Πολύ μακριά από την επάρκεια κτηνοτροφικών προϊόντων βρίσκεται η Κρήτη, η οποία ωστόσο μέχρι και τη δεκαετία του 90 μπορούσε σε πολύ μεγάλο βαθμό να καλύπτει τις ανάγκες της.
Τη στιγμή που η παραγωγή σε αρνιά και κατσίκια μπορεί να καλύψει έως και τρεις φορές τη ζήτηση του νησιού, οι ελλείψεις σε κοτόπουλα και ειδικότερα σε χοιρινό κρέας είναι πρωτοφανείς.
Όπως αποκαλύπτει μιλώντας στο ΘΕΜΑ ΚΡΗΤΗΣ 103.1 και τους Μαρία Σπυριδάκη και Χριστόφορο Παπαδάκη ο κτηνίατρος κ. Αλέκος Στεφανάκης «δυστυχώς δεν τα έχουμε καταφέρει καθόλου καλά ως χώρα».
Ο κ. Στεφανάκης διευκρινίζει ότι στην Κρήτη στην αιγοπροβατοτροφία έχουμε επάρκεια 300%, τονίζοντας ότι δεν πρόκειται να καταναλώσουμε τα δικά μας προϊόντα. Την ίδια ώρα βέβαια, η χοιροτροφία μας έχει καταποντιστεί στο 15%, ενώ μέχρι το 1990 είχαμε μια αυτάρκεια 70%.
«Στα κοτόπουλα έχει συμβεί το εξής: Τρώμε κοτόπουλα από την Άρτα και τα Γιάννενα και από την υπόλοιπη Ελλάδα που λειτουργούν πανίσχυρες μονάδες καθετοποιημένες παραγωγής κοτόπουλου» διευκρινίζει ο κ. Στεφανάκης και προσθέτει:
«Ασφαλώς γίνονται και εισαγωγές. Η χώρα μας είναι αυτάρκης στο κοτόπουλο. Η Κρήτη όμως, λόγω των κλιματικών συνθηκών και λόγω νοοτροπίας, παράγει κοτόπουλα ειδικών εκτροφών που τα βρίσκουμε στην αγορά για τους «ψαγμένους» καταναλωτές και ταξιδεύουν στην Αθήνα και τροφοδοτούν τα ντελικατές μαγαζιά. Παράγουμε δηλαδή ένα προϊόν ειδικής εκτροφής που έχει μια ιδιαίτερη ποιότητα. Η Κρήτη δεν έχει επάρκεια πάνω από 30% στο κοτόπουλο.
Στα αυγά, υπάρχουν δύο μεγάλες μονάδες που παλεύουν πάρα πολύ και είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο. Υπάρχουν τρεις – τέσσερις μικρομεσαίες που μαζί με το οικόσιτο το οποίο δυστυχώς αρχίζει να εγκαταλείπει αυτή την πρακτική, έχουμε αυτάρκεια για τις δικές μας ανάγκες. Αλλά ο τουρισμός είναι πολύ δύσκολο να καλυφθεί. Έχουμε πάντως αυτάρκεια στα αυγά μας και έχουμε και την κάλυψη ενός ποσοστού του τουρισμού».