Σημαντικά μικρότερες επιβαρύνσεις θα έχουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι ατομικές επιχειρήσεις και οι αυτοαπασχολούμενοι σε σχέση με το αρχικό σχέδιο που είχε ανακοινωθεί από την κυβέρνηση. Η αλλαγή του τρόπου φορολόγησης, και συγκεκριμένα η εφαρμογή τεκμαρτού τρόπου προσδιορισμού του εισοδήματος, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στους 734.000 επαγγελματίες, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να προχωρήσει σε μικρές διορθώσεις, που όμως κάνουν το σύστημα δικαιότερο συγκριτικά με αυτό που είχε ανακοινωθεί αρχικά.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι φόροι που θα πληρώσουν το 2024 οι ανωτέρω θα είναι αυξημένοι, καθώς θα φορολογηθούν για εισοδήματα τουλάχιστον 10.920 ευρώ. Με στόχο να περιοριστούν οι επιβαρύνσεις και να αμβλυνθούν οι αντιδράσεις, το οικονομικό επιτελείο προχώρησε στη μείωση του τέλους επιτηδεύματος κατά 50% για όλους, ενώ διεύρυνε τις εξαιρέσεις και τις μειώσεις από τον τεκμαρτό τρόπο φορολόγησης.
Παράλληλα, παρέχεται η δυνατότητα σε όλους τους επαγγελματίες να αμφισβητήσουν το ποσό που προκύπτει από το τεκμήριο της ελάχιστης αμοιβής. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να ζητήσει κάποιος τη διενέργεια ελέγχου από τις φορολογικές αρχές για να αποδειχθεί η ακρίβεια της δήλωσής του για εισόδημα μικρότερο του τεκμαρτού.
Τέλος, τροποποιείται και η μέθοδος υπολογισμού του τεκμαρτού εισοδήματος στην περίπτωση που κάποια επιχείρηση δηλώσει υψηλότερα ακαθάριστα έσοδα από τον μέσο όρο του κλάδου (ΚΑΔ). Σύμφωνα με την τελική ρύθμιση, η προσαύξηση ανέρχεται στο 5% επί του ποσού, κατά το οποίο ο κύκλος εργασιών του υπόχρεου υπερβαίνει τον μέσο ετήσιο κύκλο εργασιών του ΚΑΔ.
Μετά τις αλλαγές στις οποίες προχώρησε η κυβέρνηση, οι ελεύθεροι επαγγελματίες που δήλωναν εισοδήματα έως 5.000 ευρώ θα υποστούν τις μεγαλύτερες επιβαρύνσεις από την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των εισοδημάτων τους.
Το μεγαλύτερο τμήμα της κατηγορίας αυτής, όπως δείχνουν τα στοιχεία της ΑΑΔΕ και του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, αποκρύπτει τα πραγματικά εισοδήματα, εξέλιξη που οδηγεί την κυβέρνηση στη θέσπιση ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος 10.920 ευρώ, το οποίο θα φτάνει, ανάλογα με τα χρόνια της ατομικής δραστηριότητας, σε έως 14.196 ευρώ. Αντίθετα, για όσους δηλώνουν εισοδήματα υψηλότερα των τεκμηρίων προκύπτουν μειώσεις που ξεκινούν από 8,67% και φτάνουν στο 12,26%.
Τα στοιχεία της ΑΑΔΕ δείχνουν ότι το 71% των επαγγελματιών δηλώνει εισοδήματα κάτω των 10.000 ευρώ, κάτι που δημιουργεί εύλογα ερωτήματα για τον τρόπο διαβίωσής τους. Μάλιστα, το ενδιαφέρον στοιχείο που προκύπτει από τα στοιχεία της ΑΑΔΕ είναι ότι οι ανωτέρω σταθερά δηλώνουν τα ίδια εισοδήματα από τα χρόνια των Μνημονίων, της πανδημίας έως και σήμερα.
Για παράδειγμα, οι μαραγκοί (που δήλωσαν κέρδη) δήλωσαν το 2019 κατά μέσο όρο ακαθάριστα έσοδα 56.340 ευρώ και καθαρά κέρδη 7.326 ευρώ. Το 2021 τα ακαθάριστα έσοδα διαμορφώθηκαν σε 55.734 ευρώ και τα καθαρά σε 7.993 ευρώ.
Οι ηλεκτρολόγοι δήλωσαν το 2019 καθαρά κέρδη 6.724 και το 2021 ελαφρώς υψηλότερα, και συγκεκριμένα 7.617 ευρώ. Η ίδια εικόνα εντοπίζεται στις περισσότερες κατηγορίες επαγγελματιών, δηλαδή δηλώνουν περίπου τα ίδια εισοδήματα ετησίως, με μικρές αυξομειώσεις.
Με τις αλλαγές που θα επέλθουν, όσοι δήλωναν μέχρι σήμερα εισοδήματα κάτω από 10.000 ευρώ θα δουν τον φόρο τους ακόμα και να διπλασιάζεται και, σε ορισμένες περιπτώσεις, η αύξηση ξεπερνά το 133% του φόρου που κατέβαλαν.