Οριακά θετική αναμένεται η ανάπτυξη το πρώτου τριμήνου του 2024, αφού εκτός από τις δημόσιες επενδύσεις οι οποίες παρουσιάζουν σημαντική υπέρβαση έναντι του στόχου, κατανάλωση και εξαγωγές “ενσωμάτωσαν” την οριακή ανάπτυξη της Ευρωζώνης και το υψηλό κόστος χρήματος.
Σε αριθμητικούς όρους το ΑΕΠ θα πρέπει να αυξηθεί πάνω από τα 48,2 δις, επίπεδα στα οποία έκλεισε το ΑΕΠ πρώτου τριμήνου του 2023, αλλά αυτό προς το παρόν δείχνει να επιτυγχάνεται μόνο από τις δημόσιες επενδύσεις. Ειδικότερα, με βάση τα στοιχεία του προϋπολογισμού, για το 3μηνο Ιανουαρίου – Μαρτίου, οι πληρωμές στο σκέλος των επενδυτικών δαπανών ανήλθαν στα 2.812 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση ύψους 665 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο, καθότι παρουσιάστηκε υπέρβαση των στόχων τόσο στο ΠΔΕ όσο και στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Αυτό σημαίνει ότι οι δημόσιες επενδύσεις προχωρούν κανονικά και υπάρχει η βάση για την αύξηση κατά 9,1% των συνολικών επενδύσεων για το σύνολο του έτους, ειδικά μετά την εκκίνηση της διαδικασίας μείωσης των επιτοκίων του ευρώ από τον Ιούνιο και ακολούθως.
Νότα αισιοδοξίας δίνει και ο τουρισμός ο οποίος από την αρχή του χρόνου παρέχει θετικά δείγματα τα οποία προοιωνίζουν μια ακόμη καλή χρονιά η οποία δεν είναι όμως βέβαιο ότι σε επίπεδο εισπράξεων θα ξεπεράσει τα 20,1 δις ευρώ του έτους 2023.
Τα κακά νέα
Ωστόσο, υπάρχουν πλέον σαφείς ενδείξεις για τους υπόλοιπους συντελεστές της ανάπτυξης, οι οποίες δεν είναι αισιόδοξες.
Οι εξαγωγές αγαθών κατέγραψαν μείωση 11,7% για τον Μάρτιο και 11% για το σύνολο του πρώτου τριμήνου του έτους. Η εξέλιξη των εισαγωγών αποτελεί αντανάκλαση της επιβράδυνσης της Ευρωζώνης που ήταν και παραμένει βασικός εταίρος της Ελλάδας.
Ως μέγεθος οι εξαγωγές επιδρούν αρνητικά στην μεγέθυνση του ΑΕΠ καθώς παρά την αύξησή τους στα 100 δις το 2023 συνεχίζουν να υπολείπονται σημαντικά των εισαγωγών. Ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε ότι η αξία των εξαγωγών για το πρώτο τρίμηνο του χρόνου έφτασε τα 12,3 δις ευρώ, έναντι 20,3 δις που ανήλθαν στο ίδιο διάστημα οι εισαγωγές.
Ένα ακόμη ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι ενώ η μείωση των εξαγωγών έφτασε το 11% ενώ η μείωση των εισαγωγών περιορίστηκε στο 4%, επιδεινώνοντας την αρνητική τους επίπτωση για το ΑΕΠ.
Σε όλα αυτά ήρθε να προστεθεί και η μείωση της βιομηχανικής παραγωγής κατά 0,7% το Μάρτιο, προσθέτοντας άλλο ένα αρνητικό σημάδι που υποδεικνύει ότι και οι επόμενοι μήνες, δεν θα είναι πολύ καλύτεροι για τις εξαγωγές.
Η ιδιωτική κατανάλωση
Η ιδιωτική κατανάλωση έχει επίσης επηρεαστεί λόγω του υψηλού κόστους χρήματος και του υψηλού επιπέδου τιμών στην Ελλάδα. Αυτό εξηγεί την πτώση κατά 9,8% του όγκου πωλήσεων της λιανικής για το Φεβρουάριο (τον Ιανουάριο η μείωση έφτασε το 9,6%) με σχεδόν όλα τα καταστήματα να παρουσιάζουν πτώση πωλήσεων, των καταστημάτων τροφίμων μη εξαιρουμένων.
H ιδιωτική κατανάλωση σε κατοικίες έχει πληγεί ήδη από τα υψηλά επιτόκια με τις εμπορικές τράπεζες να παραδέχονται “νηνεμία” σε νέα στεγαστικά δάνεια και την Τράπεζα της Ελλάδας να καταγράφει αρνητική πιστωτική επέκταση σε χορηγήσεις προς τα νοικοκυριά.
Η πρόσφατη μέτρηση της ΕΛΣΤΑΤ, μέσω των εθνικών λογαριασμών για αύξηση της κατανάλωσης των νοικοκυριών κατά 3,8% για το πρώτο τρίμηνο του χρόνου, ως ένα σημείο μπερδεύει, αλλά μόνο αν κάποιος δεν έχει κατά νου ότι αφορά την κατανάλωση σε τρέχουσες τιμές οι οποίες ενσωματώνουν τον πληθωρισμό.
Πηγή: capital.gr