Οι αυξημένες τιμές στο ελαιόλαδο έχουν φέρει δραματικές μειώσεις της ζήτησης στην εγχώρια αγορά.
Είναι χαρακτηριστικό πως μόνο τη φετινή χρονιά η πτώση της ζήτησης αγγίζει το 35 % ενώ σε βάθος δεκαετίας η πτώση φθάνει έως και το 70 % σύμφωνα με το Σύλλογο Βιομηχάνων Τυποποιητών Ελαιολάδου.
Την ίδια ώρα και οι τιμές στη χονδρική πώληση παρουσιάζουν μια αποκλιμάκωση λόγω της μειωμένης ζήτησης, παραμένοντας ωστόσο σε πολύ υψηλά ποσοστά.
Μετά από τρίμηνο “πάγωμα” στις εμπορικές πράξεις για την αγορά ελαιολάδου, σημάδια κινητικότητας παρατηρούνται στην αγορά, με τις πρώτες συμφωνίες να υπογράφονται.
Παρ’ ότι παραγωγοί και συνεταιρισμοί κρατούσαν τις εναπομείνασες ποσότητες ελαιολάδου στις αποθήκες τους, προσδοκώντας υψηλότερες τιμές, οι πρώτες συμφωνίες φέρνουν το προϊόν στους 8 ευρώ το κιλό. Η τιμή αυτή αγγίζει τα 9,2 ευρώ το κιλό που ίσχυε τον Ιανουάριο, καταγράφοντας πτώση.
Παράλληλα, οι τιμές στο ράφι παραμένουν στα ύψη, κυμαινόμενες από 12 έως 16 ευρώ το λίτρο, ωθώντας τα νοικοκυριά σε αναζήτηση φθηνότερων λύσεων.
Κύκλοι της αγοράς προβλέπουν σταθερότητα στις τιμές έως το φθινόπωρο, λαμβάνοντας υπόψη την πτώση της παραγωγής φέτος (κάτω από 130.000 τόνους, έναντι 320.000 τόνων την περίοδο 2022-2023) και τις τιμές αγοράς από τους παραγωγούς (έως 10,2 ευρώ το κιλό).
Πιθανή μείωση τιμών ίσως υπάρξει μόνο εφόσον αυξηθεί η παραγωγή την ελαιοκομική περίοδο 2024-2025. Οι παραγωγοί, ωστόσο, υιοθετούν στάση επιφυλακτικότητας, καθώς οι καιρικές συνθήκες, ειδικά στην Κρήτη (μακρά περίοδος ξηρασίας), δεν ευνοούν την παραγωγή.