Με την ταινία «O Indiana Jones και ο Δίσκος του Πεπρωμένου» (2023), στην οποία ο σπουδαίος Χάρισον Φορντ προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει τα μυστικά μιας παραλλαγής του Δίσκου της Φαιστού, ήρθε στο προσκήνιο όχι μόνο ο περίφημος Δίσκος, αλλά και γενικότερα ο μινωικός πολιτισμός και τα επιτεύγματά του. Όπως διαβάσαμε στο εξαιρετικό άρθρο της Τίνας Μανδηλαρά στο protothema.gr (3/8/2023), εκατοντάδες επισκέπτες, ξένοι ως επί τον πλείστον, περιμένουν υπομονετικά στην ουρά μέσα στον καύσωνα έξω από το Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου της Κρήτης για να θαυμάσουν τόσο τον Δίσκο της Φαιστού, όσο και τα άλλα σπουδαία εκθέματά του.
Βέβαια την ίδια στιγμή νομίζουμε είναι σχεδόν βέβαιο ότι ελάχιστες Ελληνίδες και ελάχιστοι Έλληνες γνωρίζουν για τον Δίσκο της Φαιστού. Καθώς αυτός δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί μέχρι σήμερα, όπως και η Γραμμική Γραφή Α’ σκεφτήκαμε να γράψουμε ένα άρθρο για τα δύο άλυτα μυστήρια της αρχαιολογίας (και άλλων επιστημών): τη Γραμμική Γραφή Α’ και τον Δίσκο της Φαιστού.
Οι ανάγκες που οδήγησαν στην επινόηση της γραφής
Με τη νεολιθική επανάσταση (8000-7000 π.Χ.) οι άνθρωποι εγκατέλειψαν τη φάση του κυνηγού – τροφοσυλλέκτη και οδηγήθηκαν σε μόνιμη εγκατάσταση.
Η γεωργία, η κτηνοτροφία, η βιοτεχνία, η ανακάλυψη της κεραμικής, η ανάπτυξη των οικισμών και η γένεση των πόλεων συντέλεσαν στην ανάπτυξη και μιας μορφής κοινωνικής ιεραρχίας. Τα ανώτερα στρώματα διακρίνονταν από τη μεγάλη μάζα των απλών ανθρώπων, λόγω της πρόσβασης που είχαν μόνο αυτά στα συσσωρευμένα αγαθά και τη διαχείρισή του.
Κλείσιμο
Οι οικονομικές συναλλαγές που ήταν αναγκαίες γι’ αυτή τη διαχείριση οδήγηση στην εμφάνιση της γραφής. Ο Μάνος Στεφανίδης γράφει, ότι «…με την εμφάνιση της γραφής, περίπου την 4η χιλιετία π.Χ. στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου, ο άνθρωπος κλείνει έναν κύκλο ανακαλύψεων οι οποίες, με κέντρο τη γεωργία, θα οδηγήσουν στις πρώτες μορφές κοινωνικές οργάνωσης και στη δημιουργία των πόλεων». Η γραφή επινοήθηκε για να καλύψει υλικές ανάγκες, όπως η καταμέτρηση και ο υπολογισμός και για να εγγυηθεί συναλλαγές και ανταλλαγές.
Οι αρχαιότερες γνωστές μεσογειακές γραφές είναι η σφηνοειδής στη Μεσοποταμία και η ιερογλυφική στην Αίγυπτο, που όμως ήταν γνωστές μόνο στους ιερείς, τους κρατικούς αξιωματούχους και τους θησαυροφύλακες. Η εκμάθηση γραφής και ανάγνωσης ήταν πολύ δύσκολη και αποτελούσε προνόμιο των παιδιών εύπορων οικογενειών. Αυτό δεν άλλαξε παρά μόνο στην Ελλάδα, όταν με την εμφάνιση της Δημοκρατίας τα πολιτικά δικαιώματα και η συμμετοχή όλων των πολιτών στην Εκκλησία του Δήμου προϋπόθεταν τη γνώση γραφής και ανάγνωσης, αφού το σώμα των πολιτών αποτελούσε τη νομοθετική και την εκτελεστική εξουσία (Πηγή: ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ δομή, «ΕΛΛΑΔΑ Ι, ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ»).
Γραμμική Γραφή Α’: μια προελληνική γλώσσα που δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί
Στην Κρήτη από την αρχή της Εποχής του Χαλκού ή της Μινωικής, όπως την ονόμασε συμβατικά ο σερ Άρθουρ Έβανς (η πρώιμη Μινωική Εποχή αρχίζει γύρω στο 2800 π.Χ.) συνηθίζονταν οι σφραγιδόλιθοι (ζωγραφικές απεικονίσεις σε ημιπολύτιμους λίθους που αποτυπώνονταν σε πηλό). Τα θέματα είναι διακοσμητικά σχέδια (μαίανδροι, μορφές ανθρώπων, ζώων κλπ.), είναι όμως αβέβαιο αν πρόκειται για πραγματική γραφή.
Στην αρχή της Μεσομινωικής Εποχής (περ. 2000-1900 π.Χ.), τα σχέδια εξελίχθηκαν σε πραγματικά εικονογράμματα. Έτσι δημιουργήθηκε ένα πρώιμο σύστημα γραφής, που είναι γνωστή ως ιερογλυφική γραφή και δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί. Πρόκειται για την Εικονογραφική Α’ (Pictographic Class A), όπως την ονόμασε ο Έβανς, ενώ κατά τη Μεσομινωική Περίοδο II (περ. 1900-1700 π.Χ.) εμφανίζεται η Εικονογραφική Β’ (Pictographic Class B’), κατά τον Έβανς και πάλι, περισσότερο εξελιγμένη και περισσότερο «γραμμική» δείγματά της οποίας αποτελούν, μεταξύ άλλων, σφραγίδες και επιγραφές σε πινακίδες ή ραβδιά από πηλό. Ο αριθμός των σημείων και των δύο ιερογλυφικών γραφών ανέρχονται σε 135 κατά τον Έβανς.
Γύρω στο 1700 π.Χ., κατά το τέλος της Μεσομινωικής Εποχής, η εικονογραφική γραφή άρχισε να αντικαθίσταται από τη Γραμμική Γραφή Α’, η οποία διατηρήθηκε ως τα μέσα του 15ου π.Χ. αιώνα. Οι σχετικά λίγες επιγραφές της Γραμμικής Α’ που έχουν βρεθεί στην Κνωσό, άλλες περιοχές της Κρήτης, τη Σαντορίνη και τη Μήλο είναι χαραγμένες κυρίως σε πέτρες, μέταλλα και πήλινες πινακίδες ή είναι χαραγμένες με μελάνι σουπιάς πάνω σε αγγεία.
Ο αριθμός των σημείων της, εκτός των ιδεογραμμάτων, ανέρχεται σε 76-77 ή 85 ή 90 (ανάλογα τους ερευνητές). Σχεδόν τα μισά σχετίζονται με αυτά της ιερογλυφικής γραφής. Η κατεύθυνση της γραφής στη Γραμμική Α’ είναι από τα αριστερά προς τα δεξιά και από πάνω προς τα κάτω όπως σήμερα. Το αριθμητικό σύστημα μοιάζει με αυτό της ιερογλυφικής: κάθετες γραμμές για τις μονάδες, τελείες ή παύλες για τις δεκάδες, κύκλοι για τις εκατοντάδες, κύκλοι με τέσσερις ακτίνες (πάνω, κάτω δεξιά κι αριστερά) για τις χιλιάδες, ενώ υπάρχουν και σημεία για τα κλάσματα (σύμβολα παρόμοια με το μικρότερο, <, και το μεγαλύτερο, >, των σημερινών μαθηματικών).
Ο ακριβής χαρακτήρας της Γραμμικής Α’ είναι άγνωστος παρά τη συγγένειά της με τη Γραμμική Β’ καθώς δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί. Ο B. Hrozny είχε υποθέσει παλαιότερα ότι επρόκειτο για ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, συγγενή της Χεττιτικής. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ ο C.H. Gordon ισχυρίστηκε ότι η γλώσσα ανήκει στις σημιτικές. Πάντως, οι δύο αυτές απόψεις μάλλον δεν ευσταθούν.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και 3 επιγραφές από την Πραισό, σημαντική αρχαία πόλη της Κρήτης, 13 χλμ. νότια της Σητείας (Λασίθι) που βρέθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα με γράμματα όμοια με αυτά του ιωνικού αλφαβήτου. Πρόκειται για Ετεοκρητικές επιγραφές, δείγματα δηλαδή της γλώσσας των Ετεοκρητών καθώς η Πραισός ήταν το κέντρο τους. Οι Ετεοκρήτες ήταν οι αυτόχθονες, οι γνήσιοι Κρήτες (έτεος= γνήσιος) και αναφέρονται για πρώτη φορά από τον Όμηρο («Οδύσσεια» Τ 176) και αποκαλούνται «μεγαλήτορες» (μεγαλόψυχοι) (Πηγή Εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ τ. ΕΛΛΑΣ).
Ο Δίσκος της Φαιστού: το αρχαιότερο «τυπογραφικό μνημείο» της ανθρωπότητας
Ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια για γλωσσολόγους, αρχαιολόγους κλπ. είναι ο λεγόμενος Δίσκος της Φαιστού που βρέθηκε στο ανάκτορο της Φαιστού της δεύτερης σημαντικότερης πόλης της αρχαίας Κρήτης μετά την Κνωσό. Ανακαλύφθηκε από τον Luigi Pernier (Ρώμη 1874-Ρόδος 1937) Ιταλό αρχαιολόγο και ακαδημαϊκό, επικεφαλής της ιταλικής αρχαιολογικής αποστολής στην Κρήτη το 1908.
Το γαλλικό επώνυμο του οφείλεται στην καταγωγή του πατέρα του Τζουζέπε. Μητέρα του ήταν η Ανιέζε Ρομανίνι, αριστοκρατικής καταγωγής. Ο Δίσκος της Φαιστού έχει διάμετρο 17 εκατοστών και οι χαρακτήρες-σημεία καθεμιάς από τις δύο πλευρές έχουν τυπωθεί με κινητά στοιχεία σχηματίζοντας πέντε σπείρες.
Καθεμία από αυτές διαιρείται με κάθετες γραμμές σε ομάδες χαρακτήρων που δηλώνουν μάλλον λέξεις ή προτάσεις. Ο αριθμών των σημείων είναι 241 (άλλο ένα είναι ξυσμένο) από τα οποία τα 123 στη μία πλευρά (διαιρούνται σε 31 ομάδες) και τα 118 (που διαιρούνται σε 30 ομάδες) στην άλλη. Πρόκειται όμως για 45 στοιχεία μόνο τα οποία επαναλαμβάνονται.
Τα σημεία αυτά παρουσιάζουν ανθρώπινες μορφές και μέλη του σώματος (σημεία: 1,2,3,4,5,6,8, ίσως μαστός), εργαλεία (16: μαχαίρι, 17: εργαλείο κοπής δερμάτων, 18: γωνία χτίστη, 19: ξυλουργική πλάνη, 23: ίσως σφυρί), πουλιά, ψάρια, έντομα, κεφάλια και πόδια ζώων (σημεία: 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34), φυτικά θέματα (35,36,37,38,39), πλοία (25) και διάφορα αντικείμενα (8: γάντι πυγμαχίας, 9: τιάρα, 14: ίσως χειροπέδες, 15: τσεκούρι, 20: κανάτι, 21: διπλό χτένι, 26: ίσως κέρατο ταύρου, 27: δέρμα ζώου). Μερικά αντικείμενα-σημεία δεν έχουν ταυτοποιηθεί.
Ο Ferrier έχει διατυπώσει την άποψη ότι η αρχή για την ανάγνωση του Δίσκου είναι το κέντρο. Ο G. Ipsen ήταν βέβαιος ότι πρόκειται για καθαρά συλλαβική γραφή που διατηρεί εξωτερικά τον εικονογραφικό χαρακτήρα προηγούμενου εξελικτικού σταδίου και κατέχει ενδιάμεση θέση μεταξύ της Κρητικής Εικονογραφικής Γραφής και των Γραμμικών. Ο δίσκος εμφανίζει αιγυπτιακές-βαβυλωνιακές επιρροές αλλά ως προς τη δομή είναι αιγιακός και συμβολίζει την ιστορική κατάσταση της εποχής που δημιουργήθηκε (17ος π.Χ. αι.).
Τα εικονογράμματα του Δίσκου διαφέρουν από άλλα που βρέθηκαν στην Κρήτη. Έτσι ο Έβανς υπέθεσε ότι αυτός είχε φτιαχτεί στη νοτιοδυτική Μικρά Ασία, συγκεκριμένα τη Λυδία, ενώ άλλοι τον συνέδεσαν με τους Φιλισταίους καθώς εμφανίζεται πολύ συχνά το σημείο που θυμίζει την περικεφαλαία των Φιλισταίων οι οποίοι ωστόσο εμφανίστηκαν γύρω στο 1300 π.Χ. ή με τη Βόρεια Αφρική.
Όπως επισημαίνει ο μεγάλος αρχαιολόγος Νικόλαος Πλάτων (1908-1992) με σπουδαίο ανασκαφικό έργο στην κάτω Ζάκρο της Κρήτης: «…ανάλογα ιερογλυφικά σημεία υπήρχαν στην επιγραφή χαλκού ιερού διπλού πελέκεως από το Αρκαλοχώρι ενώ άλλα συγγενικά σημεία βρέθηκαν σε σύγχρονες επιγραφές». Φαίνεται ότι στην Κρήτη χρησιμοποιήθηκαν περισσότερα από ένα συστήματα εικονογραφικής (ιερογλυφικής) γραφής με ορισμένα από τα οποία καταγράφηκαν ιερά κείμενα ως το 1600 π.Χ. περίπου.
Με τον Δίσκο της Φαιστού έχουν ασχοληθεί χιλιάδες επιστήμονες Έλληνες και ξένοι. Ο Ακαδημαϊκός κύριος Χριστόφορος Χαραλαμπάκης μας ανέφερε ότι έχουν δημοσιευθεί περισσότερες από 250 μελέτες γι’ αυτόν! Κάποιες και κάποιοι ισχυρίζονται ότι έχουν «αποκρυπτογραφήσει» το περιεχόμενό του όμως αυτό δεν ισχύει.
Επίλογος
Η αρχαιότερη γραφή των Ελλήνων είναι η λεγόμενη Γραμμική Β’ που αποτελεί μεταξέλιξη και προσαρμογή της μινωικής Γραμμικής Α’ στις απαιτήσεις της ελληνικής γλώσσας. Η προσαρμογή αυτή έγινε πιθανότατα από Αχαιούς αποίκους στην περιοχή της Κνωσού τον 15ο αι. π.Χ. Η αποκρυπτογράφηση της οφείλεται στον Άγγλο αρχιτέκτονα και ερασιτέχνη γλωσσολόγο Michael Ventris (1922-1956) και έγινε το 1952.
Ξεκινώντας από τις θεωρίες του Έβανς και στηριζόμενος σε εργασίες των σερ John Myers (1869-1954), Emmett Leslie Bennett (1918-2011) και κυρίως, της Alice Kober (1906-1950) o Ventris έφτασε στη μεγάλη ανακάλυψη. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι δεν γνωρίζουμε από τι πέθανε η Kober ,καθώς δεν υπάρχει πουθενά αναφορά στην αιτία θανάτου της, ενώ και ο Ventris σκοτώθηκε μετά από σύγκρουση του αυτοκινήτου του με σταθμευμένο φορτηγό στο Hampstead του Λονδίνου τη νύχτα της 6ης Σεπτεμβρίου 1956 στα 34 χρόνια του…
Το 2023 οι Αμερικανοί «ανακάτεψαν» τον Δίσκο της Φαιστού με τον Μηχανισμό των Αντικυθήρων, τον Αρχιμήδη και τους ναζί σε μια ταινία που θα μπορούσε να είναι μια εξαιρετική κωμωδία παρά μια ταινία του θρυλικού Indiana Jones…
Στοιχεία αντλήσαμε ακόμα από την «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ» του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ, ΑΘΗΝΑ 1999
protothema.gr