«Όσες διαστάσεις και αν έχουν οι έρευνες τους, άλλες τόσες θα έχει και ο αγώνας μας για την προστασία της Ελληνικής Τάφρου!», σημειώνει, σε ανακοίνωσή της, η Πρωτοβουλία Κρήτης ενάντια στις εξορύξεις υδρογονανθράκων.
Αναλυτικά, στην ανακοίνωση αναφέρεται:
Την περασμένη εβδομάδα, πανομοιότυπα δημοσιεύματα εμφανίστηκαν στον τύπο σχετικά με τις τρισδιάστατες σεισμικές έρευνες που διενεργεί σκάφος της εταιρείας PGS, για τον εντοπισμό κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στα «θαλάσσια οικόπεδα» Νότια και Νοτιοδυτικά της Κρήτης. Τα θριαμβευτικά δημοσιεύματα απέδιδαν την έναρξη των τρισδιάστατων σεισμικών ερευνών στα αποτελέσματα των δισδιάστατων, τα οποία ωστόσο δεν έχουν δημοσιοποιηθεί, παρά την τεχνητή «αγωνία» που καλλιεργείται εδώ και καιρό. Ξεκινούσαν με διαβεβαιώσεις ότι τα κοιτάσματα θα είναι μεγάλα, αντίστοιχα του Ζορ της Αιγύπτου και έφταναν μέχρι και στον προσδιορισμό του χρόνου έναρξης της δοκιμαστικής γεώτρησης (στα τέλη του 2025…).
Καμία έκπληξη, τα ίδια λένε εδώ και χρόνια οι επαΐοντες του εξορυκτισμού στα μιντιακά στασίδια. Οι αναλύσεις αυτές, ωστόσο, παραμένουν εικασίες και εξακολουθούν να στοχεύουν αποκλειστικά στη δημιουργία εντυπώσεων. Οι τρισδιάστατες σεισμικές έρευνες, είναι το στάδιο που ακολουθεί μετά την ανάλυση των αποτελεσμάτων των δισδιάστατων και ήταν αναμενόμενο ότι θα προχωρούσαν σ’ αυτές. Αν δεν υλοποιούνταν το στάδιο των τρισδιάστατων σεισμικών ερευνών, αυτό θα σήμαινε εγκατάλειψη (τουλάχιστον προσωρινή) του σχεδίου για εξορύξεις στην Ελληνική Τάφρο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται επικοινωνιακά και πολιτικά για την κυβέρνηση της χώρας αλλά και χρηματιστηριακά για την κοινοπραξία των ExxonMobil και Helleniq Energy.
Ας δούμε όμως μια σειρά θεμάτων που προκύπτουν μέσα από τις γραμμές των διθυραμβικών ανακοινώσεων, ικανά να θορυβήσουν την κοινωνία και τους θεσμικούς φορείς της Κρήτης και όλης της χώρας.
Καταρχάς, οι τρισδιάστατες έρευνες και η πύκνωση των γραμμών σάρωσης του θαλάσσιου υπεδάφους με πολλαπλάσιες εκπομπές εκκωφαντικών εκρήξεων από εκατοντάδες υδρόφωνα πάνω σε συρόμενα καλώδια πολλών χιλιομέτρων, θα προκαλεί ακόμα μεγαλύτερη περιβαλλοντική ζημιά στο θαλάσσιο οικοσύστημα της Ελληνικής Τάφρου, ιδιαίτερα στις μόνιμες ομάδες κητωδών στο τμήμα νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης (όσες επέζησαν και δεν εκδιώχθηκαν από το προηγούμενο στάδιο των σεισμικών ερευνών).
Θυμίζουμε ότι πέρυσι το Sanco Swift της PGS, για τρεισήμισι μήνες, εξαπέλυε σχετικά πιο αραιές και μικρότερης ισχύος βόμβες ήχου από υδρόφωνα τοποθετημένα σε καλώδια 12 χιλιομέτρων, στις ίδιες περίπου περιοχές προκειμένου να συλλέξει τα δισδιάστατα δεδομένα. Προφανώς, η έννοια της προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος που κάθε τόσο εργαλειοποιείται από την κεντρική κυβέρνηση και την Περιφέρεια Κρήτης, στα πλαίσια ενός θαλασσοκεντρικού τουριστικού προϊόντος, σίγουρα δεν ταιριάζει με τον σχεδόν ετήσιο ηχητικό βομβαρδισμό φυσητήρων, ζιφιών, δελφινιών και άλλων προστατευόμενων θαλάσσιων θηλαστικών. Σε αντιδιαστολή με αποφάσεις τοπικών και κεντρικών κυβερνήσεων στη νότια Γαλλία και στην Ισπανία, όπου εδώ και 4 χρόνια, σε αντίστοιχης σημασίας μεσογειακή περιοχή όπου απαντώνται μεταναστευτικοί πληθυσμοί κητωδών, απαγορεύεται η έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων και κάθε άλλη πηγή ηχορύπανσης (π.χ. στρατιωτικές ασκήσεις).
Συνεπώς, οι επιπτώσεις των συγκεκριμένων σεισμικών ερευνών μπορεί να αποβούν καταστροφικές για τη βιοποικιλότητα και αυτό θα συμβεί σε μία περιοχή παγκόσμιας οικολογικής σημασίας. Το θέμα γίνεται ακόμα πιο σοβαρό αν λάβουμε υπόψη την απαράδεκτη πρακτική της περσινής χρονιάς, όταν στις σεισμικές έρευνες που διεξήχθησαν για λογαριασμό της Exxon Mobil, η ευθύνη για την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων δεν ανατέθηκε σε καμία «διακριτή και ανεξάρτητη αρχή» όπως ψευδώς διαβεβαίωναν αρχικά, αλλά στα στελέχη της ίδιας της Exxon Mobil!
Επίσης, όσο συντηρείται το θέμα των πολύ ακριβών και πολύ επικίνδυνων -λόγω βάθους- εξορύξεων στην Ελληνική Τάφρο, τόσο θα δικαιολογούνται οι φανεροί και αφανείς πακτωλοί χρημάτων σε εξοπλιστικά προγράμματα ουσίας ή βιτρίνας. Τα τελευταία πέντε χρόνια, έχουν ξοδευτεί ή δεσμευτεί 20 δισεκατομμύρια ευρώ σε μέγα-εξοπλιστικά προγράμματα με πρόσχημα την προστασία των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης στην θαλάσσια επικράτεια της χώρας. Οι αποφάσεις αυτές πάρθηκαν από την κεντρική κυβέρνηση με προθυμία αντιστρόφως ανάλογη της άρνησης που επέδειξε στην εύρεση πόρων για τα υπό κατάρρευση δημόσια νοσοκομεία, τα δημόσια πανεπιστήμια και τον αποδεκατισμένο λόγω ενεργειακού κόστους πρωτογενή τομέα.
Η Πρωτοβουλία Κρήτης ενάντια στις εξορύξεις υδρογονανθράκων έχει επισημάνει τα παραπάνω θέματα στις δεκάδες ενημερωτικές δράσεις που διοργανώνει εδώ και χρόνια. Ωστόσο, στις τελευταίες ανακοινώσεις για την έναρξη των τρισδιάστατων, προκύπτει ένα νέο πολύ ανησυχητικό στοιχείο. Στα δημοσιεύματα των τελευταίων μηνών για τις επαφές του Υπουργείου Ενέργειας με εκπροσώπους των πετρελαϊκών εταιρειών, αναφέρεται επανειλημμένα ότι για να προχωρήσουν το πρόγραμμα εξορύξεων, ζητούν από την ελληνική κυβέρνηση να μεριμνήσει για την «απρόσκοπτη πορεία» του προγράμματος.
Όπως διευκρινίζουν, οι ανησυχίες των επενδυτών συνδέονται κυρίως με πιθανές αντιδράσεις και προσφυγές στην έκδοση των απαιτούμενων περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων για την πραγματοποίηση της γεώτρησης, καθώς σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία προβλέπεται η εκπόνηση Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) και η έγκριση της περιβαλλοντικής άδειας (ΑΕΠΟ) για το επόμενο στάδιο. Προβληματιζόμαστε -ελπίζουμε αβάσιμα- μήπως αυτό αποτελεί προοίμιο νομοθετικής ρύθμισης για την περιστολή του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος προσφυγής της κοινωνίας των πολιτών στα αρμόδια δικαστήρια, για την αποτροπή περιβαλλοντικά και κοινωνικά επιζήμιων έργων. Θα διαβεί η κυβέρνηση τον ρουβικώνα της συνταγματικής εκτροπής και σε αυτό το θέμα προκειμένου να διασφαλίσει τα συμφέροντα (χρηματιστηριακά και μη) των πετρελαϊκών εταιρειών;
Αναρωτιόμαστε αν οι πιέσεις σχετίζονται με το γεγονός ότι η χώρα μας συμμετέχει στη συμφωνία για τον χάρτη ενέργειας (Energy Charter Treaty, ECT), η οποία προβλέπει τη σύσταση ενός μηχανισμού διευθέτησης διαφορών (ISDS, οιονεί δικαιοδοτικό όργανο) που εκδικάζει αγωγές των εταιρειών ορυκτών καυσίμων κατά των κυβερνήσεων, εάν οι τελευταίες «δημιουργήσουν εμπόδια» στις πρώτες σχετικά με τις εξορύξεις. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Σλοβενίας που ο ΙSDS την καταδίκασε να καταβάλει 20 εκατομμύρια ευρώ σε εταιρεία ορυκτών καυσίμων επειδή απαίτησε από την εταιρεία να εκπονήσει ΜΠΕ κατά το στάδιο των σεισμικών ερευνών και αυτό θεωρήθηκε ανεπίτρεπτο εμπόδιο στη διαδικασία της εξόρυξης. Είναι τυχαίο άραγε ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα εννιά κράτη-μέλη αποχώρησαν από την ECT (Γαλλία, Ισπανία, Βέλγιο, Κάτω Χώρες, Ιταλία, Σλοβενία κ.λπ.) εξαιτίας της καταχρηστικής λειτουργίας της υπέρ των συμφερόντων των εξορυκτικών εταιρειών, ενώ η Ελλάδα ήταν υπέρ του εκσυγχρονισμού της ECT και της συνέχισης της ισχύος της;
Συνοψίζοντας, η έναρξη των τρισδιάστατων σεισμικών ερευνών φαίνεται να επιβεβαιώνει ότι τόσο σε θεσμικό όσο και σε νομικό επίπεδο, η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί στην κοινοπραξία καθαρό πεδίο ή αλλιώς «γη και (θαλάσσιο) ύδωρ». Παράλληλα, αναρωτιόμαστε αν προετοιμάζεται ένα νομοθετικό πλαίσιο για να τρέξουν ακόμα πιο γρήγορα, ασύδοτα και χωρίς ενοχλητικές φωνές, τα δεκάδες ενεργειακά έργα σε θάλασσες και βουνά που έρχονται σαν λαίλαπα με πρόσχημα την ενεργειακή κρίση και εξαιτίας μιας αναγκαίας μεν, παράλογης δε στην εκτέλεσή της ενεργειακής μετάβασης.
Οι θεσμικοί φορείς και η κοινωνία θα αντιληφθούν το διακύβευμα και θα ανταποκριθούν στην υποχρέωσή τους να προστατέψουν το περιβάλλον και το μέλλον αυτού του τόπου;
Τέλος, για να μην ξεχαστεί ούτε από την κοινοπραξία, ούτε από την κυβέρνηση και τις τοπικές αρχές, ούτε και από τους παράγοντες που επιχαίρουν με την έναρξη των τρισδιάστατων ερευνών, επαναλαμβάνουμε:
Για πετρέλαιο και αέριο δεν ξέρουμε, αλλά αντίσταση θα βρουν σίγουρα”.