Το 2027 και το 2028 ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας αναμένεται να υποχωρήσει στο 1,5% και το 1,3% αντίστοιχα.
Περαιτέρω σημαντική μείωση του χρέους
Το δημόσιο χρέος εκτιμάται ότι θα καταγράψει μια σημαντική μείωση κατά 8,3 ποσοστιαίες μονάδες το 2024, και συνολικά μείωση 20,4% του, ενώ η μέση ετήσια μείωση κατά την τετραετία που καλύπτει το σχέδιο υπολογίζεται σε 5,1 ποσοστιαίες μονάδες, σημαντικά μεγαλύτερη από την ελάχιστη απαίτηση που θέτει η συνθήκη διασφάλισης που είναι 1% του ΑΕΠ. Ως αποτέλεσμα, το ποσοστό του χρέους εκτιμάται ότι θα μειωθεί από 153,7% του ΑΕΠ το 2024, σε 133,4% του ΑΕΠ το 2028.
Η ανάλυση των προσδιοριστικών παραγόντων αυτής της μείωσης του χρέους δείχνει μια σταδιακή εξασθένιση της σχετικής επίδρασης της διαφοράς μεταξύ ανάπτυξης-επιτοκίων, καθώς αυτός ο παράγοντας καθορίζει περίπου τη μισή από τη συνολική μείωση χρέους για το 2024 και περίπου τα τρία τέταρτα της αντίστοιχης μείωσης για το 2025, αλλά μόλις το ένα τέταρτο περίπου της εκτιμώμενης μείωσης του χρέους για το τελευταίο έτος του σχεδίου.
Συγκράτηση του ελλείμματος
Για όλη την τετραετία η ελληνική οικονομία θα έχει χαμηλά ελλείμματα, της τάξης του 1% του ΑΕΠ ή και χαμηλότερα από αυτό, δηλαδή σε επίπεδα αρκετά κάτω από τους κοινούς ευρωπαϊκούς στόχους. Η επίδοση αυτή αποτελεί στοιχείο νοικοκυριού, στέλνει μήνυμα εμπιστοσύνης στις αγορές και τους επενδυτές και επιτυγχάνεται σε περίοδο που 8 χώρες της ΕΕ (μεταξύ των οποίων η Ιταλία, η Γαλλία και το Βέλγιο) βρίσκονται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.
Πρωτογενή πλεονάσματα
Προβλέπεται η επίτευξη χαμηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων σε σχέση με την αρχική πρόταση της ΕΕ, καθώς η υπεραπόδοση του προϋπολογισμού και της οικονομίας το 2024 πιστοποιεί ότι η ελληνική οικονομία είναι σε θέση (όπως κάνει φέτος) να επιτυγχάνει λογικά πρωτογενή πλεονάσματα που εξασφαλίζουν τη συνέχιση της μείωσης του χρέους. Το μεσοπρόθεσμο προβλέπει τη διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος του προϋπολογισμού στο επίπεδο που προβλέπεται ότι θα κλείσει το 2024, δηλαδή στο 2,4% του ΑΕΠ για όλη την τετραετία (με εξαίρεση το 2025 οπότε προβλέπεται 2,5%).
Μείωση της ανεργίας
Η ανεργία μειώθηκε από 17,9% το 2019 στο 11,1% στα τέλη του 2023, διάστημα στο οποίο δημιουργήθηκαν 500.000 νέες θέσεις εργασίας. Η ανεργία παραμένει σε πτωτική πορεία καθώς τον Ιούλιο 2024 διαμορφώθηκε στο 9,9%. Η πορεία αυτή αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια και το 2028 προβλέπεται να φθάσει στο 8,5%, δηλαδή στα επίπεδα προ της οικονομικής κρίσης.
Αύξηση μισθών
Ο κατώτατος μισθός από 650 ευρώ το 2019 και 830 ευρώ που είναι σήμερα, προβλέπεται να διαμορφωθεί στα 950 ευρώ το 2027.
Ο μέσος μισθός από 1046 ευρώ το 2019 και 1258 ευρώ στο τέλος του 2023 προβλέπεται να φθάσει το 2027 στα 1500 ευρώ.
Συνέχιση των μεταρρυθμίσεων
-Δημογραφικό: Πρόσθετη προστασία για οικογένειες με 3 παιδιά και άνω, έκπτωση φόρου για χρηματικές παροχές υπέρ νέων γονέων, μείωση του φόρου ασφαλίστρου (15%) ιδιωτικών συμβολαίων υγείας για παιδιά.
-Στεγαστικό: Πρόγραμμα “Σπίτι μου 2”, τοπικοί περιορισμοί στις βραχυχρόνιες μισθώσεις κίνητρα για μακροχρόνιες μισθώσεις κενών κατοικιών.
-Αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής κρίσης: Επενδύσεις στην πρόληψη πυρκαγιών και πλημμυρών, μείωση του ΕΝΦΙΑ για ασφάλιση κατοικιών, αύξηση της περιμέτρου υποχρεωτικής ασφάλισης επιχειρήσεων.
-Υγεία: Προσλήψεις μόνιμου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, αναβάθμιση νοσοκομείων, έλεγχος των προμηθειών.
-Αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος: Μη κρατικά πανεπιστήμια, ανακαίνιση σχολικών κτιρίων, προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης – κατάρτισης.
-Περιορισμός της φοροδιαφυγής: Πλήρης εφαρμογή “myDATA” και ηλεκτρονικών τιμολογίων, ψηφιοποίηση των ελέγχων, ψηφιακή ΑΑΔΕ. Ο περιορισμός της φοροδιαφυγής θα επιτρέψει και περαιτέρω μειώσεις φορών.
-Ενίσχυση της επιχειρηματικότητας: Κίνητρα για έρευνα – ανάπτυξη – συγχωνεύσεις, σύσταση του Εθνικού Επενδυτικού Ταμείου, σχέδιο για επέκταση θερμοκηπίων και στήριξη σε νέους αγρότες.
-Επισκόπηση δαπανών για ορθολογικότερη κατανομή (Spending review): Ενδεικτικά: Στόχευση κοινωνικών επιδομάτων και επιδομάτων ανεργίας, λειτουργικές δαπάνες, φαρμακευτική δαπάνη, δαπάνες φορέων γενικής κυβέρνησης και ΟΤΑ.
Η κυβέρνηση σε συμφωνία με την ΕΕ πέτυχε μεγαλύτερη αύξηση των δαπανών σε σχέση με τις αρχικές προτάσεις της Κομισιόν, προβάλλοντας ως σημαντικότερο επιχείρημα τις καλύτερες από τους στόχους δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας το 2024. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι δαπάνες το 2025 θα είναι κατά 700 εκατ. ευρώ υψηλότερες σε σχέση με τον αρχικό στόχο που είχε θέσει η Ε.Ε. και περίπου 1,1 δισ. υψηλότερες το 2026 και κάθε επόμενο έτος. Δηλαδή συνολικά στην τετραετία το όριο των δαπανών του προϋπολογισμού είναι αυξημένο κατά 4 δισ. ευρώ σε σχέση με τις αρχικές προτάσεις της Επιτροπής. Η θετική αυτή εξέλιξη αποτελεί πρακτική απόδειξη, πώς η συνετή δημοσιονομική πολιτική δημιουργεί δημοσιονομικό χώρο για να καλυφθούν δαπάνες πέρα από τις τρεις βασικές κατηγορίες που περιλαμβάνουν λειτουργικές δαπάνες, δαπάνες για συντάξεις και εθνική άμυνα.
Η συνετή δημοσιονομική πολιτική και η υπεραπόδοση του προϋπολογισμού και της οικονομίας επιτρέπουν στην κυβέρνηση να συνδυάζει τη μεγάλη μείωση του χρέους με την προώθηση διαρθρωτικών παρεμβάσεων, τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, την κάλυψη των αυξημένων αμυντικών δαπανών, την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, τη μείωση της ανεργίας, τη μείωση των φόρων και την αύξηση των εισοδημάτων.