Διατηρήθηκε και κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους, η έντονα ανοδική πορεία των ζητούμενων τιμών πώλησης και ενοικίασης κατοικιών στο λεκανοπέδιο της Αττικής, παρότι, όπως αναφέρουν μεσιτικές πηγές, ο όγκος των αγοραπωλησιών έχει μειωθεί συγκριτικά με πέρσι, ακριβώς λόγω των υψηλών τιμών.
Με βάση την επεξεργασία που προκύπτει από τα στοιχεία του δείκτη τιμών SPI του Spitogatos.gr, κατά το δεύτερο τρίμηνο, η μέση ζητούμενη τιμή πώλησης κατοικιών διαμορφώθηκε σε 2.410 ευρώ/τ.μ., έναντι 2.143 ευρώ/τ.μ. το αντίστοιχο διάστημα του 2023, μια αύξηση κατά 12,45%. Κατά το πρώτο τρίμηνο, ο ρυθμός ανόδου των τιμών πώλησης είχε ανέλθει σε 13,5% σε 2.350 ευρώ/τ.μ.
Παράγοντες της αγοράς ακινήτων εκτιμούν ότι το “ράλι” των τιμών όχι μόνο δεν πρόκειται να “αναχαιτιστεί”, αλλά το πιθανότερο είναι ότι θα ενισχυθεί ακόμα περισσότερο τους επόμενους μήνες, ιδίως εφόσον εξασφαλιστεί η απαιτούμενη συναίνεση από την Ε.Ε. (και συνεπώς και τα σχετικά κονδύλια) για να “τρέξει” ο επόμενος κύκλος του προγράμματος “Σπίτι μου”. Ήδη, τις τελευταίες ημέρες πολλοί ιδιοκτήτες έχουν σπεύσει να αυξήσουν κι άλλο τις ζητούμενες τιμές πώλησης των ακινήτων τους, λόγω της προσδοκίας εξασφάλισης υψηλότερου αντιτίμου, ακριβώς λόγω της εκτίμησης ότι θα αυξηθεί σημαντικά η ζήτηση κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Ήδη, πάντως, οι αξίες έχουν “απογειωθεί” σε πολλές περιοχές. Για παράδειγμα, στον Πειραιά, παρατηρείται ετήσια αύξηση κατά 28,9%, με τη μέση τιμή πώλησης να αγγίζει τα 2.471 ευρώ/τ.μ. Αντίστοιχα, κατά 23,6% έχουν αυξηθεί και οι τιμές στα προάστια του Πειραιά, με αποτέλεσμα να διαμορφώνονται σε 1.931 ευρώ/τ.μ. Σημαντικό ρόλο στην κατακόρυφη αυτή αύξηση, έχει διαδραματίσει η μεγάλη ζήτηση λόγω του προγράμματος Golden Visa, καθώς ο Πειραιάς αποτελεί μία από τις λίγες περιοχές της Αττικής, που συγκεντρώνουν σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης και ταυτόχρονα, το ελάχιστο όριο επένδυσης παραμένει στις 250.000 ευρώ, έως ότου ξεκινήσουν να ισχύουν τα νέα όρια των 800.000 ευρώ, από την 1η Σεπτεμβρίου και μετά.
Παραμένουν πολύ υψηλά και τα ενοίκια
Ανάλογη εικόνα παρατηρείται και σε ό,τι αφορά τις τιμές ενοικίασης κατοικιών. Κατά το δεύτερο τρίμηνο, η μέση ζητούμενη τιμή διαμορφώθηκε σε 9,85 ευρώ/τ.μ., ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο. Πρόκειται για αύξηση κατά 10% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, όταν το μέσο ζητούμενο ενοίκιο στην Αττική είχε διαμορφωθεί σε 8,96 ευρώ/τ.μ. Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2024, το μέσο ενοίκιο είχε αυξηθεί κατά 13,5% ετησίως, 9,6 ευρώ/τ.μ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στις περιοχές μεγάλης ζήτησης, όπως το κέντρο της Αθήνας, τα βόρεια και τα νότια προάστια, αλλά πλέον και ο Πειραιάς, το μέσο ζητούμενο ενοίκιο ξεπερνά πλέον τα 10 ευρώ/τ.μ. Έτσι, για την μίσθωση ενός οικογενειακού ακινήτου επιφάνειας 100 τ.μ. απαιτούνται από 1.000 έως 1.250 ευρώ κατά μέσο όρο σε μηνιαία βάση.
Πηγές της αγοράς ακινήτων επισημαίνουν ότι αν δεν υπάρξει κάποια διαφοροποίηση (π.χ. μέσω της αύξησης των εισοδημάτων και της μείωσης του κύματος ακρίβειας, ειδικά στην αγορά τροφίμων), είναι πιθανό τους επόμενους μήνες να υπάρξει κύμα στάσης πληρωμών από ενοικιαστές, που δεν θα μπορούν πλέον να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Άλλοι πάλι προειδοποιούν ότι αν ένας ιδιοκτήτης επιχειρεί να εισπράξει το μέγιστο δυνατό ενοίκιο, βρίσκεται και έκθετος σε υψηλότερο κίνδυνο, από στρατηγικούς κακοπληρωτές, δηλαδή ανθρώπους που υπογράφουν μισθωτήρια συμβόλαια, έχοντας εξαρχής πρόθεση να αφήσουν απλήρωτα ενοίκια και λογαριασμούς.
Πηγή: capital.gr