Το είπα, το ξανάπα, το ούρλιαξα από μικροφώνου στο «Θέμα Κρήτης 103,1». Και κάποιοι νόμιζαν ότι αστειευόμουν. Μέχρι που ήρθαν οι διασταυρώσεις. Τρόπος του λέγειν «ήρθαν», δηλαδή — γιατί είχαν ολοκληρωθεί από τον Αύγουστο, αλλά η καλή μας κυβέρνηση, με ψυχή ευαίσθητη σαν παιδιού νηπιαγωγείου, σκέφτηκε: «Μην τους χαλάσουμε τις διακοπές, καλοκαιριάτικα!». Κι έτσι, οι ειδοποιήσεις εστάλησαν το φθινόπωρο, μαζί με τα πρωτοβρόχια και τη μελαγχολία του Οκτώβρη.
Και τι ειδοποιήσεις ήταν αυτές! Ανασφάλιστα οχήματα, απλήρωτα τέλη, ξεχασμένα ΚΤΕΟ — άλλοι πιάστηκαν με τη γίδα στην πλάτη, άλλοι με ολόκληρο κοπάδι. Το «full pack» της ανομίας. Και το κράτος; Ευγενικό όπως πάντα: «Σε τσάκωσα, φίλε μου. Πήγαινε τώρα να συμμορφωθείς, αλλιώς… θα σε κάνω ντα!». Μιλάμε για απειλή που θα ζήλευε και νηπιαγωγός της δεκαετίας του ’90.
Θα τους κάνει όμως ντα; Θα πάρει όντως διπλώματα και πινακίδες; Ή θα μείνει πάλι στα λόγια, μην τυχόν και χάσει ψήφους; Γιατί, βλέπεις, το πολιτικό κόστος φοβίζει πιο πολύ κι από ανασφάλιστο φορτηγό που έρχεται ανάποδα σε μονόδρομο.
Ξέρω μερικούς που πήραν το χαρτάκι και βγήκαν στα κάγκελα. «Γ**** την κυβέρνηση», είπαν. Δηλαδή, σε πιάνουν στα πράσα και φταίνε αυτοί που σε τσάκωσαν. Όχι εσύ, που δεν πληρώνεις στην ώρα τους τις υποχρεώσεις σου. Αυτή είναι η ελληνική εκδοχή της αυτοκριτικής. Και ναι — για να τελειώνουμε με τα μισόλογα — η αποφυγή πληρωμών είναι κλοπή. Όχι έξυπνη, ούτε επαναστατική. Κανονική. Με συνέπειες.
Και μην ακούσω πάλι το «έτσι είμαστε οι Έλληνες». Όχι, ρε φίλε. Δεν είμαστε έτσι. Οι μπαταχτσήδες είναι λίγοι, αλλά κάνουν πολλή φασαρία. Οι υπόλοιποι έχουμε φιλότιμο, αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια. Είμαστε αυτοί που πληρώνουν τις υποχρεώσεις τους, ακόμα κι όταν δεν περισσεύει. Είμαι περήφανος για κάτι παππούδες που δεν τελείωσαν ούτε το δημοτικό, κι όμως ξέρουν να είναι συνεπείς. Όχι για τους νεοέλληνες της «επιδότας», που ψάχνουν κομπίνα πιο γρήγορα κι από χάκερ σε φόρουμ του dark web.
Και μην μου πεις «δεν έχω λεφτά». Αν δεν έχεις λεφτά να ασφαλίσεις το αμάξι σου, δεν έχεις λεφτά ούτε να το οδηγείς. Δεν είναι θέμα φτώχειας — είναι θέμα προτεραιοτήτων. Γιατί λεφτά για καφέ, για delivery, για κινητό τελευταίας γενιάς, για τεράστια λάστιχα και φιμέ τζάμια υπάρχουν. Για ασφάλεια; «Έλα μωρέ, δεν θα τύχει».
Και τότε θα γίνει το φοβερό «δεν θα τύχει». Θα τύχει. Και θα τρέχεις. Όχι για ασφάλιση — για σωτηρία. Και θα κοιτάς το τιμόνι σου σαν να φταίει αυτό. Αλλά δεν φταίει. Εσύ φταις. Και θα το καταλάβεις — όταν θα είναι αργά.
Μου έχουν τύχει ανασφάλιστοι που υπέστησαν ζημιά από πελάτες μου. Και ήρθαν με ύφος πεντακοσίων καρδιναλίων: «ΠΡΕΠΕΙ να με αποζημιώσετε ΑΜΕΣΑ». Ρε φίλε, πας σε μια ασφαλιστική εταιρεία, απαιτείς την αποζημίωσή σου — και καλά κάνεις, τη δικαιούσαι — αλλά εσύ τον θεσμό τον έχεις γραμμένο στα παλιά σου τα παπούτσια. Για κάνε μας τη χάρη.
Το φτηνό κρέας το τρώνε οι σκύλοι. Και τις φτηνές αποφάσεις τις πληρώνει κανείς πανάκριβα. Γιατί, όταν θα γίνει το κακό, δεν θα σε σώσει το «έλα μωρέ». Θα είσαι μόνος σου. Μόνος με τις ευθύνες σου. Μόνος με τα χρέη σου.
Και τότε θα καταλάβεις ότι η ασφάλιση δεν είναι χαράτσι. Είναι προστασία. Είναι σεβασμός. Είναι ευθύνη. Όχι απέναντι στο κράτος — απέναντι στον εαυτό σου, στην οικογένειά σου, σε όλους τους άλλους γύρω σου. Γιατί όταν εσύ δεν πληρώνεις, πληρώνουμε όλοι οι υπόλοιποι. Οι συγγενείς σου, οι φίλοι σου, οι γείτονές σου. Το κράτος θα τα πάρει. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Και όσο χάλια κι αν κάνει τη δουλειά του, την κάνει.
Ιωάννης Β. Νικηφόρος
Σύμβουλος Διαχείρισης Ασφαλίσιμων Κινδύνων
Ασφαλιστικός Πράκτορας / Συντονιστής Ασφαλιστικών Πρακτόρων