Ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της ελληνικής οικονομίας αποτελούν τα ακραία καιρικά φαινόμενα και το καυτό κλίμα το οποίο δημιουργούν οι θερμοκρασίες «βρασμού» στον Νότο. Οι υπολογισμοί των μεγάλων ερευνητικών κέντρων – τα στοιχεία επεξεργάστηκαν και παρουσιάζουν «ΤΑ ΝΕΑ» – ανεβάζουν τον λογαριασμό σε πάνω από τα 9 δισ. ευρώ τον χρόνο.
Σε αυτό το νούμερο – μαμούθ δεν συγκαταλέγεται το κόστος της ανθρώπινης ζωής, της απώλειας πανίδας ή και η υποβάθμιση της ποιότητας του αέρα σε βάθος χρόνου. Οι καύσωνες στην Ελλάδα στοιχίζουν πάνω από 1 δισ. ευρώ και οι πυρκαγιές κόβουν από το ελληνικό ΑΕΠ τουλάχιστον 3 δισ. ευρώ (στο σενάριο υψηλών εντάσεων, όπως οι φετινές ή εκείνες του 2007 στην Πελοπόννησο). Στους υπολογισμούς τους οι διεθνείς οίκοι, όπως πρόσφατα για παράδειγμα εξέδωσε η Moodys, δεν εντάσσεται η ένταση των φαινόμενων, τα οποία κάθε χρόνο κλιμακώνονται στις μεσογειακές ακτές. Βασική συνέπεια είναι να πλήττεται η βαριά βιομηχανία της χώρας, δηλαδή ο τουρισμός, καθώς οι επισκέπτες θα αποφεύγουν να κάνουν διακοπές σε χώρες και περιοχές υψηλού κινδύνου.
Ακόμα πιο αποκαλυπτική είναι η Τράπεζα της Ελλάδος. Σύμφωνα με την επικαιροποιημένη έρευνα της Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ) για την Τράπεζα της Ελλάδος, το ετήσιο κόστος από την κλιματική αλλαγή μπορεί να φτάσει περίπου τα 8,5 δισ. ευρώ το έτος. Η αποκαλυπτική αυτή μελέτη δείχνει ότι το συνολικό κόστος είναι δυνατόν να φτάσει τα 701 δισ. ευρώ έως το 2100.
Δηλαδή, το ΑΕΠ της Ελλάδας μπορεί να μειώνεται κατά 2% σε ετήσια βάση μέχρι το 2050 και ακόμη περισσότερο μέχρι το 2100. Ακόμα δεν έχουν υπολογιστεί οι απώλειες στα έσοδα από την πύρινη λαίλαπα που πλήττει σχεδόν όλη τη χώρα και οι συνέπειες σε απασχόληση, real estate κ.λπ. Η νέα πραγματικότητα φαίνεται να οδηγεί τους ιδιοκτήτες κατοικιών και ξενοδοχείων να ασφαλίσουν τις περιουσίες τους έναντι φυσικών καταστροφών, με κίνητρο και την έκπτωση 10% στον ΕΝΦΙΑ που δίνει η κυβέρνηση.