Συμφωνία στις αλλαγές των δημοσιονομικών κανόνων για το 2024 θέλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που επιδιώκει την κατά περίπτωση μείωση του χρέους.
Θεωρητικά, το νέο αυτό σύστημα, ευνοεί τις πλέον υπερχρεωμένες χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.
Η πρόταση συνάντησε από την αρχή την έντονη αντίδραση της Γερμανίας και των υπόλοιπων Βορείων χωρών, οι οποίες θεώρησαν την πρόταση της Κομισιόν “Κερκόπορτα”, για δημοσιονομική χαλάρωση εντός της Ένωσης.
Η Γερμανία είχε προτείνει να υπάρχει ένα ελάχιστο όριο ετήσιας μείωσης τους χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ για τις υπερχρεωμένες χώρες, ανεξάρτητα από τ ον οικονομικό της κύκλο. Η πρόταση, υιοθετήθηκε εν μέρει στην τελική πρόταση της Κομισιόν που παρουσιάστηκε τον Μάιο, αφού έμπαινε ένα ετήσιο όριο, μόνο για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο, ένα κράτος μέλος, είχε έλλειμμα πάνω από 3% του ΑΕΠ.
Η Γερμανία και οι δορυφόροι της αναμένεται να επανέλθουν τον επόμενο μήνα στο άτυπο Eurogroup στην Ισπανία, αμφισβητώντας την μεθοδολογία με βάση την οποία γίνονται οι εκθέσεις για τη βιωσιμότητα του χρέους των κρατών μελών της.
Είναι σαφές ότι βασικό επιχείρημα της Γερμανίας είναι ότι η πρόταση ευνοεί κατά κύριο λόγο την τις υπερχεωμένες χώρες με πρώτη την Ιταλία, η οποία πιέζεται υπερβολικά, αλλά και την Ελλάδα λόγω του πολύ υψηλού ακόμη, λόγου του χρέους ως προς το ΑΕΠ.
Από την άλλη., όλοι αναγνωρίζουν ότι η Ελλάδα, αποτελεί «ειδική περίπτωση».
Με βάση το ΠΣΑ 2023 -2026, ο φιλόδοξος στόχος που έχει τεθεί για το χρέος, είναι να μειωθεί συνολικά επιπλέον κατά 36,5% του ΑΕΠ, μέχρι και το 2026.
Ενισχυτικό της βιωσιμότητας του χρέους, είναι ότι με την επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα, πάνω από το 2% του από το 2024,τα ετήσια δανειακά προγράμματος θα μειωθούν στα 5 δις ευρώ.
Με αυτές τις προοπτικές, όποια λύση και αν επιβάλει η Γερμανία, η Ελλάδα θα μπορεί πλέον να κάτσει δίπλα της και όχι απέναντι της.