Αντιμέτωποι με τη μεγαλύτερη πρόκληση της τετραετούς θητείας τους βρίσκονται η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, καθώς οι ζοφερές εικόνες από τον πλημμυρισμένο και βυθισμένο κάτω από τα λασπόνερα Θεσσαλικό Κάμπο συνθέτουν μία από τις σημαντικότερες κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών από φυσική καταστροφή, την οποία στερεότυπες εκφράσεις όπως «βιβλική καταστροφή» μοιάζουν φτωχές για να την περιγράψουν με ακρίβεια.
Οι δεκάδες οικισμοί της Μαγνησίας, της Λάρισας, της Καρδίτσας και των Τρικάλων που κατακλύστηκαν από τις πρωτοφανείς ποσότητες νερού που έπεσαν από τον ουρανό, αλλά και συσσωρεύτηκαν από τους ορμητικούς χειμάρρους που σχηματίστηκαν και τα σπασμένα αναχώματα των ποταμών δημιούργησαν ένα δυστοπικό σκηνικό που όμοιό του δεν έχει ξαναζήσει η σύγχρονη Ελλάδα. Με μεγάλο μέρος των πλημμυρισμένων εκτάσεων να παραμένει κάτω από το νερό, ο απολογισμός των θυμάτων έχει φτάσει στους 15 νεκρούς.
Επιχειρώντας με ελικόπτερα και βάρκες οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής, του ΕΚΑΒ και του Στρατού -για τον οποίο η αντιπολίτευση υποστηρίζει ότι «άργησε να μπει στη μάχη»- διέσωσαν εκατοντάδες ανήμπορους πολίτες που είχαν καταφύγει σε ταράτσες και στέγες. Ωστόσο, οι έρευνες για αγνοούμενους θα συνεχιστούν μέχρι την πλήρη αποστράγγιση των υδάτων, που όλα δείχνουν ότι θα χρειαστούν αρκετές ημέρες για να ολοκληρωθεί.
Το φονικό πέρασμα του ακραίου καιρικού φαινομένου με την επωνυμία «Daniel» έλαβε διαστάσεις εθνικής τραγωδίας, καθώς δοκίμασε τις αντοχές τόσο των κατοίκων της Θεσσαλίας όσο και του κρατικού μηχανισμού, ο οποίος, παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες που κατέβαλαν ορισμένοι βραχίονές του, απεδείχθη συνολικά ανίκανος και ανεπαρκής να προστατεύσει τις ζωές και τις περιουσίες των ανθρώπων, τις καλλιέργειες και τις επιχειρήσεις, καθώς και τις υποδομές της ευρύτερης περιοχής που υπέστησαν ανεπανόρθωτες καταστροφές και σε αρκετές περιπτώσεις θα χρειαστεί πολύς χρόνος ώστε να σχεδιαστούν και να οικοδομηθούν εξ υπαρχής.
Μεγάλο το κόστος
Αν και δεν είναι ακόμη ευχερές να διαπιστωθούν σε όλο το εύρος τους οι συνέπειες από την άνευ προηγουμένου θεομηνία η οποία χτύπησε την παραγωγική καρδιά του εγχώριου πρωτογενούς τομέα, όλες οι εκτιμήσεις συγκλίνουν στο ότι το κόστος θα είναι τεράστιο, καθώς μόνο όταν αποτραβηχτούν τα νερά θα καταμετρηθούν τα κατεστραμμένα σπίτια, οι άστεγοι και οι άνεργοι που άφησε πίσω του ο καταστροφικός «Daniel». Ηδη ορισμένοι μιλούν για ένα συνολικό κόστος που -μαζί με τις ανάγκες να αποκατασταθούν και οι ζημιές από τις πυρκαγιές- σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα θα κυμανθεί στα 2 δισ. ευρώ. Σε αυτό το δυσθεώρητο ποσό αθροίζουν τους πόρους που θα χρειαστεί να διατεθούν προς τέσσερις κατευθύνσεις:
– Πρώτον, τις αποζημιώσεις που θα πρέπει να δοθούν σε χιλιάδες κατοίκους που υπέστησαν μικρότερες ή μεγαλύτερες ζημιές σε οικοσκευές, κατοικίες, επιχειρήσεις, καλλιέργειες και ζωικό κεφάλαιο.
– Δεύτερον, τις απώλειες εισοδήματος που θα υποστούν απασχολούμενοι σε σειρά παραγωγικών κλάδων και θα προκαλέσουν μείωση του ΑΕΠ εξαιτίας της οικονομικής συρρίκνωσης που μοιραία θα επέλθει από τις λάσπες και τα φερτά υλικά που έχουν καλύψει τα πάντα σε τεράστιες εκτάσεις.
– Τρίτον, τα -ανυπολόγιστα ακόμη- κονδύλια για την ανασυγκρότηση των πληγεισών περιοχών και την ανοικοδόμηση των υποδομών τους, αφού είναι μεγάλος, πλην όμως άγνωστος ο αριθμός των δρόμων που εξαφανίστηκαν από τους χάρτες και των γεφυριών που παρασύρθηκαν από τα νερά καταρρέοντας σαν χάρτινοι πύργοι.
– Τέταρτον, την ενίσχυση των μηχανισμών Πολιτικής Προστασίας με μέσα αλλά και εξειδικευμένο προσωπικό, καθώς έπειτα απ’ όσα ζήσαμε το φετινό καλοκαίρι με τους παρατεταμένους καύσωνες, τις πολυήμερες πυρκαγιές και τις φονικές πλημμύρες ωρίμασε η ιδέα ότι η αποτροπή των συνεπειών της κλιματικής κρίσης πρέπει να καταστεί μία από τις βασικές εθνικές προτεραιότητες.
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΠΟΥ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕ Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ
Στο κυβερνητικό επιτελείο κάνουν πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς για το κόστος που θα απαιτηθεί να καταβληθεί για την αποκατάσταση των ζημιών και αυτό, όπως λένε, θα γίνει γνωστό όταν αποτραβηχτούν τα νερά και ολοκληρωθεί η επίσημη καταγραφή των καταστροφών. Υπολογίζουν ότι βραχυπρόθεσμα θα αρκέσουν κονδύλια ύψους 1-2 δισ. ευρώ. Αναγνωρίζουν, ωστόσο, ότι θα απαιτηθεί η διάθεση σημαντικών πόρων για να ανασχεδιαστούν πολλά από τα έργα αντιπλημμυρικής προστασίας υπό το φως των νέων δυσμενών δεδομένων που δημιουργεί η κλιματική κρίση οδηγώντας σε όλο και πιο συχνή εκδήλωση τέτοιων ακραίων καιρικών φαινομένων.
Είναι χαρακτηριστική άλλωστε η επισήμανση του πρωθυπουργού ότι σε σχέση με το προ τριετίας έντονο καιρικό φαινόμενο με την επωνυμία «Ιανός», που είχε πλήξει και πάλι με σφοδρότητα τη Θεσσαλία τον Σεπτέμβριο του 2019, η ένταση που είχε τώρα ο «Daniel» ήταν τρεις με τέσσερις φορές ισχυρότερη. «Οταν έχουμε μέσα σε τρία χρόνια δύο φορές τέτοια φαινόμενα, πρέπει να είμαστε έτοιμοι για κάθε ενδεχόμενο», ανέφερε ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης. «Ή τουλάχιστον, αν δεν μπορούμε να είμαστε έτοιμοι για το τελείως ακραίο ενδεχόμενο, να είμαστε έτοιμοι για τα μικρότερα, τα οποία μετά βεβαιότητας θα συμβαίνουν με πολύ μεγαλύτερη συχνότητα», συμπλήρωσε.
«Θα βρούμε τα χρήματα»
Ανατρέποντας μια παράδοση πολλών δεκαετιών, μόλις διεφάνησαν οι τεράστιες καταστροφές που προκαλούνταν από την επέλαση του «Daniel» στον Θεσσαλικό Κάμπο, ο πρωθυπουργός ανέβαλε το πρόγραμμα της καθιερωμένης μετάβασης στη Θεσσαλονίκη για τα εγκαίνια της Διεθνούς Εκθεσης, προκειμένου αρχικώς να συμβάλει και ο ίδιος στον συντονισμό των δυνάμεων αρωγής και εν συνεχεία να βρεθεί δίπλα στους πληγέντες στην Καρδίτσα, στα Τρίκαλα, στη Λάρισα και τον Βόλο. «Θέλω να ξέρετε ότι θα κάνουμε ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό», ήταν τα λόγια του προς τους τοπικούς άρχοντες αλλά και τους απλούς πολίτες που συνάντησε. «Καταλαβαίνω και τον θυμό και την οργή», τόνισε, συμπληρώνοντας: «Εγώ δεν κρύφτηκα ποτέ, είμαι πάντα εδώ στα δύσκολα. Θα βάλουμε πλάτη, θα στηρίξουμε την Αυτοδιοίκηση». Οπως είπε, «προέχουν η σωτηρία των ανθρώπων και ο απεγκλωβισμός ειδικά όσων κινδυνεύουν από τα χωριά στα οποία ακόμα δεν έχουμε πρόσβαση».
Για τον σκοπό αυτό κινητοποιήθηκε ό,τι εναέριο μέσο ήταν διαθέσιμο, συμπεριλαμβανομένων και των ελικοπτέρων για δασοπυρόσβεση.
Ο κ. Μητσοτάκης διαβεβαίωσε ότι δεν θα υπάρξει ζήτημα πόρων για την αποκατάσταση των ζημιών. «Τα χρήματα θα τα βρούμε, είτε είναι εθνικοί πόροι, είτε ευρωπαϊκοί πόροι», ανέφερε σε δηλώσεις του. «Και με την αρωγή της Ευρώπης, την οποία θα διεκδικήσω, και μέσα από εθνικούς πόρους τους οποίους μπορούμε να βρούμε, κυρίως ως προς τις άμεσες ανάγκες», είπε. Συνεργάτες του εξηγούσαν ότι θα χρειαστεί να γίνουν ανακατανομές των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ θα υποβληθούν αιτήματα για ενισχύσεις από κοινοτικά Ταμεία αλλά και δανεισμό από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
Ο πρωθυπουργός, μάλιστα, τόνισε ότι μεγαλύτερη δυσκολία έχει διαπιστωθεί στη γρήγορη υλοποίηση των έργων. Ο ίδιος δεσμεύτηκε «να ξεκινήσουν άμεσα οι καταγραφές των ζημιών σε οικοσκευές και η αποζημίωση των σπιτιών που έχουν καταστραφεί». Αμέσως μετά, είπε, θα ξεκινήσει η αποκατάσταση των δικτύων ηλεκτροδότησης, υδροδότησης και πρόσβασης, για τα οποία ορίστηκε υπεύθυνος ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών Θοδωρής Λιβάνιος, ο οποίος έχει εγκατασταθεί στη Θεσσαλία συντονίζοντας τις υπηρεσίες. Σε τρίτη φάση, εξήγησε ο πρωθυπουργός, θα ακολουθήσει ακριβής αποτύπωση των προβλημάτων που υπάρχουν σε δρόμους έτσι ώστε να αποκατασταθεί η πρόσβαση στα χωριά. Από εκεί και πέρα, συνέχισε, θα ξεκινήσει το δύσκολο και μακρόχρονο έργο της αποκατάστασης των υποδομών.
«Θα πρέπει τώρα να επιστρατεύσουμε ουσιαστικά όλες τις κατασκευαστικές εταιρείες της χώρας, όλες τις μεγάλες, να μοιράσουμε τα έργα τα οποία πρέπει να γίνουν και γρήγορα να κινηθούμε», ανέφερε.
«Ζόρια για την κυβέρνηση»
Παρά το γεγονός ότι ουδείς αμφιβάλλει ότι η ένταση των καιρικών φαινομένων υπήρξε απρόβλεπτη και ως εκ τούτου ήταν δύσκολα αντιμετωπίσιμες οι συνέπειές τους, η κοινή συνισταμένη των συζητήσεων και των αναλύσεων που γίνονται στα υπουργικά γραφεία οδηγεί στην παραδοχή ότι «η κυβέρνηση αντιμετωπίζει μεγάλα ζόρια».
Τις αρνητικές εντυπώσεις ενισχύει το γεγονός ότι από τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης τον περασμένο Ιούνιο ακολούθησε μια αλληλουχία κρίσεων αλλά και αστοχιών, οι οποίες, όπως επισημαίνουν πολιτικοί παρατηρητές, «δεν οφείλονται πάντα σε εξωγενείς παράγοντες».
Με συνέπεια να «απειλείται το συγκριτικό πλεονέκτημα της αποτελεσματικής διακυβέρνησης που είχε οικοδομηθεί στη διάρκεια της πρώτης τετραετίας».
Υπό αυτό το πνεύμα, τις τελευταίες ημέρες άρχισαν να αναπτύσσονται στο παρασκήνιο συζητήσεις για έναν -«διορθωτικού χαρακτήρα»- ανασχηματισμό της κυβέρνησης με την απομάκρυνση υπουργών που έχουν προκαλέσει την κοινή γνώμη με δηλώσεις τους ή εκ των πραγμάτων δεν έπεισαν ότι μπορούν να ανταποκριθούν με επάρκεια στα καθήκοντα που τους ανατέθηκαν. «Το rotation φαίνεται ότι δεν δούλεψε», είναι η άποψη που εκφράζεται από ορισμένα κυβερνητικά στελέχη.
Παρά ταύτα, ο μόνος καθ’ ύλην αρμόδιος για την κυβερνητική σύνθεση, δηλαδή ο πρωθυπουργός, δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά του, ούτε έχει εξωτερικεύσει τις προθέσεις του. Οι γνωρίζοντες τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί ο κ. Μητσοτάκης επισημαίνουν ότι «δεν συνηθίζει να παίρνει αποφάσεις εν θερμώ». Και με αυτό το σκεπτικό εκτιμούν ότι δεν θα γίνει ανασχηματισμός πριν από τις 15 Οκτωβρίου, ημερομηνία όπου θα διεξαχθεί ο δεύτερος γύρος των αυτοδιοικητικών εκλογών.
Στη ΔΕΘ
Από εκεί και πέρα, βεβαίως, υπάρχει πάντα και η ανάγκη πολιτικής διαχείρισης της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί και του κλίματος που είναι βαρύ για την κυβέρνηση. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσεις να μην συντμήσει τις διαδικασίες της ΔΕΘ και να ανέβει κανονικά στη Θεσσαλονίκη, κάνοντας την ομιλία του στους παραγωγικούς φορείς το επόμενο Σάββατο και απαντώντας σε ερωτήσεις εφ’ όλης της ύλης την ερχόμενη Κυριακή.
«Θα μιλήσουμε πάντα τη γλώσσα της αλήθειας. Δεν θα κρύψουμε τίποτα, δεν θα ωραιοποιήσουμε τίποτα, αλλά δεν θα μηδενίσουμε και τίποτα», υπογράμμισε χθες ο κ. Μητσοτάκης, θέλοντας να πει ότι ο ίδιος θα αναλάβει τις ευθύνες που αναλογούν στην κυβέρνηση για τις υφιστάμενες κρατικές παθογένειες, με τις οποίες έχει εξαγγείλει πρόθεση να συγκρουστεί, αλλά από την άλλη δεν θα ακυρώσει την όποια πρόοδο έχει συντελεστεί σε ένα ευρύ φάσμα.
Και μια καλή είδηση: επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα
Μια χαρμόσυνη είδηση, με άμεση αντανάκλαση στα δημόσια οικονομικά αλλά και στην οικονομική καθημερινότητα κάθε πολίτη, διέσπασε τον κλοιό του ζόφου μέσα στον οποίο πορεύτηκε τις τελευταίες εβδομάδες η ελληνική κοινωνία εξαιτίας των αλλεπάλληλων δύσκολων στιγμών που έζησε αρχικά με τις πολυήμερες φονικές πυρκαγιές στον Εβρο και εν συνεχεία με τις φονικές και καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία.
Ο πολυπόθητος στόχος της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας κατακτήθηκε το βράδυ της Παρασκευής με την αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου από τον καναδικό οίκο αξιολόγησης DBRS Morningstar, έναν από τους τέσσερις διεθνείς οίκους που αναγνωρίζονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η ελληνική οικονομία είχε να βρεθεί σε αυτό το επίπεδο από το 2009, την εποχή δηλαδή πριν από την είσοδο της χώρας στο μακρύ τούνελ της μνημονιακής μέγγενης. Το ενδιαφέρον στην ανακοίνωση του DBRS δεν είναι απλώς η αξιολόγηση των ελληνικών ομολόγων σε καθεστώς investment grade, και συγκεκριμένα στην κατηγορία ΒΒΒ (low) με σταθερές προοπτικές. Είναι πολύ περισσότερο ότι, όπως έσπευσε να επισημάνει ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, «μιλάει τόσο για την επιτυχία της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης σε διαφορετικά επίπεδα (αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών, μείωση της ανεργίας και του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ) όσο και για τον συνδυασμό της πολιτικής σταθερότητας με την υπεύθυνη οικονομική πολιτική που δημιουργεί ένα κατάλληλο κλίμα για την περαιτέρω ενδυνάμωση και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας».
Η αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου στο ανώτατο επίπεδο, που είναι η λεγόμενη «επενδυτική βαθμίδα», έγινε δεκτή με μεγάλη ικανοποίηση από το κυβερνητικό επιτελείο, το οποίο θεωρεί ότι η ανακοίνωση του DBRS αποτελεί το προανάκρουσμα για αντίστοιχες αναβαθμίσεις που θα κάνουν οι άλλοι τρεις αναγνωρισμένοι οίκοι αξιολόγησης, και συγκεκριμένα την προσεχή Παρασκευή (15/9) η Moody’s, στις 20 Οκτωβρίου η Standard & Poor’s και την 1η Δεκεμβρίου ο Fitch.
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, όπως εξηγούν αναλυτές, επηρεάζει το κόστος του χρήματος στη χώρα μας και έχει μεγάλη σημασία για τα επιτόκια δανεισμού τόσο του Ελληνικού Δημοσίου όσο και των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
protothema.gr