Με πρώτα τα μεγέθη του προϋπολογισμού του 2025 να αρχίζουν να οριστικοποιούνται τις επόμενες δύο εβδομάδες, θα αρχίσει να διαμορφώνεται το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθεί η ελληνική οικονομία μέχρι και το τέλος του 2028.
Το αργότερο μέχρι και την επόμενη Δευτέρα, 30 Σεπτεμβρίου, αναμένεται να ξεκαθαρίσουν για τον προϋπολογισμό του επόμενου χρόνου τα κρίσιμα μεγέθη της ανάπτυξης και του χρέους για την επόμενη χρονιά. Μέχρι στιγμής, το οικονομικό επιτελείο, με βασικό επιχείρημα την ολοκλήρωση των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, επιμένει σε ανάπτυξη 2,6% το 2025, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο μικρής αναθεώρησης για το 2024 στο 2,3% από 2,5%, που ήταν η πρόβλεψη του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης 2024-2025. Από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έχει μια ελαφρά πιο αισιόδοξη πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,2% για φέτος και 2,3%, εκτιμώντας ότι το ύψος των επενδύσεων δεν θα είναι εκείνο που αναμένει η ελληνική πλευρά.
Τούτο ενώ, με βάση τη συμφωνία για τη διευθέτηση του δημοσίου χρέους, οι τόκοι αυτοί θα είναι σε περίοδο χάριτος μέχρι και το 2032, οπότε και θα άρχιζαν να αποπληρώνονται σταδιακά. H εγγραφή του ποσού αυτού στο χρέος, αν και δεν δημιουργεί κάποιο δημοσιονομικό πρόβλημα (αφού θα αρχίσει να αποπληρώνεται σε 8 χρόνια από τώρα), θα αλλάξει τη βάση με την οποία θα υπολογιστεί το χρέος του 2024 και των επόμενων ετών, αναδιαμορφώνοντας παράλληλα και την τροχιά αποκλιμάκωσης του χρέους και για τις αγορές
Παράλληλα βέβαια θα επηρεάσει τους στόχους του μεσοπρόθεσμου 2025-2028, αφού και εκεί βασικό μέγεθος θα αποτελεί το χρέος. Για τον λόγο αυτό, θα πρέπει να συμφωνηθεί μέσα στις επόμενες ημέρες με την Κομισιόν και η πορεία μείωσης του μέσα στην επόμενη τετραετία. Πάντως, το αυξημένο κατά 4,8% του ΑΕΠ χρέος για το 2023, θα μεταφερθεί εκ των πραγμάτων και στην πενταετία 2024 -2008, με αποτέλεσμα να απαιτεί μεγαλύτερη προσπάθεια για την απομείωση του κοντά στο 120% του ΑΕΠ, που είναι ο στόχος για το 2028.
Σημείο αναφοράς για το ελληνικό πρόγραμμα θα αποτελέσει το μέγεθος με βάσει του οποίου η Ελλάδα θα κρίνεται σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητα στην υλοποίηση του προγράμματος: οι οροφές αύξησης των δαπανών. Ως γνωστό, το 2024 η οροφή της αύξησης των πρωτογενών δαπανών ήταν 2,6% και για το 2025 αυξήθηκε οριακά στο 3%. Οι πληροφορίες από ανώτερους κυβερνητικούς αξιωματούχους είναι ότι, για τα έτη από το 2026 έως και 2028, το όριο αυτό θα αυξηθεί στο 3,6%, διαμορφώνοντας ένα μέσο όρο αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών κατά 3,4%.
Σε αυτό το όριο, θα πρέπει να “χωρέσουν” και οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες συνολικού ύψους 4,8 δισ. ευρώ μέχρι και το 2028. Και για το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, το ζητούμενο είναι ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας, με την ελληνική πλευρά να προσπαθεί να πείσει ότι θα είναι πάνω από 2% σε μέσο ετήσιο επίπεδο και την Κομισιόν να βλέπει σε μέσα επίπεδα την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια να μην ξεπερνά το 1,5-1,6%.